Επιμέλεια: Δημήτρης Αθηνάκης
Ακούστε το άρθρο
Το μήνυμα ήταν σαφές από το 2020: ουδείς ακτιβιστής εναντίον του κινεζικού καθεστώτος θα μένει ατιμώρητος. Εναν χρόνο πριν, το 2019, είχε αρχίσει να πυροδοτείται το μαζικό δημοκρατικό κίνημα στο Χονγκ Κονγκ, συνιστώντας τη μεγαλύτερη πρόκληση για τις κινεζικές Αρχές από το 1989, με τις διαδηλώσεις της Πλατείας Τιενανμέν. Οι συμμετέχοντες έμοιαζαν αποφασισμένοι να οδηγήσουν την κινεζική επαρχία στη δημοκρατία και την ελευθερία από το Πεκίνο. Δεν τα κατάφεραν. Δικαστήριο του Χονγκ Κονγκ, η δικαιοδοσία του οποίου παραδόθηκε από τη Βρετανία στην Κίνα το 1997, έκρινε τους κατηγορουμένους ενόχους για απόπειρα ανατροπής του πολιτεύματος.
Με την ανακοίνωση της απόφασης του δικαστηρίου, ξέσπασαν νέες διαμαρτυρίες από κινήματα και πολίτες υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που δεν σταμάτησαν, έτσι κι αλλιώς, να διαδηλώνουν υπέρ των κατηγορουμένων καθ’ όλο το διάστημα των συλλήψεων και της δίκης, διάστημα που κράτησε περίπου 1.000 ημέρες. Οι κατηγορίες εναντίον των ακτιβιστών του Χονγκ Κονγκ στοιχειοθετήθηκαν όταν είχαν οργανώσει προκριματικές εκλογές για την ανάδειξη υποψηφίων χωρίς την έγκριση του Πεκίνου, στις 11 και 12 Ιουλίου του 2020, περίπου έναν χρόνο πριν από την επίσημη διαδικασία για την εκλογή αντιπροσώπων της επαρχίας στο νομοθετικό σώμα.
Ολη την περίοδο από το 2019 κι εντεύθεν, οι Αρχές της κινεζικής επαρχίας, με την υποστήριξη του Πεκίνου, αλλά και εκείνες της Κίνας είχαν ψηφίσει νόμους που έθεταν πολλά όρια στον ακτιβισμό αλλά και στη συμμετοχή στις εκλογές. Παρά ταύτα, 47 πολίτες βοήθησαν, σύμφωνα με το κατηγορητήριο, την αντιπολίτευση να οργανώσει τις δικές της εκλογές και βρέθηκαν όλοι τους, μαζικά, υπό κράτηση.
Ηδη από τις 30 Ιουνίου του 2020, το Χονγκ Κονγκ είχε υιοθετήσει –ασαφή, όπως γράφουν οι New York Times– νόμο που απειλούσε με ισόβια οποιονδήποτε πολίτη δήλωνε ή έκανε ενέργειες υπέρ της απόσχισης της επαρχίας από την Κίνα και της ανατροπής ή υπονόμευσης του πολιτεύματος ή προέβαινε σε τρομοκρατικές πράξεις, όπως χρήση βίας και εκφοβισμού εναντίον πολιτών.
Ο νόμος του 2020 υιοθετήθηκε ως απάντηση στις διαμαρτυρίες που ξέσπασαν στο Χονγκ Κονγκ το 2019, καθιστώντας παράνομο ένα ευρύτερο φάσμα αντιπολιτευτικών πράξεων, μειώνοντας ταυτόχρονα την αυτονομία της επαρχίας, κάτι που οι Αρχές αρνούνται.
Σύμφωνα με το BBC, ο νόμος του 2020 υιοθετήθηκε, όπως είναι αυτονόητο, ως απάντηση στις διαμαρτυρίες που ξέσπασαν στο Χονγκ Κονγκ το 2019, καθιστώντας παράνομο ένα ευρύτερο φάσμα αντιπολιτευτικών πράξεων, μειώνοντας ταυτόχρονα την αυτονομία της επαρχίας. Οι Αρχές του Πεκίνου και του Χονγκ Κονγκ, λέει το βρετανικό δίκτυο, υποστήριξαν ότι ο νόμος είναι απαραίτητος για τη διατήρηση της σταθερότητας και αρνήθηκαν ότι έχει αποδυναμώσει την αυτονομία.
2019: Η κυβέρνηση του Χονγκ Κονγκ εισάγει νομοσχέδιο τροποποίησης του νόμου περί έκδοσης, πυροδοτώντας μήνες διαδηλώσεων, ορισμένες από τις οποίες ξεσπούν σε βία. Η κυβέρνηση αποσύρει το νομοσχέδιο.Ιούνιος 2020: Το Πεκίνο επιβάλλει τον Νόμο Εθνικής Ασφάλειας ως απάντηση στις διαδηλώσεις.Ιούλιος 2020: Οι διοργανωτές πραγματοποιούν ανεπίσημες προκριματικές εκλογές για να καθορίσουν τους υποψηφίους της αντιπολίτευσης. Περίπου 600.000 άνθρωποι ψηφίζουν. Η Κίνα λέει ότι αυτές οι ενέργειες είναι «παράνομες».Φεβρουάριος 2021: Οι «47» κατηγορούνται για «συνωμοσία για διάπραξη ανατροπής», για την οργάνωση και συμμετοχή στις προκριματικές εκλογές.Μάρτιος 2021: Η Κίνα λέει ότι μόνο πρόσωπα «αποδεδειγμένου πατριωτισμού» μπορούν να είναι υποψήφια για τη Νομοθετική Επιτροπή του Χονγκ Κονγκ.Φεβρουάριος 2023: Ξεκινά η μαραθώνια δίκη για τους «47». Τριάντα ένας παραδέχονται την ενοχή τους, ενώ η δίκη συνεχίζεται για τους υπόλοιπους 16.Μάρτιος 2024: Το Χονγκ Κονγκ επιβάλλει δεύτερο νόμο για την εθνική ασφάλεια, το άρθρο 23, το οποίο διευρύνει τον κατάλογο των εγκλημάτων.Μάιος 2024: Δικαστήριο καταδικάζει τους 14 από τους 16 ακτιβιστές. Θα καταδικαστούν αργότερα, μαζί με τους 31, που δήλωσαν ένοχοι.(Πηγές: The New York Times, BBC)
Στις 28 Φεβρουαρίου του 2021, οι «47» συνελήφθησαν, τέθηκαν υπό κράτηση και τους αφαιρέθηκε το δικαίωμα ψήφου. Παρά ταύτα, και πριν αλέκτορα φωνήσαι, στις 11 Μαρτίου του ίδιου έτους, το Πεκίνο σκλήρυνε τη στάση του: μόνον οι «αποδεδειγμένα πατριώτες» –δηλαδή, οι υποστηρικτές του κινεζικού καθεστώτος– έχουν δικαίωμα συμμετοχής στις εκλογές. Στις 19 Δεκεμβρίου του 2021, οι εκλογές στο Χονγκ Κονγκ διεξήχθησαν και τα αποτελέσματα ήταν τα αναμενόμενα.
Οπως γράφουν οι ΝΥΤ, οι ποινές θα μετατρέψουν ουσιαστικά την ηγεσία της αντιπολίτευσης της επαρχίας, χαρακτηριστικό τής άλλοτε ζωντανής πολιτικής σκηνής της, σε γενιά πολιτικών κρατουμένων.
Κατά τη διάρκεια του 2022, 30 εκ των 47 κατηγορουμένων παρέμειναν υπό κράτηση, ορισμένοι εξ αυτών επί τρία χρόνια προ της δίκης, η οποία ξεκίνησε τον Φεβρουάριο του 2023 και ολοκληρώθηκε, με τις αγορεύσεις κατηγόρων και υπεράσπισης, στα τέλη του προηγούμενου χρόνου. «Το γεγονός ότι συνελήφθησαν και καταδικάστηκαν και, μάλιστα, τέθηκαν υπό κράτηση για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα πριν από την ετυμηγορία καταδεικνύει μία θεμελιώδη αλλαγή στο πολιτικό περιβάλλον του Χονγκ Κονγκ: οι ελεύθερες εκλογές, ακόμα και οι κατ’ ευφημισμόν, αποτελούν παρελθόν», σύμφωνα με τον Χο-φουνγκ Χουνγκ, καθηγητή του Πανεπιστημίου Johns Hopkins, ειδικευμένο σε πολιτικά ζητήματα του αυτόνομης επαρχίας.
Στο μεταξύ, το Χονγκ Κονγκ, με την υποστήριξη του Πεκίνου, υιοθέτησε και δικό του νόμο περί κρατικής ασφάλειας. Την Πέμπτη 30 Μαΐου, το δικαστήριο ανακοίνωσε τις ποινές για τους τελευταίους 14 εξ αυτών, αθωώνοντας παράλληλα άλλους δύο, αποδεικνύοντας ότι ακόμα και η ειρηνική διαμαρτυρία δεν θα έχει επ’ ουδενί την ανοχή Πεκίνου και Χονγκ Κονγκ. Οπως γράφουν οι ΝΥΤ, οι ποινές, που αναμένεται να ανακοινωθούν τις επόμενες εβδομάδες ή μήνες, θα μετατρέψουν ουσιαστικά την ηγεσία της αντιπολίτευσης της επαρχίας, χαρακτηριστικό τής άλλοτε ζωντανής πολιτικής σκηνής της, σε γενιά πολιτικών κρατουμένων.
Εχει ενδιαφέρον το γεγονός ότι το δικαστήριο αποτελείτο από δικαστές διορισμένους από την κυβέρνηση του Χονγκ Κονγκ. Μεταξύ των καταδικασμένων, πλέον, κατηγορουμένων, βρίσκει κανείς έναν διοργανωτή των ανεπίσημων εκλογών και 13 υποψηφίους βουλευτές, που είχαν διατελέσει μέλη του νομοθετικού σώματος. Ξεχωρίζουν οι ηγέτες του αντιπολιτευτικού κινήματος: η Ελενα Ουόνγκ, πρώην βουλευτής, ο παλαίμαχος ακτιβιστής Λεούνγκ Κουόκ-χουνγκ, γνωστός και ως «Μακρυμάλλης», η δημοσιογράφος Γκουίνεθ Χο και η υπήκοος Χονγκ Κονγκ και Αυστραλίας Γκόρντον Εντζί.
Χαρακτηριστικό, πάντως, είναι το παράδειγμα της βουλευτού Κλαρίς Γιεούνγκ, που απηχεί το κατηγορητήριο εναντίον των υπολοίπων. Η ίδια, 38 ετών σήμερα, είχε θέσει υποψηφιότητα ως ανεξάρτητη στις προκριματικές εκλογές το 2020 και είχε υποστηρίξει τις δημοκρατικές αξίες, παρότι δεν ήταν συνδεδεμένη με κάποιο συγκεκριμένο πολιτικό κόμμα.
Οταν συνελήφθη το 2021, σύμφωνα με το BBC, η αστυνομία εισέβαλε στο σπίτι της, παίρνοντας επιστολές, υπολογιστές και υλικό προεκλογικής εκστρατείας. Οι δικαστές επικαλέστηκαν στοιχεία από αυτές τις πηγές για να αποφανθούν την ενοχή της για απόπειρα ανατροπής του πολιτεύματος.
Ανέφεραν, δε, ότι το υλικό έμοιαζε να συμφωνεί με το σχέδιο εναντίον της κυβέρνησης του Χονγκ Κονγκ εάν εκλεγόταν – ότι θα χρησιμοποιούσε το δικαίωμα αρνησικυρίας της ως νομοθέτη για να εκφράσει την αντίθεσή της στον νόμο περί εθνικής ασφάλειας. «Καταλήγουμε στο αδιαμφισβήτητο συμπέρασμα ότι είχε την πρόθεση να υπονομεύσει την κρατική εξουσία», λαμβάνοντας παράλληλα υπ’ όψιν ότι είχε συνυπογράψει το έγγραφο με την ονομασία «Διακήρυξη Χωρίς Μετάνοια» και είχε ευθυγραμμιστεί με το κίνημα υπέρ της δημοκρατίας.
Οι πρώτες αθωωτικές αποφάσεις που εκδόθηκαν έπειτα από δίωξη βάσει του νόμου περί εθνικής ασφαλείας του 2020 είναι εκείνες των Λόρενς Λάου Ουάι-τσουνγκ και Λι Γιούε-σαν. Ωστόσο, η νομική ομάδα του υπουργού Δικαιοσύνης είπε ότι θα ασκήσει έφεση κατά των αθωωτικών αποφάσεων.
Οι δύο κατηγορούμενοι που αθωώθηκαν είναι ο πρώην δημοτικός σύμβουλος Λόρενς Λάου Ουάι-τσουνγκ και ο πρώην κοινωνικός λειτουργός Λι Γιούε-σαν. Αποτελούν τις πρώτες αθωωτικές αποφάσεις που εκδόθηκαν έπειτα από δίωξη βάσει του νόμου περί εθνικής ασφαλείας του 2020. Ωστόσο, όπως γράφει ο Guardian, η νομική ομάδα του υπουργού Δικαιοσύνης είπε ότι θα ασκήσει έφεση κατά των αθωωτικών αποφάσεων. Οι δικαστές συμφώνησαν να παρατείνουν τους περισσότερους από τους αυστηρούς όρους εγγύησης των δύο έως την εκδίκαση της έφεσης.
Οι όροι αποφυλάκισής τους παρατάθηκαν «προκειμένου να διατηρηθεί το status quo και να αποφευχθεί πιθανή ανεπανόρθωτη βλάβη στην εθνική ασφάλεια και η έφεση να καταστεί απαράδεκτη», σύμφωνα με τη Μάγκι Γιανγκ, διευθύντρια των Δημοσίων Εισαγγελιών, που επικαλείται το BBC. Εχει οριστεί ακρόαση στις 25 Ιουνίου για να εξεταστούν τα ελαφρυντικά τους.
Σύμφωνα με την απόφαση του δικαστηρίου για τους «2», οι δικαστές ανέδειξαν το «καθαρό μητρώο» του Λου Γιούε-σαν, διαπιστώνοντας ότι «δεν είχε καμία εμπλοκή» με τις δηλώσεις της ομάδας και δεν γνώριζε τις συζητήσεις γύρω από αυτήν. Εξάλλου, όπως λέει το BBC, ο κοινωνικός λειτουργός –γνωστός σε αυτή την υπόθεση ως κατηγορούμενος 46 (D46)– δεν ήταν ακόμη υποψήφιος του αντιπολιτευτικού κόμματος όταν εκείνο είχε εγκρίνει τις διαδηλώσεις. Πρόσθεσαν ότι ενώ τελικά γνώριζε τη στάση του κόμματος σχετικά με την άσκηση βέτο στους προϋπολογισμούς, είχε πει στα μέλη της ομάδας να σχεδιάσουν νέα φυλλάδια όταν συνειδητοποίησε ότι οι παλιές εκδόσεις ενδέχεται να παραβιάζουν τον νόμο περί ασφαλείας του 2020.
Οσον αφορά τον Λόρενς Λάου Ουάι-τσουνγκ, οι δικαστές ήταν αρκετά φιλόφρονες με τον κατηγορούμενο 16 (D16), όπως χαρακτηριστικά γράφει το βρετανικό δίκτυο. Τον παρουσίασαν ως «άνθρωπο με πεντακάθαρο ποινικό μητρώο», που, όπως είπαν, ενίσχυσε την «αξιοπιστία» του. Μάλιστα, ανέφεραν πως, παρότι ο κατηγορούμενος είχε θέσει υποψηφιότητα στις προκριματικές εκλογές, δεν πίστευαν ότι συμφωνούσε πλήρως με τις ιδέες του δημοκρατικού στρατοπέδου, ενώ γνώριζε για τα σχέδια να ασκήσει βέτο στους κυβερνητικούς προϋπολογισμούς και να διαταράξει την τάξη εάν ψηφιστεί, ωστόσο δεν πίστευε σε αυτά επειδή δεν συμμετείχε στην εκστρατεία υπέρ τους. «Δεν είμαστε επίσης σίγουροι ότι ο D16 είχε την πρόθεση να υπονομεύσει την κρατική εξουσία σε οποιοδήποτε στάδιο», είπαν.
Για την ιστορία, 16 άτομα ήταν εκείνα που είχαν δηλώσει αθώα από τους «47» που είχαν συλληφθεί έπειτα από επιδρομές στα σπίτια και τους χώρους εργασίας τους. Οι 31 που παραδέχθηκαν την ενοχή τους εξακολουθούν να αναμένουν την έκβαση των υποθέσεών τους, σύμφωνα με τη βρετανική εφημερίδα. Οι 45 εκ των 47 είναι αντιμέτωποι με ισόβια κάθειρξη.
Μετά την απόφαση του δικαστηρίου, οι δύο που κρίθηκαν αθώοι ευχαρίστησαν τους υποστηρικτές τους και προέτρεψαν τον κόσμο να μη λησμονήσει τους υπόλοιπους κατηγορουμένους. Ο Λόρενς Λάου Ουάι-τσουνγκ επέστησε την προσοχή των πολιτών του Χονγκ Κονγκ, σύμφωνα με τον Guardian, στον «συλλογισμό, τη λογική και την οπτική των δικαστών μας», όπως εκείνη αποκαλύπτεται από την ετυμηγορία τους.
Στο ακροατήριο του δικαστηρίου, παραβρέθηκαν, πέραν των υποστηρικτών των κατηγορουμένων, και τουλάχιστον 12 ξένοι διπλωμάτες, κυρίως από την Ευρωπαϊκή Ενωση, που, όπως δήλωσε ο ο αναπληρωτής επικεφαλής του γραφείου της Ε.Ε. στο Χονγκ Κονγκ, παρακολουθούν στενά την υπόθεση.
Η απόφαση, που δημοσιεύθηκε διαδικτυακά, ανέφερε ότι το σχέδιο των «47» να κερδίσουν την πλειοψηφία στο νομοθετικό σώμα του Χονγκ Κονγκ, προκειμένου να μπλοκάρουν τα νομοσχέδια για τον προϋπολογισμό και να εξαναγκάσουν σε παραίτηση την επικεφαλής του σώματος εάν δεν συμφωνούσε με τα αιτήματα του κινήματος υπέρ της δημοκρατίας, αποτελεί παραβίαση του «μίνι» συντάγματος του Χονγκ Κονγκ, γνωστού ως Βασικοί Νόμοι, όπως αναφέρει η βρετανική εφημερίδα.
Στο ακροατήριο του δικαστηρίου, παραβρέθηκαν, πέραν των υποστηρικτών των κατηγορουμένων, και τουλάχιστον 12 ξένοι διπλωμάτες, κυρίως από την Ευρωπαϊκή Ενωση. Μάλιστα, σύμφωνα με το ίδιο δημοσίευμα, ο αναπληρωτής επικεφαλής του γραφείου της Ε.Ε. στο Χονγκ Κονγκ, Ματίας Κάουφμαν, είπε ότι η Ευρώπη παρακολουθεί στενά την υπόθεση. «Παρατηρούμε τις δίκες για να καταδείξουμε το ενδιαφέρον και τη δέσμευσή μας για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη δημοκρατία παγκοσμίως», ήταν τα δικά του λόγια.
Κεντρική φωτογραφία: 9 Ιουνίου 2019. Xιλιάδες διαδηλωτές σε μία συγκέντρωση κατά των προτεινόμενων τροποποιήσεων του νόμου περί έκδοσης στο Χονγκ Κονγκ. Οι διαδηλωτές στο Χονγκ Κονγκ είχαν ζητήσει από την κυβέρνηση της επαρχίας να αποσύρει τη νομοθεσία περί έκδοσης, αλλά το 2019 είχαν ένα επιπλέον ζήτημα: έναν πιο επίφοβο νόμο για την εθνική ασφάλεια. Το μήνυμα από το Πεκίνο ήταν: «Η διαμαρτυρία είναι μάταιη». (©AP Photo/Kin Cheung, File)