Καθώς η παγκόσμια εμπορική ναυτιλία εξακολουθεί να παραμένει «όμηρος» των Χούθι στην Ερυθρά Θάλασσα, η ευρύτερη κρίση συνιστά μια νέα πρόκληση στις ηγεμονικές φιλοδοξίες της Κίνας που αυτοπροβάλλεται ως η νέα δύναμη συμφιλίωσης στη Μέση Ανατολή.
Μέχρι στιγμής, σύμφωνα με ανάλυση του CNN, η ανταπόκριση της Κίνας στην κρίση της Ερυθράς Θάλασσας έχει περιοριστεί σε εκκλήσεις για τον τερματισμό των επιθέσεων εναντίον πλοίων και σε κριτική, αν και συγκεκαλυμμένη, των στρατιωτικών επιχειρήσεων υπό την ηγεσία των ΗΠΑ κατά των Χούθι – στάση η οποία, σύμφωνα με αναλυτές, απέχει κατά πολύ από τον ρόλο που ευαγγελιζόταν το Πεκίνο.
«Η επιφυλακτική ή διστακτική απάντηση της Κίνας ρίχνει βαριά σκιά στις φιλοδοξίες της να γίνει μια υπεύθυνη παγκόσμια δύναμη», σημειώνει ο Μοντερχάι Χαζίζα, λέκτορας στο Ακαδημαϊκό Κολέγιο Ashkelon στο Ισραήλ, ο οποίος ειδικεύεται στις σχέσεις της Κίνας με τη Μέση Ανατολή.
Με το Πεκίνο να μην εμφανίζεται πρόθυμο να εμπλακεί άμεσα ή πιο ενεργά στην κρίση, η Ουάσιγκτον ωθεί την Κίνα να ασκήσει πίεση προς το Ιράν –το οποίο εκπαιδεύει, χρηματοδοτεί και εξοπλίζει τους Χούθι– να περιορίσει τις επιθέσεις.
Το διακύβευμα παραμένει υψηλό για την Κίνα, τη χώρα με το μεγαλύτερο εμπόριο στον κόσμο. Οι περισσότερες κινεζικές εξαγωγές προς την Ευρώπη διέρχονται μέσω της Ερυθράς, ενώ δεκάδες εκατομμύρια τόνοι πετρελαίου και ορυκτών περνούν τη θαλάσσια αυτή οδό για να φτάσουν στα κινεζικά λιμάνια.
Η κρίση προβάλλει και ως διπλωματική πρόκληση για τον ίδιο τον Σι Τζιπίνγκ, ο οποίος τα τελευταία χρόνια, στο πλαίσιο ανάδειξης της Κίνας ως αντίπαλου δέους στη δυτική τάξη ασφάλειας όπως σημειώνει το CNN, διαλαλεί πως «η χώρα θα συμβάλει με την κινεζική σοφία στην προώθηση της ειρήνης και της ηρεμίας στη Μέση Ανατολή».
Επιδιώξεις και «πραγματικότητα»
Από την έναρξη των εχθροπραξιών στη Λωρίδα της Γάζας, τον περασμένο Οκτώβριο, η Κίνα επιδιώκει να παρουσιάζεται ως υπέρμαχος του παγκόσμιου Νότου και ως εναλλακτική λύση στην αμερικανική ισχύ, εκφράζοντας την υποστήριξή της στον παλαιστινιακό αγώνα και επικρίνοντας το Ισραήλ και τις ΗΠΑ για την ανθρωπιστική κρίση στη Γάζα.
Η διστακτικότητα του Πεκίνου να εμπλακεί στην κρίση της Ερυθράς Θάλασσας αντανακλά τις γεωπολιτικές αυτές επιδιώξεις, λένε οι αναλυτές.
«Η Κίνα δεν ενδιαφέρεται να συμμετάσχει στη δυτική συμμαχία με επικεφαλής τις ΗΠΑ. Κάτι τέτοιο θα ενίσχυε τη θέση των Ηνωμένων Πολιτειών ως περιφερειακού ηγεμόνα και αντιστοίχως θα αποδυνάμωνε τον ρόλο της Κίνας στην περιοχή» σημειώνει ο Χαζίζα.
Σύμφωνα με ανώτερο αξιωματούχο του Λευκού Οίκου, στις συνομιλίες του με τον Κινέζο υπουργό Εξωτερικών Γουάνγκ Γι στην Μπανγκόκ το Σαββατοκύριακο, ο σύμβουλος εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ, Τζέικ Σάλιβαν, προέτρεψε το Πεκίνο να χρησιμοποιήσει τη «σημαντική επιρροή του στο Ιράν» για να σταματήσει τις επιθέσεις στην Ερυθρά.
«Δεν είναι η πρώτη φορά που καλούμε την Κίνα να αναλάβει εποικοδομητικό ρόλο. Το Πεκίνο υποστηρίζει πως θέτει το ζήτημα στους Ιρανούς, και νομίζω ότι το βλέπουμε αυτό σε ορισμένες αναφορές στον Τύπο. Ωστόσο, θα περιμένουμε να δούμε τα αποτελέσματα προτού σχολιάσουμε περαιτέρω το πόσο αποτελεσματική είναι η Κίνα – ή αν όντως θέτει το ζήτημα, όπως υποστηρίζει», σημειώνει ο αξιωματούχος.
Επικαλούμενο ιρανικές πηγές, το Reuters μετέδωσε την Παρασκευή πως Κινέζοι αξιωματούχοι ζήτησαν από τους Ιρανούς ομολόγους τους σε αρκετές πρόσφατες συναντήσεις να συμβάλουν στη συγκράτηση των Χούθι, διαφορετικά θα κινδύνευαν να βλάψουν τις επιχειρηματικές σχέσεις με το Πεκίνο.
«Ουσιαστικά, η Κίνα λέει: “Αν τα συμφέροντά μας πληγούν με οποιονδήποτε τρόπο, αυτό θα επηρεάσει τις επιχειρηματικές συναλλαγές μας με την Τεχεράνη. Οπότε, πείτε στους Χούθι να περιοριστούν”» σημειώνει Ιρανός αξιωματούχος στο Reuters, συνοψίζοντας τις συνομιλίες.
Ωστόσο, το κινεζικό υπουργείο Εξωτερικών δήλωσε την περασμένη εβδομάδα ότι η Κίνα «έχει αποκλιμακώσει ενεργά την κατάσταση από την πρώτη ημέρα» και πως «βρισκόταν σε στενή επικοινωνία με διάφορα μέρη και εργάστηκε ενεργά για την άμβλυνση των εντάσεων στην Ερυθρά Θάλασσα».
Η «χάρτινη τίγρη»
Πέρυσι, το Πεκίνο μεσολάβησε για την ιστορική επαναπροσέγγιση μεταξύ Σαουδικής Αραβίας και Ιράν, δύο περιφερειακών αντιπάλων, ωστόσο, σύμφωνα με τους αναλυτές, ο τερματισμός των επιθέσεων των Χούθι αποδείχτηκε για την Κίνα μεγαλύτερη πρόκληση.
«Υπήρχε πολύ μεγάλη δυναμική αυτής της ιδέας, πως η Κίνα μετατρέπεται σε ένα σημαντικό παράγοντα διπλωματίας, πολιτικής και ασφάλειας», σημειώνει ο Τζόναθαν Φούλτον, ανώτερος μη μόνιμος συνεργάτης του Atlantic Council με έδρα το Αμπου Ντάμπι.
Ωστόσο, οι εξελίξεις από την έναρξη του πολέμου Ισραήλ – Χαμάς στη Λωρίδα της Γάζας «έδειξαν πως στην πραγματικότητα η προσέγγιση της Κίνας στην περιοχή εξακολουθεί να καθοδηγείται σε μεγάλο βαθμό από τα οικονομικά της συμφέροντα, και δεν έχει πραγματικά την προθυμία ή την ικανότητα να διαδραματίσει ακόμη πολύ σημαντικό ρόλο σε αυτούς τους άλλους τομείς», προσθέτει ο ίδιος, επισημαίνοντας πως η αδράνεια της Κίνας υπονομεύει την αξιοπιστία της έναντι των περιφερειακών παραγόντων.
«Η αντίληψη ότι είναι μια αναδυόμενη εξωπεριφερειακή δύναμη δεν ευσταθεί, αν δεν προσπαθήσει να εμπλακεί. Ο συνασπισμός υπό τις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο κάνει τη βαριά δουλειά, ενώ η Κίνα παρακολουθεί. Αυτό είναι μια κακή εικόνα. Οι περιφερειακοί ηγέτες πιθανώς βλέπουν την Κίνα ως χάρτινη τίγρη», εκτιμά.
Η Κίνα αποτελεί τον μεγαλύτερο εμπορικό εταίρο του Ιράν την τελευταία δεκαετία, αγοράζοντας το 90% του ιρανικού εξαγώγιμου πετρελαίου. Αλλά το κατά πόσο αυτό μπορεί να μεταφραστεί σε επιρροή, είναι κάτι που πιθανότατα θα καθορίσει το πολιτικό κεφάλαιο του Πεκίνου, σημειώνεται στο δημοσίευμα του CNN.
Η διακοπή της εμπορικής ναυτικής ομαλότητας στην περιοχή αποτελεί πλήγμα στην «τσέπη» όλων. Η Αίγυπτος χάνει εκατομμύρια δολάρια ημερησίως από τη μειωμένη κίνηση στη διώρυγα του Σουέζ, στο βόρειο άκρο της Ερυθράς Θάλασσας. Η Σαουδική Αραβία, η οποία βρίσκεται σε ειρηνευτικές συνομιλίες με τους Χούθι ύστερα από εννέα χρόνια πολέμου στην Υεμένη, «δεν μπορεί να κάνει κάτι άμεσα χωρίς να γίνει στόχος των Χούθι, οπότε θέλει άλλοι να κάνουν κάτι», σύμφωνα με τον Φούλτον. Από την άλλη, παρότι οι Χούθι έχουν διαμηνύσει πως δεν βρίσκονται στο στόχαστρό τους κινεζικά πλοία, τα συμφέροντα της Κίνας επίσης απειλούνται από την κρίση.
Κάπως έτσι, η Κίνα βρίσκεται στη δύσκολη θέση να πρέπει να επιτύχει μια λεπτή ισορροπία μεταξύ του Ιράν, ενός αντιαμερικανικού συμμάχου, και των χωρών του Κόλπου, αναμφισβήτητα των σημαντικότερων οικονομικών εταίρων της Κίνας στην περιοχή.
«Η πραγματικότητα είναι ότι η Κίνα έχει περιορισμένη επιρροή στη συμπεριφορά του Ιράν», δηλώνει ο Γουίλιαμ Φιγκουερόα, επίκουρος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Κρόνινγκεν στην Ολλανδία.
«Οι κινεζικές επενδύσεις στο Ιράν είναι σχετικά χαμηλές και η πλήρης διακοπή του εμπορίου πετρελαίου, πολιτικά και υλικοτεχνικά, θα ήταν μια περίπλοκη διαδικασία. Αυτό δεν σημαίνει ότι η Κίνα δεν μπορεί ή δεν θα ακυρώσει τελικά κάποια συμφωνία με το Ιράν ή δεν θα μειώσει τις εισαγωγές πετρελαίου για να τιμωρήσει την Τεχεράνη. Σημαίνει απλώς πως, όσο τα κινεζικά πλοία δεν στοχοποιούνται, κάτι τέτοιο είναι απίθανο» διευκρινίζει ο ίδιος.
Η κλιμάκωση της κρίσης στη Μέση Ανατολή εγείρει ερωτήματα και για την αποτελεσματικότητα της Παγκόσμιας Πρωτοβουλίας Ασφάλειας (GSI) του Σι Τζινπίνγκ, την οποία το Πεκίνο προωθεί ως «την κινεζική λύση και σοφία στην επίλυση προκλήσεων ασφαλείας».
Η πρωτοβουλία, η οποία ξεκίνησε από τον Σι το 2022, βασίζεται σε ένα σύνολο ευρέων αρχών της κινεζικής εξωτερικής πολιτικής, συμπεριλαμβανομένης της «επίλυσης των συγκρούσεων μέσω της ανάπτυξης και της εξάλειψης του γενεσιουργού αιτίου ανασφάλειας».
«Η GSI είναι καθοδηγούμενη από κανόνες. Πρόκειται για μία ιδέα πως οι οικονομικές λύσεις για την ανασφάλεια θα μεταβάλουν αυτά τα προβλήματα», σχολιάζει ο Φούλτον.
Τον Αύγουστο, ο επικεφαλής της κινεζικής διπλωματίας δήλωσε πως «κύμα συμφιλίωσης» σαρώνει τη Μέση Ανατολή με τη συμβολή της Κίνας. Ωστόσο, το αφήγημα αυτό κατέρρευσε με κρότο λίγες εβδομάδες αργότερα, με την πρωτοφανούς έντασης επίθεση της Χαμάς στο νότιο Ισραήλ, που βύθισε την περιοχή σε ένα νέο κύκλο βίας και τη διαρκή απειλή της περιφερειακής διάχυσης.
«Βλέπετε τι συνέβη από τότε, όταν υπάρχουν πραγματικές υλικές απειλές για την ασφάλεια, με τη μορφή της τρομοκρατίας και των επιθέσεων στην παγκόσμια ναυτιλία, τα κανονιστικά πράγματα δεν μετράνε πια. Χρειάζονται πραγματικές, σκληρές λύσεις ασφάλειας», καταλήγει ο Φούλτον.
Πηγή: CNN