Το ραντεβού με την οικογένεια Shmuel δόθηκε στην οδό Αισώπου, στου Ψυρρή. Εκεί, στο πιο γνωστό εβραϊκό εστιατόριο της Αθήνας, που λειτουργεί και ως συναγωγή, η Yael με τον σύζυγό της Fainhstein και τον 6χρονο γιο τους Ari κάθισαν για να δειπνήσουν ύστερα από μία δύσκολη μέρα. Είχαν φτάσει λίγες ώρες νωρίτερα στην Αθήνα από το Τελ Αβίβ, έχοντας αγοράσει τρία δυσεύρετα εισιτήρια μέσω της ισραηλιτικής εταιρείας Arkia. Μέσα σε δύο backpacks είχαν στριμώξει μερικά ρούχα, τα απαραίτητα φάρμακα και λίγο φαγητό. Πρώτη φορά στην Ελλάδα και έμοιαζαν σαν χαμένοι. Αλλωστε, ήταν ένα ταξίδι-απόδραση από τη φρίκη του πολέμου.
«Κάθε φορά που ηχούσαν οι σειρήνες και το κτίριο σειόταν από τους βομβαρδισμούς, η Yael πάθαινε κρίσεις πανικού. Δεν άντεχα άλλο να τη βλέπω έτσι, δεν μπορούσε να διαχειριστεί αυτό που συνέβαινε. Της είπα “θα πάμε στο αεροδρόμιο και θα παρακαλέσουμε να μας βρουν εισιτήρια για να φύγουμε από το Ισραήλ”. Τηλεφώνησα σε έναν φίλο μας που έχει ταξί και μας πήγε μέσα σε 20 λεπτά. Ετρεχε με 150 χλμ. την ώρα, όλοι οι δρόμοι ήταν άδειοι», περιγράφει στην «Κ» ο Ισραηλινός Fainhstein Shmuel.
Οση ώρα μιλάμε, η Yael προσέχει τον γιο της και ρίχνει κλεφτές ματιές σε όσους πηγαινοέρχονται μέσα στο εστιατόριο. Το πιάτο της είναι σχεδόν γεμάτο, δεν έχει καμία διάθεση για φαγητό.
«Από τη στιγμή που ξεκίνησε όλο αυτό, δεν έχω ανοίξει καθόλου το κινητό μου για να διαβάσω τα νέα ή να δω κάποιο βίντεο. Αρνούμαι να το κάνω», μου λέει.
«Πριν από λίγο πέρασε μία γυναίκα και τα βλέμματά μας διασταυρώθηκαν σαν να λέγαμε ότι σήμερα βρισκόμαστε στην ίδια θέση».
Γύρω μας στα τραπέζια κάθονται κι άλλες οικογένειες Ισραηλινών με σακίδια ή βαλίτσες γύρω τους.
«Είναι συμπατριώτες μας που μάλλον έφυγαν με τον ίδιο τρόπο που φύγαμε κι εμείς», εξηγεί η ίδια. «Πριν από λίγο πέρασε μία γυναίκα και τα βλέμματά μας διασταυρώθηκαν σαν να λέγαμε ότι σήμερα βρισκόμαστε στην ίδια θέση».
Ο Fainhstein και η Yael μέχρι πρόσφατα ζούσαν σε μία ήσυχη γειτονιά, στην Petah Tikva, μία πόλη δέκα χλμ. ανατολικά από το Τελ Αβίβ, που το όνομά της σημαίνει «Είσοδος στην ελπίδα». Ξυπνούσαν νωρίς το πρωί, πήγαιναν τον γιο τους στο σχολείο και στη συνέχεια ξεκινούσαν για τη δουλειά τους. Τα απογεύματα συναντιόντουσαν με τους γείτονες στο πάρκο όπου έπαιζαν τα παιδιά. Η ζωή έμοιαζε κανονική μέχρι εκείνο το Σάββατο που ξεκίνησε η πρώτη επίθεση της Χαμάς.
«Επί 12 ώρες παρακολουθούσα τη φρίκη στο κινητό μου, έκλαιγα και αναρωτιόμουν πού ήταν ο στρατός. Δεν καταλάβαινα γιατί ο Θεός είχε κλείσει τα μάτια του».
«Ημουν στη συναγωγή την ώρα που ακούστηκαν οι σειρήνες. Ακουσα τον γείτονά μου να λέει ότι έρχονταν τρομοκράτες στα κιμπούτς, κοντά στα σύνορα. Δεν χρησιμοποιώ ποτέ το κινητό μου εκεί μέσα, τηρώ τους κανόνες, αλλά ήταν η πρώτη φορά στη ζωή μου που αποφάσισα να το ανοίξω. Μπήκα στο κανάλι της Χαμάς στο Telegram, είδα το τείχος των συνόρων να έχει σπάσει, κτίρια να καίγονται, μωρά, γυναίκες και ηλικιωμένους μέσα σε αυτοκίνητα και πάνω σε μοτοσικλέτες να έχουν απαχθεί. Επί 12 ώρες παρακολουθούσα τη φρίκη στο κινητό μου, έκλαιγα και αναρωτιόμουν πού ήταν ο στρατός. Δεν καταλάβαινα γιατί ο Θεός είχε κλείσει τα μάτια του. Ενιωθα σαν κάποιος να είχε σκοτώσει την ψυχή μου», περιγράφει στην «Κ» ο Fainhstein.
Είχαν περάσει ήδη έξι μέρες από την αρχή των επιθέσεων, όταν αποφάσισαν να πάρουν τα απολύτως απαραίτητα και να φύγουν με το πρώτο διαθέσιμο αεροπλάνο για το εξωτερικό. Αλλωστε, εξαιτίας των εβραϊκών σπουδών που έχει κάνει, ο Fainhstein δεν υπηρετεί στον στρατό. Η Ελλάδα ήταν η μόνη χώρα η οποία ήταν ανοιχτή για να ταξιδέψουν και, όταν βρήκαν τα τελευταία τρία εισιτήρια, δεν μπορούσαν να πιστέψουν στην τύχη τους.
«Εμειναν έξω από την πτήση περίπου 12 άνθρωποι που έκλαιγαν και με ικέτευαν να τους πουλήσω τα εισιτήρια. Ο κόσμος περίμενε δίπλα στα γκισέ μήπως κάποιος δεν ερχόταν. Εβλεπες τα συναισθήματα στα μάτια τους, να μην έχουν τη δύναμη να διαχειριστούν την κατάσταση. “Πρέπει να φύγουμε”, μας έλεγαν. Το καταλάβαινα, αλλά ένιωθα ότι ήταν πιο απαραίτητο για εμάς. Ηταν πολύ σκληρό. Ηταν όλοι τους οικογένειες», λέει ο 31χρονος Ισραηλινός.
«Δεν θέλουμε χρήματα, μόνο κάπου να φιλοξενηθούμε»
Για τις πρώτες μέρες στην Αθήνα, η οικογένεια Shmuel έχει νοικιάσει ένα διαμέρισμα. Τα χρήματα που διαθέτουν, ωστόσο, δεν τους επιτρέπουν να μείνουν εκεί για περισσότερο από το τέλος της εβδομάδας. Ακόμη και στην Ισραηλιτική Κοινότητα της Αθήνας, όπως λέει ο Fainhstein, η λίστα των ανθρώπων που ζητούν να φιλοξενηθούν είναι μεγάλη και έχουν μπει σε χρονική προτεραιότητα τα αιτήματα των Ισραηλινών που καταφθάνουν στην Ελλάδα.
«Θα ήταν πολύ σημαντικό για εμάς να βρεθεί κάποιος που θα μπορέσει να μας διαθέσει ένα δωμάτιο στην Αθήνα, ώστε να μείνουμε με τον γιο μας για όσο διαρκεί ο πόλεμος στο Ισραήλ».
«Θα ήταν πολύ σημαντικό για εμάς να βρεθεί κάποιος που θα μπορέσει να μας διαθέσει ένα δωμάτιο στην Αθήνα, ώστε να μείνουμε με τον γιο μας για όσο διαρκεί ο πόλεμος στο Ισραήλ. Δεν θέλουμε χρήματα, μόνο κάπου να μείνουμε», λέει ο ίδιος απευθύνοντας έκκληση μέσω της «Κ» να βρεθεί ένας προσωρινός χώρος φιλοξενίας για την οικογένειά του. Οπως εξηγεί, οι οικονομικές τους δυνατότητες είναι περιορισμένες, καθώς λόγω της κατάστασης δεν μπορούν πλέον να παίρνουν τον μισθό τους και με αυτά που διαθέτουν θα πρέπει να συνεχίσουν να πληρώνουν τα έξοδά τους στο Ισραήλ.
«Κι εγώ και η γυναίκα μου προερχόμαστε από πολυμελείς οικογένειες και έχουμε μάθει όλη μας τη ζωή να σπουδάζουμε, να δουλεύουμε και από επιλογή μας να ζούμε οικονομικά ανεξάρτητοι. Είναι η πρώτη φορά που βρισκόμαστε κάτω από αυτές τις συνθήκες σε μια ξένη χώρα και δεν ξέρω τι να κάνουμε. Χαιρόμαστε που βρισκόμαστε εδώ, αλλά τα συναισθήματά μας είναι ακόμη ανάμεικτα. Εχουμε αφήσει πίσω γονείς και πολλά αδέλφια και ανησυχούμε για εκείνους, όμως προς το παρόν είναι αδύνατο να γυρίσουμε πίσω», τονίζει.
«Θα γυρίσουμε πίσω όταν θα ανοίξει το σχολείο του παιδιού μου. Αυτό σημαίνει ότι θα υπάρχει ειρήνη στη χώρα μας».
Μέχρι να τελειώσει ο πόλεμος, η οικογένεια Shmuel, όπως και πολλές ακόμη οικογένειες από το Ισραήλ, θα βρουν καταφύγιο στην Αθήνα. Η απάντηση του Fainhstein είναι η αναμενόμενη. «Θα γυρίσουμε πίσω όταν θα ανοίξει το σχολείο του παιδιού μου. Αυτό σημαίνει ότι θα υπάρχει ειρήνη στη χώρα μας και θα είμαστε ξανά όλοι ασφαλείς».