H 80χρονη κατάρα της Αργεντινής και η ζαριά του «Εl Loco»

H 80χρονη κατάρα της Αργεντινής και η ζαριά του «Εl Loco»

Ο φαύλος κύκλος της ύφεσης μπορεί τώρα να επιδεινωθεί αν ο νεοεκλεγείς πρόεδρος Χαβιέρ Μιλέι θέσει σε εφαρμογή τις ακραίες ιδέες για την οικονομία. Τι λένε αναλυτές στην «Κ»

8' 23" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ο Χαβιέρ Μιλέι είναι μια ασυνήθιστη μορφή. Στη χώρα του περονισμού και του διάχυτου κρατικού παρεμβατισμού στην οικονομία, αυτοχαρακτηρίζεται «αναρχο-καπιταλιστής» και έχει υποσχεθεί ότι θα καταργήσει 8 από τα 18 υπουργεία που κληρονόμησε, καθώς και την κεντρική τράπεζα της Αργεντινής. Στις προεκλογικές εμφανίσεις του κράδαινε συχνά ένα αλυσοπρίονο, συμβολικό της πρόθεσής του να αφαιρέσει βίαια το «λίπος» του σπάταλου κράτους.

Οπως ο Ζαΐρ Μπολσονάρο, με τον οποίο πολλοί τον παρομοιάζουν, ο Μιλέι έχει πολιτική προϋπηρεσία μόνο ως βουλευτής –μετά βίας δύο ετών– και δεν έχει καθόλου διοικητική εμπειρία. Θυμίζει επίσης τον ακροδεξιό Βραζιλιάνο –αλλά και τον Ντόναλντ Τραμπ– στην απορριπτική στάση του απέναντι στην κλιματική αλλαγή, την οποία αποκαλεί «σοσιαλιστική απάτη», αλλά και στις προεκλογικές του αναφορές σε πιθανές εκλογικές ατασθαλίες εις βάρος του.

Σύμφωνα με ένα βιογράφο του, τον Χουάν Λουίς Γκονζάλεθ, ο νέος πρόεδρος της Αργεντινής –και πρώην δάσκαλος ταντρικού σεξ– είναι ένας εκκεντρικός και μοναχικός τύπος, που υπέστη κακοποίηση από τους γονείς του και bullying από τους συμμαθητές του. Η εκρηκτική προσωπικότητά του είχε ως αποτέλεσμα να του δοθεί η προσωνυμία «El Loco» (ο τρελός). «Περισσότερο από τις ιδέες του Μιλέι, αυτό που με ανησυχεί είναι η πνευματική κατάσταση και η συναισθηματική σταθερότητα», σχολίασε ο συγγραφέας, σύμφωνα με τον Guardian.

H 80χρονη κατάρα της Αργεντινής και η ζαριά του «Εl Loco»-1Η εκλογική νίκη του οφείλεται σε σημαντικό βαθμό στην απελπισία των ψηφοφόρων με μια οικονομία στα όρια της κατάρρευσης. Ο πληθωρισμός βρίσκεται στο 140% και αναμένεται έως τις αρχές του νέου έτους να ξεπεράσει το 200% σε ετήσια βάση. Δύο στους πέντε Αργεντινούς ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας. Η τρέχουσα ισοτιμία είναι πλασματική και το πέσο θα πρέπει να υποτιμηθεί (εκτοξεύοντας περαιτέρω τον πληθωρισμό), ενώ τα καθαρά συναλλαγματικά αποθέματα της χώρας είναι αρνητικά. Το δημοσιονομικό έλλειμμα, σύμφωνα με ορισμένους υπολογισμούς, ξεπερνά το 10% του ΑΕΠ και τα κρατικά ομόλογα της Αργεντινής αποτιμώνται στο 1/3 της ονομαστικής αξίας τους – οι επενδυτές, με άλλα λόγια, προεξοφλούν μία ακόμη στάση πληρωμών.

Για τον Μιλέι, ο βασικός υπαίτιος για την κρίση διαρκείας της Αργεντινής είναι η χρόνια σπατάλη από τους περονιστές. Αλλά και η θητεία του κεντροδεξιού Μαουρίτσιο Μάκρι σημαδεύτηκε από μία ακόμη προσφυγή στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, την επιβολή ελέγχων στις αγοραπωλησίες συναλλάγματος και, τελικά, την τρίτη στάση πληρωμών της Αργεντινής σε λιγότερο από 20 χρόνια.

Η μακρά διολίσθηση

Και όμως, παραμονές του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου η Αργεντινή ήταν μία από τις δέκα πλουσιότερες χώρες του κόσμου σε κατά κεφαλή εισόδημα (έστω πολύ άνισα κατανεμημένο). O Ντέιβιντ Ροκ, από τις κορυφαίες αυθεντίες διεθνώς στη σύγχρονη ιστορία της Αργεντινής, σημείωνε προ ενός μηνός σε παρουσίασή του στη δεξαμενή σκέψης Canning House στο Λονδίνο ότι η λατινοαμερικανική χώρα, παρότι ανήκει στο G20, «παραμένει παγιδευμένη σε έναν δομικό ζουρλομανδύα που υφίσταται εδώ και σχεδόν 80 χρόνια».

Oπως εξηγεί ο Ροκ, το αδιέξοδο γεννήθηκε με την αποτυχία του προγράμματος εκβιομηχάνισης του Περόν στα τέλη της δεκαετίας του ’40. «Οι πολιτικές του δημιούργησαν μια μεγάλη εργατική τάξη στις πόλεις και ένα νέο στρώμα βιομηχάνων, αλλά δεν υπήρχαν οι πόροι για να συντηρηθούν. Οι συνέπειες της αποτυχίας ήταν η στασιμότητα, ο πληθωρισμός και οι αυξανόμενες κοινωνικές αναταραχές. Οι κυβερνήσεις άρχισαν να φορολογούν την αγροτική παραγωγή, την πηγή των εσόδων από τις εξαγωγές, για να χρηματοδοτήσουν κρατικές δαπάνες και επιδοτήσεις για την αναχαίτιση της φτώχειας και δυνητικών αντιφρονούντων».

Ο Ροκ διατρέχει τα βασικά επεισόδια που ακολούθησαν – την κυριαρχία ξένων πολυεθνικών στην οικονομία τη δεκαετία του ’60, που οδήγησε σε κοινωνικές εντάσεις και τελικά στη στρατιωτική δικτατορία· την απόπειρα φιλελευθεροποίησης κατά τη δεκαετία του ’90, που βυθίστηκε εξαιτίας της κατάρρευσης των τιμών των εμπορευμάτων και της αύξησης του κόστους δανεισμού· και την περίοδο του νεο-περονιστή Κίρχνερ, των πελατειακών πολιτικών χρηματοδοτούμενων από την έκρηξη της παραγωγής της σόγιας, που μαράζωσε μετά τη διεθνή κρίση του 2008. «Το ίδιο ερώτημα παραμένει εδώ και αρκετές δεκαετίες: μπορεί η δημοκρατία να επιβιώσει στην Αργεντινή με μεθόδους άλλες από αυτές των Κίρχνερ;».

Η χαμένη ευκαιρία

Μία από τις λίγες περιόδους ελπίδας για την οικονομία της Αργεντινής στη μακρά αυτή μεταπολεμική πορεία διολίσθησης ήταν η απόπειρα του Κάρλος Μένεμ τη δεκαετία του ’90, με υπουργό Οικονομίας τον Ντομίνγκο Καβάγιο, να ξεφύγει από το παρεμβατικό μοντέλο του περονισμού, να ιδιωτικοποιήσει στρατηγικές επιχειρήσεις και να επιβάλει σταθερή ισοτιμία 1-1 μεταξύ του πέσο και του αμερικανικού δολαρίου. Ο Πολ Μπλούσταϊν, βετεράνος αναλυτής –συνεργαζόμενος σήμερα με το Center for Strategic and International Studies– γνωρίζει την περίοδο αυτή πολύ καλά. Μεταξύ των πολλών βιβλίων που έχει γράψει για τις σκοτεινές πτυχές του διεθνούς οικονομικού συστήματος ήταν και το «And the Money Kept Rolling Ιn (and Out): Wall Street, the IMF and the Bankrupting of Argentina». Το βιβλίο, που κυκλοφόρησε το 2005, εξιστορεί πώς η χώρα, από αγαπημένο παράδειγμα των οπαδών του Washington Consensus, οδηγήθηκε στην ύφεση, στην προσφυγή στο ΔΝΤ και τελικά σε μία ακόμη στάση πληρωμών.

Στο 140% βρίσκεται σήμερα ο πληθωρισμός και αναμένεται έως τις αρχές του νέου έτους να ξεπεράσει το 200% σε ετήσια βάση. 2 στους 5 Αργεντινούς ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας. 10% του ΑΕΠ υπολογίζεται το δημοσιονομικό έλλειμμα, ενώ τα κρατικά ομόλογα αποτιμώνται στο 1/3 της ονομαστικής αξίας τους.

«Δεν θεωρώ ότι το “σωστό δίδαγμα” από την εμπειρία της Αργεντινής στη δεκαετία του ’90 είναι ότι επιχείρησαν ένα ριζοσπαστικό νομισματικό πείραμα που απέτυχε γιατί δεν συνοδεύθηκε από την αντιμετώπιση θεμελιωδών υποκείμενων προβλημάτων», επισημαίνει ο Μπλούσταϊν σε επικοινωνία που είχε με την «Κ». «Πιστεύω ότι πλησίασαν αρκετά στην απαγκίστρωσή τους από τις δεκαετίες δυστυχίας που είχαν υποστεί για το μεγαλύτερο μέρος του 20ού αιώνα – ειδικά χάρη στο σύστημα της μετατρεψιμότητας (δολαρίων σε πέσο). Το σύστημα αυτό λειτούργησε αρκετά καλά – και σίγουρα καλύτερα από ό,τι αναμενόταν, συμπεριλαμβανομένου του ΔΝΤ, όταν εισήχθη το 1991».

Ο Αμερικανός οικονομολόγος συνεχίζει: «Ο Μένεμ και ο Καβάγιο, παρά τα ελαττώματά τους, έκαναν πολλά καλά πράγματα στη λογική του Washington Consensus: μείωσαν δασμούς, κατήργησαν ελέγχους στις τιμές, μείωσαν επιδοτήσεις, ιδιωτικοποίησαν κρατικές επιχειρήσεις κ.λπ. Κάποιες από αυτές τις διαδικασίες –ειδικά οι ιδιωτικοποιήσεις– υλοποιήθηκαν με τρόπους όχι ακριβώς διαφανείς, αλλά έγιναν πολύ καλύτερα από τις αντίστοιχες στη Ρωσία την ίδια περίοδο».

«Το μεγάλο λάθος των κυβερνήσεων τότε, μετά την αποχώρηση του Καβάγιο –με το υπουργείο να εξακολουθεί να διοικείται από πολύ ικανούς ανθρώπους– ήταν η έλλειψη δημοσιονομικής πειθαρχίας», τονίζει ο Μπλούσταϊν. «Ιδανικά μεταξύ 1996-98, όταν η οικονομία ήταν σε πολύ καλή κατάσταση, ο κρατικός προϋπολογισμός έπρεπε να είναι πλεονασματικός. Αν το είχαν κάνει αυτό, ενδέχεται να είχαν αποφύγει όλη την αναταραχή που κυρίευσε τις αναδυόμενες αγορές στα τέλη της δεκαετίας, γιατί το χρέος της Αργεντινής θα ήταν σαφώς πιο βιώσιμο».

Γιατί δεν το έκαναν; «Ενα μείζον πρόβλημα ήταν ότι οι αγορές –και η ηγεσία του ΔΝΤ– έδειχναν τέτοιο ενθουσιασμό για τις επιδόσεις τους που υπέκυψαν στον πειρασμό του εφησυχασμού, αγνοώντας τις προειδοποιήσεις ότι, με δεδομένη την απώλεια ελέγχου επί της νομισματικής πολιτικής τους, έπρεπε να είναι ιδιαίτερα σφιχτοί στα δημοσιονομικά». (Στο ίδιο σφάλμα θα υπέπιπτε και η Ελλάδα μετά την ένταξή της στο ευρώ.) «Το αποτέλεσμα ήταν ότι, όταν η οικονομία διολίσθησε σε ύφεση, δεν είχαν καμία διέξοδο. Η δημοσιονομική τόνωση της οικονομίας δεν ήταν εφικτή, καθώς θα όξυνε τις ανησυχίες για τη βιωσιμότητα του χρέους. Ούτε η λιτότητα θα έφερνε αποτέλεσμα όμως, γιατί θα έκανε βαθύτερη την ύφεση».

Τα δύσκολα έρχονται

Ο νεοεκλεγείς πρόεδρος θέλει να επαναλάβει το πείραμα της δεκαετίας του ’90, σε πιο ακραία μορφή. «Ο Μιλέι, παραδόξως, απολαμβάνει ισχυρή στήριξη μεταξύ των οικονομικά ασθενέστερων στις επαρχίες και στις παραγκουπόλεις της πρωτεύουσας, κοινωνικές ομάδες που θα πληγούν σφοδρότερα όλων από τις πολιτικές του», ανέφερε στην παρουσίασή του στο Canning House λίγες εβδομάδες πριν από τις εκλογές ο Ντέιβιντ Ροκ. Το αποπληθωριστικό πρόγραμμα του νέου προέδρου, σημείωνε, προτείνεται σε μια περίοδο με πολύ πιο δυσμενείς οικονομικές συνθήκες σε σχέση με το αντίστοιχο του Ντομίνγκο Καβάγιο επί Μένεμ. «Αν εφαρμοστεί, μπορεί να πυροδοτήσει έντονες ταραχές», εκτιμούσε ο Βρετανός ιστορικός.

Ο Μιλέι, όπως παρατηρεί η Μπεατρίζ Γκαρθία Νάις, αναλύτρια στο πρόγραμμα Λατινικής Αμερικής του Wilson Center, έχει παραδεχθεί ότι τα πράγματα θα γίνουν χειρότερα πριν γίνουν καλύτερα. «Ολοι οι οικονομολόγοι αναγνωρίζουν ότι οι αλλαγές που προτείνει θα είναι επώδυνες – και αρκετοί αμφισβητούν αν η συνταγή του είναι η σωστή», σχολιάζει στην «Κ».

«Σε πρακτικό επίπεδο, η Αργεντινή δεν έχει αρκετά δολάρια για να καταργήσει το πέσο. Η περίοδος χάριτος θα είναι συντομότερη του συνηθισμένου. Πρέπει στις πρώτες 100 ημέρες να υλοποιήσει σημαντικές, χειροπιαστές αλλαγές, που θα κατευνάσουν τους πολίτες και τις χρηματαγορές». Η αναλύτρια του Wilson Center προσθέτει ότι η πρόθεσή του να ποινικοποιήσει ξανά τις αμβλώσεις μπορεί και αυτή να προκαλέσει έντονες αντιδράσεις.

Η Γκαρθία Νάις αναδεικνύει την αβεβαιότητα γύρω από πολλές κρίσιμες πτυχές της νέας διακυβέρνησης – από το πρόσωπο του νέου υπουργού Οικονομίας και την υποστήριξη που θα έχει ο νέος πρόεδρος στο Κογκρέσο (ελέγχει μόλις 38 από 257 έδρες στην Κάτω Βουλή και 7 από 72 στη Γερουσία) έως τις προθέσεις απέναντι σε σοβαρούς πιστωτές όπως η Κίνα και το ΔΝΤ. Το Ταμείο, στο οποίο η Αργεντινή χρωστάει 44 δισ. δολάρια, «δεν δείχνει διατεθειμένο να δανείσει περισσότερα στη χώρα», υπογραμμίζει η αναλύτρια του Wilson Center. Ο Μιλέι έχει πει ότι δεν θα συνεργαστεί με κομμουνιστικές χώρες, κατονομάζοντας συγκεκριμένα την Κίνα, αναφέρει η Γκαρθία Νάις, αλλά «με δεδομένη τη δραματική οικονομική κατάσταση της χώρας, δεν έχει το περιθώριο να αποξενώσει έναν τόσο σημαντικό εμπορικό εταίρο».

Ο Μιλέι, πάντως, δεν μοιάζει διατεθειμένος να αραιώσει τη νεοφιλελεύθερη συνταγή του. «Η Αργεντινή βρίσκεται σε κρίσιμη κατάσταση», είπε στην επινίκια ομιλία του. «Δεν υπάρχει περιθώριο για σταδιακά μέτρα». Οι επόμενοι μήνες θα δείξουν εάν η ακραία εκδοχή της θεραπείας-σοκ που εισηγείται μπορεί να θέσει την Αργεντινή σε μια τροχιά βιώσιμης, δυναμικής ανάπτυξης – ή εάν θα οδηγήσει σε μια κρίση πιο ολέθρια από όλες τις προηγούμενες.

H 80χρονη κατάρα της Αργεντινής και η ζαριά του «Εl Loco»-2
Τη δεκαετία του ’90, η Αργεντινή «πλησίασε αρκετά στην απαγκίστρωσή της από τις δεκαετίες δυστυχίας που είχε υποστεί για το μεγαλύτερο μέρος του 20ού αιώνα – ειδικά χάρη στο σύστημα της μετατρεψιμότητας (δολαρίων σε πέσο). Το σύστημα λειτούργησε αρκετά καλά, όταν εισήχθη το 1991», σημειώνει ο Πολ Μπλούσταϊν.
H 80χρονη κατάρα της Αργεντινής και η ζαριά του «Εl Loco»-3
«Σε πρακτικό επίπεδο, η Αργεντινή δεν έχει αρκετά δολάρια για να καταργήσει το πέσο. Η περίοδος χάριτος θα είναι συντομότερη του συνηθισμένου. Πρέπει στις πρώτες 100 ημέρες να υλοποιήσει σημαντικές, χειροπιαστές αλλαγές, που θα κατευνάσουν τους πολίτες και τις χρηματαγορές», επισημαίνει η Μπεατρίζ Γκαρθία Νάις.
comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT