O Εϊκε Σμιτ οφείλει τη φήμη και τη δημοτικότητά του στη Φλωρεντία ως ο διευθυντής της φημισμένης Πινακοθήκης Ουφίτσι (Uffizi) που αντιμετώπισε τη «μαφία» των ακριβών εισιτηρίων.
Πλέον, ο Γερμανός ιστορικός τέχνης, που εσχάτως απέκτησε την ιταλική υπηκοότητα, δίνει άλλη μία δύσκολη μάχη: Αυτή για τη δημαρχία της πόλης του ιταλικού Βορρά.
Την υποψηφιότητά του στηρίζει ο δεξιός συνασπισμός της πρωθυπουργού Τζόρτζια Μελόνι, η οποία φιλοδοξεί να κεφαλαιοποιήσει τη δημοφιλία του Σμιτ με απώτερο στόχο να ανακτήσει τον πολιτικό έλεγχο ενός σταθερού, εδώ και χρόνια, «οχυρού» της Κεντροαριστεράς.
Οι πολίτες εμφανίζονται δεκτικοί στην υποψηφιότητα Σμιτ, με τις δημοσκοπήσεις να προβλέπουν ακόμη και πρόκρισή του στον δεύτερο γύρο, με αντίπαλο τη Δημοκρατική αντίπαλό του Σάρα Φουνάρο.
«Αυτό που είναι σημαντικό είναι να διοικείται ο δήμος με εταιρικά κριτήρια, χωρίς ιδεολογία», δήλωσε πρόσφατα ο Σμιτ σε εκδήλωση με κοινό εύπορων Φλωρεντίνων, μιλώντας σε άπταιστα ιταλικά – τα οποία, όπως είπε, έμαθε κάνοντας τη διδακτορική του διατριβή στην πόλη από το 1994 έως το 2001.
«Τον λατρεύω αυτόν τον άνθρωπο. Μιλά τόσο ήπια, αλλά λέει τα σωστά πράγματα. Οταν ήμουν νέα, η Φλωρεντία ήταν ένα κόσμημα, τώρα δεν ξέρω πώς να τη χαρακτηρίσω. Πιστεύω στον Σμιτ», λέει η 80χρονη Πάολα Φαντάτσι, μία από τις υποστηρίκτριες του Σμιτ.
Δεν συμμερίζονται, όμως, όλοι την άποψή της. Στην εργατική συνοικία Ιζολότο της πόλης επικρατεί επιφυλακτικότητα μεταξύ των ψηφοφόρων, ιδίως όσον αφορά τον ισχυρισμό του Σμιτ πως η υποστήριξη της υποψηφιότητάς του από την ιταλική ακροδεξιά δεν θα επηρεάσει την προσέγγισή του στα τοπικά ζητήματα.
«Είναι Γερμανός. Θα προτιμούσα έναν Φλωρεντίνο δήμαρχο», λέει ο συνταξιούχος γραφίστας Κάρλο Μανούκι, προσθέτοντας: «Οταν βρίσκεται στην πολιτική, είναι δύσκολο να είσαι απολιτίκ».
Το αποτέλεσμα αυτής της μάχης θα αντηχήσει πολύ πέρα από τα δημοτικά όρια της Φλωρεντίας, της πόλης που αποτελεί γενέτειρα του σύγχρονου τραπεζικού συστήματος, το λίκνο της Αναγέννησης, μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς της UNESCO και έναν από τους κυριότερους τουριστικούς προορισμούς της Ιταλίας.
«Μετριοπαθής και σταθερά αντιφασίστας»
Η πόλη είναι ένα από τα τελευταία προπύργια της Κεντροαριστεράς στη χώρα. Η στροφή προς τα δεξιά θα συνιστούσε σοβαρό πλήγμα στο αντιπολιτευόμενο κεντροαριστερό Δημοκρατικό Κόμμα (PD) και στην επικεφαλής του, Ελι Σλάιν – η οποία εξελέγη πέρυσι ως η «αντι-Μελόνι» που θα αναμορφώσει το Δημοκρατικό Κόμμα της Ιταλίας.
Τα Αδέλφια της Ιταλίας (Fratelli d’Italia), το κόμμα της Μελόνι με το οποίο κατεβαίνει ο Σμιτ, γεννήθηκε από τις στάχτες του αποτυχημένου πειράματος της Ιταλίας με τον φασισμό, αν και η σημερινή αρχηγός του, Τζόρτζια Μελόνι, έχει πάρει σαφείς αποστάσεις από τις φασιστικές ρίζες του κόμματος. «Είναι ένας αφύσικος υποψήφιος σε σχέση με τον συνασπισμό που τον υποστηρίζει», σημειώνει ο Αλεσάντρο Κιαραμόντε, καθηγητής πολιτικών επιστημών στο Πανεπιστήμιο της Φλωρεντίας, προσθέτοντας ότι οι τυπικοί Φλωρεντίνοι θα ήταν λιγότερο πιθανό να ψηφίσουν «έναν πολύγλωσσο άνθρωπο της τέχνης» όπως ο Σμιτ. Ωστόσο, όπως προσθέτει ο Κιαραμόντε, «αυτό ακριβώς το χαρακτηριστικό είναι που μπορεί να προσελκύει τους αναποφάσιστους και τους κεντρώους ψηφοφόρους».
Πολλοί θεωρούν πως ο Σμιτ –επιμελητής σε ξένα μουσεία υψηλού κύρους προτού αναλάβει το Ουφίτσι, το 2015– έχει τη δυναμική να στρέψει τη Φλωρεντία προς τον συνασπισμό της Μελόνι που του παρέχει εθελοντικά ανθρώπους για την εκστρατεία του.
Ενόψει των εκλογών της 8ης και 9ης Ιουνίου, οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι ο Σμιτ βρίσκεται μόλις λίγες ποσοστιαίες μονάδες πίσω από τη Φουνάρο, μια αξιοσημείωτη εξέλιξη σε μια πόλη όπου οι κεντροαριστεροί υποψήφιοι σπανίως είχαν σοβαρό αντίπαλο.
«Ο Σμιτ ήταν μάννα εξ ουρανού για την Κεντροδεξιά: Για πρώτη φορά βρήκαν έναν ενδιαφέροντα υποψήφιο που θα μπορούσε να αποδειχθεί καταλύτης στην πρόθεση αυτή για αλλαγή», σημειώνει ο Ντομένικο Πετρόλο, συγγραφέας του βιβλίου πολιτικής επικοινωνίας «Who Loves Me, Votes for Me».
Ομως, καθώς κανένας υποψήφιος δεν αναμένεται να περάσει το όριο του 50% που απαιτείται για να εξασφαλίσει τη νίκη στον πρώτο γύρο, ο Πετρόλο εκτιμά πως το τελικό αποτέλεσμα θα εξαρτηθεί από το αν η Φουνάρο θα καταφέρει να συσπειρώσει τη διασπασμένη Κεντροαριστερά στον δεύτερο γύρο.
Αν και η Φλωρεντία είναι προπύργιο της Κεντροαριστεράς πάνω από 30 χρόνια, οι αναλυτές θεωρούν πως ο Σμιτ έχει πραγματικές πιθανότητες εκλογής στις δημοτικές του Ιουνίου.
Οπως λένε, δεν είναι ένας τυπικός υποψήφιος της Δεξιάς. Σε πρόσφατη συνέντευξή του στη La Repubblica αυτοπροσδιορίστηκε πολιτικά ως ένας μετριοπαθής που «ήταν και θα παρέμενε αντιφασίστας και αντιναζιστής», χαρακτηριστικά που έχουν απήχηση σε κεντρώους ψηφοφόρους.
«Οι Φλωρεντίνοι είναι κουρασμένοι, εξουθενωμένοι. Σίγουρα θα πάμε στον δεύτερο γύρο και μετά, βάσει συμμαχιών, θα δούμε», λέει η Μαριαγκράτσια Ιντερνό, τοπική συντονίστρια της Forza Italia του Σίλβιο Μπερλουσκόνι.
Η παρακαταθήκη
Κατά τη διάρκεια της οκταετούς θητείας του στο Ουφίτσι, που έληξε πέρυσι, ο Σμιτ έδωσε μάχη και κατάφερε να πατάξει τη «μαφία» των εισιτηρίων, των επιτήδειων που αγόραζαν μαζικά τα εισιτήρια του μουσείου και στη συνέχεια τα μεταπουλούσαν, συνήθως έξω από την πινακοθήκη ή μέσω Διαδικτύου, με υψηλές προσαυξήσεις. Μάλιστα, χρησιμοποιούσε μεγάφωνα και τη δική του φωνή για να προτρέψει τους επισκέπτες να μην αγοράζουν από πλανόδιους πωλητές – πρωτοβουλία για την οποία έλαβε πρόστιμο από την αστυνομία και επικρίθηκε από τον νυν δήμαρχο Ντάριο Ναρντέλα.
Οταν, το περασμένο καλοκαίρι, τμήμα του Ουφίτσι βανδαλίστηκε, ο Σμιτ όχι μόνο καταδίκασε την ενέργεια, αλλά και υποσχέθηκε μέτρα. «Αρκετά με τις συμβολικές τιμωρίες και τα ελαφρυντικά! Χρειαζόμαστε τη σκληρή όψη του νόμου εδώ», ανέφερε σε δήλωσή του, προσλαμβάνοντας στη συνέχεια ένοπλους φρουρούς για να επιτηρούν τους εξωτερικούς χώρους του μουσείου εκτός ωραρίου.
Ο Σμιτ υποστηρίζει πως αποφάσισε να θέσει υποψηφιότητα λόγω των πολλών εκκλήσεων από τους πολίτες που τον προσέγγιζαν στον δρόμο. «Μπήκα στην πολιτική επειδή με επέκρινε ένας πολιτικός. Ασχολήθηκα με προβλήματα που συχνά βρίσκονταν στη δικαιοδοσία ενός διευθυντή μουσείου. Η πόλη δεν έκανε τίποτα, οπότε έπρεπε να γίνω πιο ενεργός ο ίδιος», έχει δηλώσει.
Σε περίπτωση εκλογής του, ο Σμιτ έχει υποσχεθεί αυστηρότερο πλαίσιο για τη λειτουργία των επιχειρήσεων στο κέντρο της πόλης, όπως των AirBnB, για τους πλανόδιους πωλητές φαγητού και τα τουριστικά μάρκετ. Ενώ φιλοδοξεί να προσελκύσει τουρισμό και σε άλλα μέρη της πόλης, αποσυμφορώντας το ιστορικό κέντρο από τον υπερτουρισμό.
«Δεν θα μπορέσουμε να γυρίσουμε το ρολόι προς τα πίσω. Αλλά μπορούμε να κάνουμε τα πράγματα πιο βιώσιμα» υποσχέθηκε.
Σε περίπτωση που χάσει, ο Σμιτ λέει ότι έχει σχέδιο Β. Ο ίδιος έχει διοριστεί διευθυντής του Μουσείου Capodimonte στη Νάπολη, «ένα μουσείο με πολύ μεγάλες προκλήσεις» και προβλήματα στον αντίποδα του Ουφίτσι. «Στη Φλωρεντία, υπάρχει υπερβολική ζήτηση, αλλά όχι αρκετή χωρητικότητα», λέει. «Ομως, το Capodimonte δεν το γνωρίζουν ούτε καν οι ίδιοι οι Ιταλοί».
Πηγή: Financial Times/New York Times