Το βράδυ της 15ης Απριλίου 2023, το βραδινό δελτίο ειδήσεων της κρατικής σουδανικής τηλεόρασης διακόπηκε απότομα. Πυροβολισμοί ακούστηκαν στο στούντιο, η φράση του εκφωνητή δεν ολοκληρώθηκε, οι αναμεταδότες νέκρωσαν και κάπως έτσι άρχισε ακόμη ένας γύρος αιματηρής αναμέτρησης στο Σουδάν. Δέκα μήνες αργότερα, το βράδυ του περασμένου Σαββάτου, σφοδρές μάχες σημειώνονταν ξανά στον περίβολο του κτιρίου της κρατικής τηλεόρασης, οδηγώντας στο συμπέρασμα πως, παρότι ο τακτικός στρατός του Αμπντέλ Φατάχ αλ Μπουρχάν δείχνει να ελέγχει το μεγαλύτερο τμήμα της χώρας, οι ανταρτικές Δυνάμεις Ταχείας Υποστήριξης του Μοχάμαντ Χαμντάν Ντάγκλο δεν είπαν την τελευταία τους λέξη.
Το Σουδάν ανέκαθεν διάγει μακρές περιόδους αστάθειας. Ωστόσο, όταν με αφορμή τον πόλεμο στη Γάζα οι φιλοϊρανοί αντάρτες Χούθι αποφάσισαν να διεθνοποιήσουν τον εμφύλιο της Υεμένης, κλείνοντας τα στενά του Μπαμπ αλ Μάνταμπ, η συμπεριφορά των κρατών που βρέχονται από την Ερυθρά Θάλασσα απέκτησε πρόσθετο ενδιαφέρον – και το Σουδάν ανήκει σε αυτήν την κατηγορία. Αρκεί μια γρήγορη ματιά στον χάρτη για να καταδειχθεί η ίση απόσταση ανάμεσα στις σουδανικές ακτές με τη «θερμή ζώνη» στα ανοικτά του Αντεν αφενός και αφετέρου με τη διώρυγα του Σουέζ και το ισραηλινό θέρετρο Εϊλάτ – μόνιμος στόχος των ιρανικών πυραύλων που εκτοξεύονται από την Υεμένη. Εάν η παρούσα σουδανική αστάθεια προστεθεί στο εύφλεκτο σκηνικό της Ερυθράς Θάλασσας, οι επιπτώσεις θα είναι απρόβλεπτες.
Πέρα από τις αέναες προσωποπαγείς αντιπαραθέσεις, ο προσανατολισμός της σουδανικής εξωτερικής πολιτικής καθόρισε τη μοίρα της χώρας. Με την επικράτηση της Ισλαμικής Επανάστασης στο Ιράν, το Σουδάν επέλεξε να προσδεθεί οικονομικά και στρατηγικά στην Τεχεράνη. Αποδείχθηκε επιλογή μοιραία, όταν, με τον απόηχο της 11ης Σεπτεμβρίου, η Δύση κατέταξε το Σουδάν, μαζί με το Ιράν και τη Συρία, στον λεγόμενο «Αξονα του Κακού», που υποστηρίζει τη διεθνή ισλαμική τρομοκρατία. Παράλληλα, το Ισραήλ φέρεται να βομβάρδισε στρατιωτικές αποθήκες και εργοστάσια στα περίχωρα του Χαρτούμ το 2009 και το 2012, προκειμένου να διακοπεί ο στρατιωτικός ανεφοδιασμός ιρανικής προέλευσης που προοριζόταν για τη Χαμάς. Στο μεταξύ, οι διεθνείς πιστώσεις διακόπηκαν, η οικονομία κατέρρευσε, τα εγκλήματα στο Νταρφούρ επιβεβαίωναν την αρνητική εικόνα της χώρας στο εξωτερικό. Το Σουδάν τιμωρήθηκε για τις ατυχείς επιλογές του, πληρώνοντας με τον οριστικό διαμελισμό του, όταν στις 11/7/2011 το φιλοδυτικό (και φιλοϊσραηλινό) χριστιανικό Νότιο Σουδάν ανεξαρτητοποιήθηκε. Εκτοτε η σουδανική πολιτική ηγεσία συνειδητοποίησε ότι τα περιθώρια λανθασμένων επιλογών στενεύουν και αναζητούσε την κατάλληλη συγκυρία που θα έδινε ένα τέλος στη διεθνή απομόνωσή της. Η χρυσή ευκαιρία έφτασε στα τέλη Μαρτίου του 2015, όταν η Σαουδική Αραβία αποφάσισε να πατάξει τους φιλοϊρανούς Χούθι της Υεμένης και κάλεσε τις χώρες της περιοχής σε «συστράτευση κατά της τρομοκρατίας». Το Σουδάν άλλαξε στρατόπεδο και ο τότε πρόεδρος Ομάρ αλ Μπασίρ άρχισε να απομακρύνεται από την ιρανική επιρροή. Με το τέλος της διακυβέρνησής του το 2019, η κυβέρνηση εθνικής ενότητας υπό τον τωρινό ισχυρό άνδρα της χώρας, στρατηγό Αμπντέλ Φατάχ αλ Μπουρχάν, με τη συμμετοχή προσωπικοτήτων της πολιτικής και του στρατού, αποφάσισε ότι η πορεία του Σουδάν προς τη Δύση είναι μονόδρομος.
Οι Συμφωνίες του Αβραάμ και η εξομάλυνση των σχέσεων με το Ισραήλ εξελήφθησαν στο Σουδάν ως ένα αποφασιστικό βήμα προς αυτήν την κατεύθυνση. Η συνάντηση του Νετανιάχου με τον Μπουρχάν στο Εντεμπε στις 3 Φεβρουαρίου 2020 δεν ήταν συμπτωματική. Τον Σεπτέμβριο της επόμενης χρονιάς, η κυβέρνηση Μπουρχάν έκλεισε μια αλυσίδα ανταλλακτηρίων συναλλάγματος, ένα πολυτελές ξενοδοχείο και έναν ιδιωτικό τηλεοπτικό σταθμό στο Χαρτούμ, που εμπλέκονταν σε κύκλωμα ξεπλύματος «μαύρου» χρήματος ιρανικής προέλευσης και διοχέτευε μετρητά σε τραπεζικούς λογαριασμούς της οργάνωσης Χαμάς. Λίγο προτού λήξει η θητεία Τραμπ, η εξομάλυνση των σχέσεων Σουδάν – Ισραήλ εθεωρείτο θέμα χρόνου. Ουδείς σήμερα γνωρίζει πώς θα διαμορφωνόταν η κατάσταση εάν ο πρόεδρος Μπάιντεν θα συνέχιζε την τακτική των οικονομικών κινήτρων του προκατόχου του ή εάν οι Ισραηλινοί δεν θα υπάκουαν στις εντολές των Δημοκρατικών να μην ενισχύσουν στρατιωτικά μία από τις δύο αντίπαλες στρατιωτικές φατρίες – του Μπουρχάν ή του Ντάγκλο. Θα επρόκειτο για μια επιλογή δύσκολη, αφού αμφότερες τάσσονταν υπέρ της δυτικής προοπτικής της χώρας και αποδέχονται να εξομαλυνθούν οι σχέσεις με το Ισραήλ. Μοναδική τους διαφορά παραμένει ποιος τελικά θα καρπωθεί τις δυτικές οικονομικές ενισχύσεις.
Πρόσφατα, παρατηρείται μια ενδιαφέρουσα κινητικότητα εκ μέρους του στρατηγού Μπουρχάν, ο οποίος συνεχίζει να ελέγχει τη σουδανική διπλωματική υπηρεσία. Στις 20/1, το Σουδάν ανέστειλε επεισοδιακά τη συμμετοχή του στον περιφερειακό οργανισμό IGAD, ζητώντας από τις υπόλοιπες (φιλοδυτικές) χώρες-μέλη (Κένυα, Σομαλία, Αιθιοπία, Ουγκάντα, Νότιο Σουδάν, Τζιμπουτί) να μην αναμειγνύονται στις σουδανικές υποθέσεις. Οκτώ ημέρες αργότερα, ο Μπουρχάν μετέβη στην Αλγερία, ζητώντας από τον πρόεδρο Τεμπούν να αναλάβει μεσολαβητικό ρόλο – αίτημα που παραμένει μετέωρο. Τέλος, στις 5 Φεβρουαρίου, εντυπωσίασε η απόφαση του Μπουρχάν να επισκεφθεί την Τεχεράνη, θέλοντας προφανώς να αποστείλει ένα ηχηρό μήνυμα κυρίως προς τη διακυβέρνηση Μπάιντεν να δείξει ενδιαφέρον στις σουδανικές υποθέσεις προτού η χώρα αναγκαστεί να επιστρέψει στην πρόθυμη ιρανική αγκαλιά. Ενας φιλοϊρανικός υποτροπιασμός του Σουδάν οφείλει να προβληματίσει τις ΗΠΑ και τις χώρες που δηλώνουν παρούσες στην Ερυθρά Θάλασσα, με το θερμόμετρο της περιφερειακής έντασης να ανεβαίνει επικίνδυνα.
* Ο κ. Γαβριήλ Χαρίτος διδάσκει Ιστορία των Πολιτικών Σχέσεων Ελλάδας – Ισραήλ – Κύπρου στο Πανεπιστήμιο Μπεν – Γκουριόν και στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Είναι ερευνητής του ΕΛΙΑΜΕΠ.