Ενα απροσδόκητο διπλωματικό επεισόδιο βρίσκεται σε εξέλιξη μεταξύ της Κύπρου και της Παλαιστινιακής Αρχής, με αφορμή την πρωτοβουλία της Λευκωσίας να εφαρμοστεί ο πολυσυζητημένος ανθρωπιστικός διάδρομος προς τον άμαχο πληθυσμό της Λωρίδας της Γάζας, με το λιμάνι της Λάρνακας να αποκτά κομβικό ρόλο. Συγκεκριμένα, στις 4.1.2024 ο Παλαιστίνιος πρωθυπουργός Μοχάμαντ Ιστάγιε, ολοκληρώνοντας την εβδομαδιαία τακτική συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου, τάχθηκε ξεκάθαρα εναντίον της κυπριακής πρωτοβουλίας, εκφράζοντας την υποψία ότι τα πλοία που θα αναχωρούν από την Κύπρο μεταφέροντας ανθρωπιστική βοήθεια, επιστρέφοντας από τη Γάζα θα μετατρέπονται σε «πλοία εξορίας», ξεριζώνοντας τους Παλαιστινίους της Γάζας από τις εστίες τους. Εμμέσως πλην σαφώς κατηγόρησε την κυπριακή πλευρά ότι δεν εγγυάται πως μπορεί να αποκλεισθεί ένα τέτοιο ανεπιθύμητο ενδεχόμενο.
Οι ανησυχίες του Παλαιστινίου πρωθυπουργού, που ταχύτατα αναμεταδόθηκαν από το τουρκικό πρακτορείο Anadolu, δεν προέκυψαν από το πουθενά. Σε πρόσφατες δηλώσεις τους οι ακροδεξιές εθνοθρησκευτικές φωνές της ισραηλινής κυβέρνησης, με επικεφαλής τους υπουργούς Ιταμάρ Μπεν-Γκβιρ και Μπετσαλέλ Σμότριτς, προωθούν την ιδέα μιας «εθελουσίας αποχώρησης» των Παλαιστινίων από τη μεταπολεμική Γάζα. Προτού ακόμη αρχίσουν οι χερσαίες επιχειρήσεις, Αίγυπτος, Ιορδανία, ΗΠΑ και ΟΗΕ απέρριψαν ξεκάθαρα κάθε σκέψη μιας (έστω προσωρινής) εκκένωσης της Γάζας από τον πληθυσμό της. Οι ιδέες αυτές έχουν εγκαταλειφθεί και όλα δείχνουν ότι ήδη συζητούνται οι πρακτικές λεπτομέρειες για σύσταση πολυεθνικής δύναμης και τοπικών παλαιστινιακών πολιτοφυλακών, που θα διακυβερνήσουν από κοινού τη μεταπολεμική Γάζα. Ομως, μια άλλη αλήθεια είναι ότι οι Μπεν-Γκβιρ και Σμότριτς, οι οποίοι παρά τις διαμαρτυρίες τους τελικά αποκλείστηκαν από το «μικρό ΚΥΣΕΑ» που διαχειρίζεται τον πόλεμο, με πομπώδεις μεγαλοϊδεατικές δηλώσεις τους πασχίζουν για την πολιτική τους επιβίωση. Αμφότεροι γνωρίζουν ότι έχουν μερίδιο ευθύνης για την καταστροφή της 7ης Οκτωβρίου λόγω πολύ συγκεκριμένων άστοχων θεσμικών και επιχειρησιακών αποφάσεών τους στα υπουργεία Εθνικής Ασφαλείας και Αμυνας, αντίστοιχα. Οι δηλώσεις εσωτερικής κατανάλωσης των Μπεν-Γκβιρ και Σμότριτς περί «εβραϊκού επανεποικισμού» της Γάζας έχουν απορριφθεί προ πολλού, άμεσα και ομόφωνα από τους Νετανιάχου, Γκάλαντ και Γκαντς. Και η Παλαιστινιακή Αρχή, ως καλή γνώστης των ενδοϊσραηλινών ισορροπιών, γνωρίζει να διαχωρίζει όσα βασίμως διακηρύσσονται από όσα απλώς εκστομίζονται. Ενδιαφέρουσα είναι η επισήμανση του Παλαιστινίου πρωθυπουργού, καθιστώντας ξεκάθαρο ότι δεν θα προτιμούσε τη Λάρνακα να αποτελέσει κομβικό σημείο του θαλασσίου διαδρόμου, «εάν και εφόσον αυτός τεθεί σε εφαρμογή». Διευκρίνισε μάλιστα ότι «η ανθρωπιστική βοήθεια μπορεί να σταλεί μέσω άλλων λιμανιών, κοντινών προς τη Γάζα», επαναφέροντας την ιδέα της σύστασης πλωτής αποβάθρας ελλιμενισμού.
Η γεωγραφία είναι αμείλικτη και τα εναπομείναντα κοντινότερα λιμάνια στη Γάζα είναι είτε το αιγυπτιακό Ελ-Αρίς είτε το ισραηλινό Ασντόντ. Σύμφωνα μ’ αυτά τα δεδομένα και εφόσον αποκλειστεί η λύση της Λάρνακας, το μόνο «κοντινότερο λιμάνι στη Γάζα» που απομένει στον χάρτη είναι το εξής ένα: Το παράνομο λιμάνι της Αμμοχώστου, που τελεί υπό τον έλεγχο της κατοχικής Τουρκίας και της «ΤΔΒΚ» – και το οποίο, όλως συμπτωματικά, είχε περιληφθεί στο δρομολόγιο του στολίσκου του Mavi Marmara τον Μάιο του 2010. Θα ήταν ποτέ δυνατόν, υπό τις παρούσες συγκυρίες, να υπονοείται ένα τέτοιο ενδεχόμενο – και μάλιστα από τον Παλαιστίνιο πρωθυπουργό;
Ας το πούμε ξεκάθαρα. Η κυπριακή πρωτοβουλία δεν επινοήθηκε αβίαστα. Πέραν των ευρωπαϊκών αξιών, η Λευκωσία έσπευσε να προσφέρει τις καλές της υπηρεσίες για να μη δοθεί η ευκαιρία στην κατοχική Τουρκία να νομιμοποιήσει «διά της ανθρωπιστικής οδού» τα παράνομα κατοχικά της τετελεσμένα. Πέραν αυτού, όμως, η αυτοαποκαλούμενη «ΤΔΒΚ», εκτός του ότι αποτελεί αποτέλεσμα εισβολής και κατοχής, από της ανακοίνωσης της «συστάσεώς» της το 1983, αποτελεί μια οντότητα αποσχιστική, επιδιώκοντας να υποσκάψει τη διεθνή νομιμοποίηση της Κυπριακής Δημοκρατίας, του μοναδικού νόμιμου κράτους που υπάρχει στο νησί. Η ίδια ακριβώς αναλογία μεταξύ της νόμιμης και διεθνούς αναγνωρισμένης Κυπριακής Δημοκρατίας έναντι της παράνομης «ΤΔΒΚ» ισχύει και στην περίπτωση του πλέγματος των σχέσεων μεταξύ της νόμιμης και διεθνώς αναγνωρισμένης κυβέρνησης της Παλαιστινιακής Αρχής που εδρεύει στη Ραμάλα, έναντι της αποσχιστικής διοικητικής οντότητας που συνέστησε στη Γάζα η οργάνωση Χαμάς από το 2007 μέχρι σήμερα.
Αυτή η τόσο βασική αναλογία οφείλει να γίνει απόλυτα κατανοητή σε Ραμάλα και Λευκωσία και να εμπεδωθεί σε πολιτικό και επικοινωνιακό επίπεδο. Δεν υπάρχει καταλληλότερη ευκαιρία από τον ξαφνικό διάλογο, που ανέδειξαν οι εξαιρετικά ενδιαφέρουσες πρόσφατες δηλώσεις του κ. Ιστάγιε. Αυτή η ιστορική και πολιτική αναλογία θα πρέπει να αποτελέσει την ακίνητη πυξίδα των κυπροπαλαιστινιακών σχέσεων κατά την παρούσα συγκυρία. Περιθώρια συνεννόησης υπάρχουν. Διαφορετικά, το παλαιστινιακό υπουργικό συμβούλιο της 4ης.1.2024 δεν θα αποφάσιζε τη μετάβαση στη Λευκωσία του υπουργού Εξωτερικών, Ριάντ αλ-Μάλκι, προκειμένου να διαπιστώσει τη γνησιότητα των κυπριακών προθέσεων.
* Ο κ. Γαβριήλ Χαρίτος διδάσκει Ιστορία των Πολιτικών Σχέσεων Ελλάδας – Ισραήλ – Κύπρου στο Πανεπιστήμιο Μπεν Γκουριόν και το Πάντειο Πανεπιστήμιο. Είναι ερευνητής του ΕΛΙΑΜΕΠ.