Αλλιώς ξεκίνησε και αλλιώς τελειώνει η χρονιά που φεύγει, με τις ανησυχίες του περασμένου Δεκέμβρη να έχουν εν τω μεταξύ «αναπροσανατολιστεί» μέσα σε ένα πολυμέτωπο περιβάλλον ραγδαία εναλλασσόμενων αναφλέξεων και ανατροπών.
Το 2023 ξεκίνησε με το βλέμμα «κολλημένο» στον άξονα Ασίας – Ουκρανίας. Δώδεκα μήνες μετά, μια νέα χρονιά ξεκινά με το διεθνές ενδιαφέρον στραμμένο στον άξονα Αφρικής – Μέσης Ανατολής.
Hταν Αύγουστος του 2022 όταν, με φόντο την ήδη χαίνουσα πληγή του πολέμου στην Ουκρανία, η τότε πρόεδρος της αμερικανικής Βουλής, Νάνσι Πελόζι, μετέβη στο αυτοδιοικούμενο νησί της Ταϊβάν, ανεβάζοντας κατακόρυφα τον υδράργυρο της σινοαμερικανικής έντασης στις θάλασσες της Ασίας.
Ως συνέπεια εκείνης της επίσκεψης, η επικοινωνία στον άξονα Ουάσιγκτον – Πεκίνου διεκόπη (με πρωτοβουλία της κινεζικής πλευράς) και ο σινοαμερικανικός ανταγωνισμός –κλιμακούμενος ήδη από τη δεύτερη τετραετία Ομπάμα– εισήλθε σε μια νέα φάση κλιμάκωσης.
Εάν ανατρέξει κανείς στις λίστες με τους μεγαλύτερους γεωπολιτικούς κινδύνους του 2023 (της S&P Global, του Eurasia Group, του Crisis Group, του Carnegie, του CFR κ.ά.), όπως εκείνες είχαν καταρτιστεί υπό μορφή εκτιμήσεων πριν από ακριβώς έναν χρόνο, στα τέλη του 2022, θα βρει τη Ρωσία του Βλαντιμίρ Πούτιν και την Κίνα του Σι Τζινπίνγκ, τον πόλεμο στην Ουκρανία και τον σινοαμερικανικό ανταγωνισμό. Ακόμα θα βρει την Ταϊβάν και τη Βόρεια Κορέα, τις πληθωριστικές πιέσεις και τις απειλές κυβερνοεπιθέσεων, τις τιμές της ενέργειας που ανεβαίνουν, το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης και τις μεταναστευτικές πιέσεις στα σύνορα ΗΠΑ-Μεξικού.
Αυτό που απουσίαζε πλήρως από όλες εκείνες τις αναλύσεις ήταν το Παλαιστινιακό, ενώ από ανύπαρκτες έως «αδύναμες» ήταν και οι όποιες αναφορές στην Αφρική.
Αυτό που επίσης έλειπε από εκείνες τις εκτιμήσεις ήταν το ενδεχόμενο μιας ενδορωσικής ρήξης στον άξονα Κρεμλίνου – Wagner και Πούτιν – Πριγκόζιν.
Δώδεκα μήνες μετά, καθώς το 2023 ετοιμάζεται πια να δώσει τη θέση του στο 2024, η καρδιά της διεθνούς ανησυχίας χτυπά στον άξονα Γάζας – Υεμένης, μεταξύ Χαμάς και Χούθι, με την Ερυθρά Θάλασσα να έχει πάρει τη θέση που είχε προ 12μήνου η Μαύρη Θάλασσα στις προθήκες της διεθνούς ειδησεογραφίας και το Σουδάν να συνεχίζει να «γεννά» νεκρούς, εκτοπισμένους και δονήσεις αστάθειας. Οσο για τον Γεβγκένι Πριγκόζιν, τον πάλαι ποτέ «σεφ του Πούτιν» και άλλοτε αδιαφιλονίκητο ηγέτη των μισθοφόρων της παγκοσμίως δραστήριας Wagner, σκοτώθηκε σε αεροπορικό «δυστύχημα» όχι εκτός των ρωσικών συνόρων αλλά εντός έδρας, έχοντας προηγουμένως στοχοποιηθεί από την ηγεσία του Κρεμλίνου ως «προδότης», «στασιαστής» και «εχθρός του Ρώσου προέδρου».
Ο εν εξελίξει πόλεμος στη Γάζα είναι πια, μαζί με τις πολύνεκρες επιθέσεις που εξαπέλυσε η Χαμάς κατά των Ισραηλινών στις 7 Οκτωβρίου, το μεγάλο γεγονός της χρονιάς που φεύγει, μια εξέλιξη την οποία δεν είχε όμως προβλέψει κανείς.
Ο εν λόγω πόλεμος, που ήδη μετρά δεκάδες χιλιάδες νεκρούς έπειτα από δυόμισι μήνες συγκρούσεων, έχει όμως παράλληλα πια και μια σειρά από παράπλευρες επιπτώσεις τις οποίες επίσης δεν είχε προβλέψει κανείς, για παράδειγμα στην Υεμένη για την οποία ωστόσο το 2022 ήταν έτος εκεχειριών και ειρηνευτικών συνομιλιών…
Το 2023 ήταν, κατά τα λοιπά, η χρονιά κατά την οποία «ο γεωπολιτικός ανταγωνισμός επέστρεψε στην Αφρική», σύμφωνα με το περιοδικό Foreign Policy.
Το έτος που φεύγει χαρακτηρίστηκε από τον πολύνεκρο πόλεμο στο Σουδάν που εξακολουθεί να μαίνεται έπειτα από οκτώμισι μήνες συγκρούσεων, τα επιτυχημένα πραξικοπήματα (σε Νίγηρα, Γκαμπόν), τα αποτυχημένα πραξικοπήματα (σε Σιέρα Λεόνα, Γουινέα Μπισάου) και το τέλος της καλούμενης «Françafrique», η οποία είχε ωστόσο αρχίσει να τελειώνει ήδη από παλαιότερα με τον τερματισμό των γαλλικών στρατιωτικών επιχειρήσεων Barkhane (2014-2022) και Serval (2013-2014).
Το 2023 «ήταν, για την Αφρική, μια χρονιά γεμάτη υψηλού ρίσκου γεωπολιτικά δράματα και οικονομικές κρίσεις», σημειώνει σε δική του ανάλυση το δίκτυο Al Jazeera.
Ο πόλεμος που ξέσπασε τον περασμένο Απρίλιο στο Σουδάν, ανάμεσα στις επίσημες ένοπλες δυνάμεις (SAF) του Αμπντέλ Φατάχ αλ Μπουρχάν από τη μία πλευρά και τις παραστρατιωτικές Δυνάμεις Ταχείας Επέμβασης ή Υποστήριξης (RSF) του Μοχάμεντ Χαμντάν Νταγκαλό ή Χεμέτι από την άλλη, παραμένει ανοιχτός ως πληγή σχεδόν εννέα μήνες μετά, έχοντας προκαλέσει περισσότερους από 10.000 θανάτους και τον εκτοπισμό εκατομμυρίων. Σημαντική σημείωση υπ′ αριθμόν ένα: το Σουδάν είναι η τρίτη μεγαλύτερη σε έκταση χώρα της Αφρικής, μια χώρα που έχει ακτές στην Ερυθρά Θάλασσα και κοινά σύνορα με την Αίγυπτο και τη Λιβύη. Σημαντική σημείωση υπ′ αριθμόν δύο: οι Σαουδάραβες φέρεται να στηρίζουν τον Νταγκαλό και οι Εμιρατινοί τον Χεμέτι, προσδίδοντας στην εν λόγω σύρραξη διαστάσεις περιφερειακού ανταγωνισμού και πολέμου διά αντιπροσώπων.
Πολύνεκρες συγκρούσεις σημειώθηκαν, ωστόσο, τους περασμένους μήνες και σε άλλα «γνώριμα» μέτωπα της Αφρικής, από το πολύπαθο Τιγκράι της βόρειας Αιθιοπίας έως τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό όπου εκτοπίστηκαν εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι μόνο τους τελευταίους μήνες.
Στον αντίποδα, η κατάσταση γύρω από την Ταϊβάν παρέμεινε «ελεγχόμενη» τη χρονιά που πέρασε παρά τις δεδομένες εντάσεις, διαψεύδοντας τις Κασσάνδρες.
Ουάσιγκτον και Πεκίνο έφθασαν μάλιστα στο σημείο πρόσφατα να επιχειρήσουν ένα νέο ξεκίνημα, με στόχο την καλύτερη δυνατή διαχείριση των μεταξύ τους διαφωνιών. Προχώρησαν έτσι στην αποκατάσταση ακριβώς εκείνων των διαύλων που είχαν διακοπεί έπειτα από την επίσκεψη της Πελόζι…