Το 2023 καταγράφεται ως το έτος με τις υψηλότερες θερμοκρασίες στην ιστορία, σύμφωνα με το ευρωπαϊκό παρατηρητήριο Copernicus. Το ετήσιο κόστος της κλιματικής κρίσης ανέρχεται σε περίπου 140 δισ. δολάρια. Χάνονται χιλιάδες ανθρώπινες ζωές, εκτοπίζονται πληθυσμοί, δημιουργώντας κλιματικούς πρόσφυγες. Ο πλανήτης, το σπίτι μας κυριολεκτικά φλέγεται.
Μέσα σε αυτό το δυστοπικό σκηνικό, ολοκληρώθηκε πριν από λίγες μόλις ημέρες στο Ντουμπάι η περίφημη COP28, ή αλλιώς η Διάσκεψη για το Κλίμα. Για 28η φορά, οι πολιτικοί ηγέτες του κόσμου κλήθηκαν να πάρουν τις αναγκαίες αποφάσεις για την αποτελεσματική αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης. Δυστυχώς, παρότι υπήρξαν ορισμένες επιμέρους θετικές εξελίξεις, το συνολικό αποτέλεσμα είναι πολύ απογοητευτικό και δεν ανταποκρίνεται επ’ ουδενί στην ανάγκη για κατεπείγουσα και τολμηρή κλιματική δράση.
Παρέμεινε τεράστιο το χάσμα μεταξύ αυτών που με απόλυτη σαφήνεια ορίζει η επιστήμη ότι πρέπει να γίνουν για να μείνουμε κάτω από το κρίσιμο όριο περιορισμού της αύξησης της θερμοκρασίας στον 1,5 °C, και αυτών που τελικά συμφωνήθηκαν και υιοθετήθηκαν.
Παρότι τα τεχνικά και διαδικαστικά ζητήματα μιας τέτοιας διάσκεψης είναι αρκετά σύνθετα, τα βασικά ζητούμενα ήταν αρκετά σαφή. Πρώτον, μέσα από μια διαδικασία «παγκόσμιου απολογισμού», οι χώρες θα έκαναν κλιματικό «ταμείο», εξετάζοντας πού βρίσκονται σε επίπεδο μείωσης εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και τι διορθωτικοί στόχοι πρέπει να τεθούν, με κύριο ζητούμενο την κλιματική ουδετερότητα. Δεύτερον, η επιτακτική ανάγκη μιας πολιτικής συμφωνίας για έναν οδικό χάρτη για την απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα, παράλληλα με τη δέσμευση για τριπλασιασμό της διείσδυσης των ΑΠΕ και αντίστοιχα και της ενεργειακής αποδοτικότητας. Τρίτον, μια συμφωνία για το πώς η διατήρηση της φύσης και η αναθεώρηση των συστημάτων διατροφής πρέπει να λειτουργήσουν ως κρίσιμοι σύμμαχοι στην αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης. Τέλος, πώς μπορεί να εξασφαλιστεί ένας αποτελεσματικός μηχανισμός χρηματοδότησης μέσα από την ίδρυση ενός ειδικού ταμείου για τις σημαντικές απώλειες και ζημιές που ήδη υφίστανται λόγω της κλιματικής κρίσης, βοηθώντας έτσι στη δύσκολη διαδικασία προσαρμογής.
Σε όλα τα παραπάνω, η πρόοδος που σημειώθηκε ήταν πολύ περιορισμένη και σίγουρα όχι αυτή που επιτάσσει η κρισιμότητα του θέματος. Για παράδειγμα, ενώ στο ξεκίνημα της διάσκεψης ανακοινώθηκε η έναρξη λειτουργίας του ταμείου για απώλειες και ζημιές, οι πόροι που έχουν διαθέσει οι ανεπτυγμένες χώρες είναι ελάχιστοι. H μέχρι στιγμής δέσμευση για χρηματοδότηση του ταμείου με περίπου 700 εκατ. δολάρια δεν καλύπτει ούτε το 1% των ετήσιων αναγκών χρηματοδότησης των αναπτυσσόμενων χωρών από τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης!
Τεράστιο το χάσμα μεταξύ αυτών που ορίζει η επιστήμη για να μείνουμε κάτω από το όριο περιορισμού της αύξησης της θερμοκρασίας στον 1,5 °C και αυτών που συμφωνήθηκαν.
Για άλλη μια φορά, ο ελέφαντας στο δωμάτιο ήταν τα ορυκτά καύσιμα. Ενώ επιστήμονες, διεθνείς οργανισμοί και περιβαλλοντικές οργανώσεις ξεκαθαρίζουν την ανάγκη για τερματισμό των ορυκτών καυσίμων ως μονόδρομο για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης, τα πετρελαϊκά λόμπι έκαναν πάλι τη δουλειά τους, ευνοούμενοι πιθανότατα και από τον τόπο διεξαγωγής αλλά και από την προεδρία της διάσκεψης (πρόεδρος της COP ήταν ο CEO της ADNOC, εθνική πετρελαϊκή εταιρεία των ΗΑΕ). Επειτα από ατελείωτες ώρες διαπραγματεύσεων, για το επίμαχο θέμα των ορυκτών καυσίμων, το τελικό κείμενο κάνει μεν αναφορά στα ορυκτά καύσιμα αλλά στην ανάγκη «μετάβασης» και όχι τερματισμού. Χρειάστηκαν 28 διεθνείς διασκέψεις για να συμφωνηθεί σε κείμενο το απολύτως προφανές και αυτονόητο και αυτό με υποβιβασμένη σημασία!
Ως προς τα του οίκου μας, η Ελλάδα έκανε μια δυναμική εμφάνιση στην COP, με ειδικό περίπτερο, πληθώρα παρεμβάσεων και με εκπροσώπηση σε ανώτατο επίπεδο με τον ίδιο τον πρωθυπουργό να ηγείται της εθνικής μας αντιπροσωπείας. Στην ειδική αξιολόγηση του climate change performance index που δημοσιοποιήθηκε κατά τη διάρκεια της COP, η χώρα μας κατατάσσεται στην 28η θέση ανάμεσα σε 67 χώρες, έχοντας «πέσει» 4 θέσεις από πέρυσι. Ενώ οι εκπομπές της Ελλάδας έχουν όντως σημειώσει μείωση και τα ποσοστά διείσδυσης των ΑΠΕ αυξάνονται (δυστυχώς συχνά με προβληματικές χωροθετήσεις), παράλληλα η κυβέρνηση επιμένει πεισματικά στον άνθρακα με ένα τεράστιο πρόγραμμα εξόρυξης υδρογονανθράκων και με νέες εγκαταστάσεις ορυκτού αερίου. H COP28 θα ήταν ευκαιρία η χώρα μας να ξεχωρίσει στην κλιματική διπλωματία, προτείνοντας στα κράτη της Ανατολικής Μεσογείου ένα μορατόριουμ σε κάθε νέο πρόγραμμα για έρευνα και εξόρυξη υδρογονανθράκων. Δεν συνέβη. Οι αντιδράσεις όμως της κοινωνίας των πολιτών συνεχίζονται. Ετσι, πριν από μερικές ημέρες, η νομική οργάνωση Client Earth, το ελληνικό γραφείο της Greenpeace, και το WWF Ελλάς κατέθεσαν στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή καταγγελία για τις απαράδεκτα ευνοϊκές και αντίθετες με το περιβαλλοντικό δίκαιο της Ε.Ε. διαδικασίες έγκρισης σχεδίων έρευνας και εξόρυξης υδρογονανθράκων στις ελληνικές θάλασσες.
Στις κρίσεις λένε φαίνονται οι πραγματικοί ηγέτες. Στην κλιματική κρίση, και μετά την COP28, ακόμα τους αναζητούμε.
O κ. Δημήτρης Καραβέλλας είναι γενικός διευθυντής της WWF Ελλάς.