Σε δηλώσεις που έκανε την περασμένη εβδομάδα, ο υποψήφιος για την προεδρία των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ όχι μόνο προειδοποίησε ότι δεν θα προστατεύσει από επίθεση τα κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ που δεν έχουν τις αμυντικές τους δαπάνες στο 2% του ΑΕΠ, αλλά τόνισε επίσης ότι θα ενθαρρύνει τη Ρωσία να κάνει «ό,τι θέλει» σε αυτές τις χώρες.
Με αφορμή τις δηλώσεις αυτές έχει ξεκινήσει μια μεγάλη συζήτηση σχετικά με την πορεία που θα ακολουθήσει η στρατιωτική συμμαχία στο ενδεχόμενο που ο Τραμπ εκλεγεί πρόεδρος των ΗΠΑ. Ο ίδιος έχει επικρίνει στο παρελθόν τους συμμάχους ότι δαπανούν πολύ λίγα για την άμυνα, αλλά το περασμένο Σάββατο κλιμάκωσε αισθητά τη ρητορική του. Αλλοι πρόεδροι των ΗΠΑ έχουν επίσης προτρέψει τους συμμάχους στο ΝΑΤΟ να ξοδέψουν περισσότερα, ακολουθώντας, ωστόσο, μια πιο διπλωματική προσέγγιση.
Στην ιδρυτική διακήρυξη του ΝΑΤΟ, το άρθρο 3 ορίζει ότι οι χώρες-μέλη της συμμαχίας πρέπει να καταβάλουν προσπάθειες για την ανάπτυξη των αμυντικών τους δυνατοτήτων. Αν και το άρθρο 3 δεν αναφέρει ότι οι χώρες πρέπει να δαπανούν τουλάχιστον το 2% του ΑΕΠ τους για την άμυνα, τα κράτη-μέλη δεσμεύτηκαν, σύμφωνα με το Reuters, σε σύνοδο κορυφής στην Ουαλία το 2014 να κινηθούν προς αυτό το ποσοστό εντός μιας δεκαετίας.
Επί του παρόντος, στην Ευρώπη αρκετά μέλη του ΝΑΤΟ εξακολουθούν να μη φτάνουν τον στόχο του 2%. Σε χάρτη του Politico είναι εμφανές ότι χώρες που βρίσκονται γεωγραφικά πιο κοντά στη Ρωσία τείνουν να φτάσουν ή και να ξεπεράσουν τον στόχο ενώ άλλες στη δυτική και κεντρική Ευρώπη, βρίσκονται μακριά από αυτόν, ορισμένες, μάλιστα, αρκετά μακριά. Η Ελλάδα αποτελεί «εξαίρεση» καθώς ξεπερνά κατά πολύ το 2% του ΑΕΠ σε αμυντικές δαπάνες χωρίς να έχει γεωγραφική εγγύτητα με τη Ρωσία.
Μια σύγκριση των αμυντικών δαπανών των μελών του ΝΑΤΟ το 2014 με τις εκτιμώμενες δαπάνες τους το 2023 δείχνει ότι σχεδόν όλες οι χώρες έχουν αυξήσει τον προϋπολογισμό τους στην άμυνα. Ωστόσο, οι περισσότερες συνεχίζουν να βρίσκονται μακριά από τη δέσμευση για το 2%.
Η Πολωνία, που έχει σύνορα με τη Ρωσία, την Ουκρανία και τη Λευκορωσία (σύμμαχο της Μόσχας), κατέγραψε το μεγαλύτερο άλμα δαπανών οι οποίες εκτινάχθηκαν από το 1,9% του ΑΕΠ το 2014 στο 3,9% πέρυσι. Στο πλαίσιο αυτό, η Πολωνία αποτελεί πλέον τη χώρα με τις υψηλότερες δαπάνες συγκριτικά με το ΑΕΠ της, μεταξύ των 31 χωρών του ΝΑΤΟ.
Τη λίστα ακολουθούν οι Ηνωμένες Πολιτείες με 3,5%, στα ίδια περίπου επίπεδα με τις αμυντικές δαπάνες του 2014, ως ποσοστό επί του ΑΕΠ. Η Ελλάδα έρχεται τρίτη με 3% από το 2,2% το 2014. Ακολουθούν Εσθονία, Λιθουανία, Φινλανδία, Ρουμανία, Ουγγαρία, Λετονία, Ηνωμένο Βασίλειο και Σλοβακία. Αυτές οι χώρες είναι οι μόνες που έχουν φτάσει τον στόχο του 2%.
Πολλές από τις χώρες-μέλη που βρίσκονται κάτω από το 2%, απέχουν ακόμα πολύ από τον στόχο. Ενδεικτικά, η Ιταλία βρίσκεται στο 1,5%, ο Καναδάς στο 1,4%, η Σλοβενία στο 1,3%, η Τουρκία στο 1,3%, η Ισπανία στο 1,3%, το Βέλγιο στο 1,1% και στην τελευταία θέση το Λουξεμβούργο που διαθέτει το 0,7% του ΑΕΠ του για την άμυνα.
Νατοϊκές οι μισές αμυντικές δαπάνες του πλανήτη
Στο μεταξύ, σε χθεσινή έκθεση του Διεθνούς Ινστιτούτου Στρατηγικών Μελετών (IISS) αναφέρεται ότι η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία συνέβαλε στην αύξηση των παγκόσμιων αμυντικών δαπανών κατά 9%, φτάνοντας το ρεκόρ των 2,2 τρισεκατομμυρίων δολαρίων. Τα κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ αντιπροσωπεύουν το ήμισυ του συνόλου αυτών των δαπανών, σημειώνει το Ινστιτούτο.
Σύμφωνα με την έκθεση «Στρατιωτικής ισορροπίας» του Ινστιτούτου για το 2024, οι αμυντικοί προϋπολογισμοί της Κίνας, της Ρωσίας, της Ινδίας και των χωρών του ΝΑΤΟ ξεπερνούν πλέον το 70% των παγκόσμιων στρατιωτικών δαπανών.
«Η επιθετικότητα της Ρωσίας ώθησε τις ευρωπαϊκές χώρες να αυξήσουν τις αμυντικές δαπάνες και ενίσχυσε το ΝΑΤΟ, με τη Φινλανδία να προσθέτει στην πολεμική ισχύ. Ο ρυθμός των δαπανών για πυρομαχικά στον πόλεμο μεταξύ της Ρωσίας και της Ουκρανίας έχει επίσης προκαλέσει στη Δύση την εκτίμηση ότι οι παραγωγικές ικανότητες έχουν ατροφήσει. Τα κράτη [της Δύσης] προσπαθούν να διορθώσουν τις ελλείψεις από τα χρόνια της υποεπένδυσης», σημειώνει το Διεθνές Ινστιτούτο Στρατηγικών Μελετών, με έδρα την Βρετανία.
Οι ΗΠΑ και τα ευρωπαϊκά κράτη έχουν αντικαταστήσει αυτά της Μέσης Ανατολής και της Ασίας ως βασικοί μοχλοί της αύξησης των παγκόσμιων στρατιωτικών δαπανών, σύμφωνα με τη Φενέλα ΜακΓκέρτι, συνεργάτιδα του IISS. Ο πόλεμος στην Ουκρανία θα συνεχίσει να αποτελεί σημαντικό παράγοντα για τους αμυντικούς προϋπολογισμούς σε παγκόσμιο επίπεδο, πρόσθεσε η ίδια.