ΗΠΑ: Τα 90 λεπτά που σόκαραν την Ουάσιγκτον

ΗΠΑ: Τα 90 λεπτά που σόκαραν την Ουάσιγκτον

Η καταστροφική επίδοση του Μπάιντεν στο ντιμπέιτ έφερε τον Τραμπ πιο κοντά στην επιστροφή στον Λευκό Οίκο και προκάλεσε τρικυμία στους Δημοκρατικούς. Πόσο πιθανή είναι μια «εφεδρική» υποψηφιότητα;

ηπα-τα-90-λεπτά-που-σόκαραν-την-ουάσιγκτ-563101495

Εχοντας θεμελιώσει τη σύγχρονη ∆ημοκρατία στον Παλιό και τον Νέο Κόσμο με δύο μεγάλες λαϊκές επαναστάσεις στα τέλη του 18ου αιώνα, Γαλλία και ΗΠΑ κληρονόμησαν το κοινό φαντασιακό ότι αντιπροσωπεύουν «εξαιρετικά» έθνη, ως φάροι της Ελευθερίας ανά την οικουμένη. Αυτή τη χρονιά όμως, οι εθνικές τους επέτειοι, στις 4 Ιουλίου για τους Αμερικανούς και στις 14 για τους Γάλλους, μόνο γιορτή της Δημοκρατίας δεν θα θυμίζουν.

Η ακροδεξιά Εθνική Συσπείρωση της Μαρίν Λεπέν διεκδικεί με αξιώσεις την κυβέρνηση στις βουλευτικές εκλογές που διεξάγονται σε δύο γύρους, σήμερα και στις 7 Ιουλίου, ενώ στις ΗΠΑ το ενδεχόμενο μιας δεύτερης προεδρικής θητείας του Ντόναλντ Τραμπ προβάλλει ισχυρότερο από ποτέ ύστερα από το τραγικό για τον Τζο Μπάιντεν τηλεοπτικό ντιμπέιτ με τον αντίπαλό του, την περασμένη Πέμπτη. Εάν δεν αναχαιτιστούν οι σημερινές τάσεις και η «Εναλλακτική Δεξιά» (Alt-Right) εγκατασταθεί τους επόμενους μήνες στο Μέγαρο Ματινιόν και τον Λευκό Οίκο, θεμελιώδη δικαιώματα, μεταναστευτικές κοινότητες, η συνοχή της Δύσης και οι προσπάθειες αντιμετώπισης της κλιματικής κρίσης θα βρεθούν σε κατάσταση πολιορκίας. Για να μη μιλήσουμε για μια νέα πιθανή κρίση χρέους, που ήδη απειλεί τον δυτικό κόσμο, με τη Γαλλία και τις ΗΠΑ να αντιπροσωπεύουν δύο από τις πιο επιβαρυμένες χώρες του.

Στρατηγική ήττα

Ποτέ στα προηγούμενα 64 χρόνια προεδρικών ντιμπέιτ, μια μονομαχία υποψηφίων δεν είχε τόσο καταλυτικό αντίκτυπο. Το 1984 ο Ρόναλντ Ρέιγκαν υστέρησε του Γουόλτερ Μοντέιλ στην πρώτη από τις τρεις τηλεμαχίες τους, αλλά στη συνέχεια ανέκαμψε, για να επικρατήσει σαρωτικά στις κάλπες. Το ίδιο συνέβη με τον Μπαράκ Ομπάμα που έχασε κατά κράτος από τον Μιτ Ρόμνεϊ στην πρώτη αναμέτρηση του 2012. Σε αυτές τις περιπτώσεις επρόκειτο, ωστόσο, για τακτικού χαρακτήρα επικοινωνιακές αποτυχίες. Αντίθετα, για τον Τζο Μπάιντεν, τα 90 μαρτυρικά λεπτά της περασμένης Πέμπτης στο στούντιο του CNN, στην Ατλάντα, αντιπροσώπευαν μια στρατηγική ήττα, καθώς μεγέθυναν κάτω από το ανελέητο φως των τηλεοπτικών προβολέων το βασικό ελάττωμα της υποψηφιότητάς του: την έκπτωση των φυσικών και διανοητικών του αντοχών λόγω της προχωρημένης ηλικίας του.

Η ειρωνεία είναι ότι ο ίδιος ο Μπάιντεν και οι φωστήρες του επιτελείου του προκάλεσαν ένα τόσο πρόωρο ντιμπέιτ με τον Τραμπ (συνήθως διεξάγονται από τον Σεπτέμβριο και μετά), ακριβώς για να διασκεδάσουν τις ανησυχίες της κοινής γνώμης. Για τον σκοπό αυτό, τον απέσυραν στην εξοχική προεδρική κατοικία του Καμπ Ντέιβιντ για μία περίπου εβδομάδα, όπου προετοιμάστηκε εντατικά. Ενδεχομένως είχαν ενθαρρυνθεί από τη ζωτικότητα που επέδειξε στην ετήσια ομιλία του για την Κατάσταση της Ενωσης, τον Μάρτιο, όπου όμως δεν είχε αντίπαλο.

«Με όλο μου το είναι και την ψυχή μπορώ να ασκήσω τα καθήκοντά μου», δήλωσε την Παρασκευή ο Αμερικανός πρόεδρος, όμως η εικόνα που είδαν οι συμπατριώτες του στο ντιμπέιτ τον διαψεύδει.

Απέναντι στον Τραμπ, οι συγκρίσεις ήταν συντριπτικές. Η φωνή του δυσκολευόταν να βγει, εκφυλιζόταν σε ψίθυρο ή γουργουρητό, έχανε τον ειρμό του, πηδούσε ακατανόητα από ένα θέμα που καταφανώς τον ευνοούσε, όπως οι αμβλώσεις, στο πιο προνομιακό γήπεδο του αντιπάλου του, τη μετανάστευση. Σε αυτό το φόντο, ο Τραμπ μπορούσε να αραδιάζει τις γνωστές υπερβολές, τα ασύστολα ψέματα και τις ρατσιστικές θέσεις του χωρίς κανένα φόβο ότι θα καταβάλει τίμημα, μια και ο αντίπαλός του αυτοκτονούσε σε κοινή θέα.

Από το βράδυ της Πέμπτης, ο πανικός βασιλεύει στο στρατόπεδο των Δημοκρατικών, ενώ ακόμη και οι ναυαρχίδες του Τύπου που υποστηρίζουν την παράταξη, όπως οι New York Times, έχουν ξεκινήσει εκστρατεία για την αντικατάσταση του Μπάιντεν. Κάτι τέτοιο συνέβη το 1968, όταν ο πρόεδρος Λίντον Τζόνσον αποσύρθηκε από την κούρσα ύστερα από τις πρώτες προκριματικές εκλογές, χωρίς τελικά αυτό να αποτρέψει την ήττα των Δημοκρατικών από τον Ρίτσαρντ Νίξον. Ποτέ όμως κάποιο από τα δύο μεγάλα κόμματα δεν άλλαξε άλογο τόσο αργά, τη στιγμή δηλαδή που έχουν ολοκληρωθεί όλες οι προκριματικές εκλογές, με τον Μπάιντεν να έχει συγκεντρώσει το 95% των αντιπροσώπων για το συνέδριο του κόμματος, που θα αρχίσει στις 19 Αυγούστου, στο Σικάγο και θα δώσει το προεδρικό χρίσμα.

O ίδιος ο Μπάιντεν, πάντως, δεν έδειξε να πτοείται από την ομοβροντία. «Δεν είμαι τόσο καλός στα ντιμπέιτ πια, ξέρω όμως να αναγνωρίζω το καλό και το κακό», διακήρυξε σε ομιλία την οποία ολοκλήρωσε με ένα σύντομο τζόγκινγκ. «Με όλο μου το είναι και την ψυχή μπορώ να ασκήσω τα καθήκοντά μου, είναι πολλά αυτά που διακυβεύονται», είπε την Παρασκευή στη Βόρεια Καρολίνα, ενώ το πλήθος που συμμετείχε στην προεκλογική συγκέντρωση του φώναζε: «Ναι, Τζο, μπορείς».

Τα επόμενα βήματα

Αν υποτεθεί ότι ο Μπάιντεν πείθεται τελικώς να αποσυρθεί, τίθεται το ερώτημα με ποιον τρόπο θα το πράξει. Αν παραιτηθεί από πρόεδρος των ΗΠΑ, το αξίωμά του θα περάσει αυτομάτως στην αντιπρόεδρο Κάμαλα Χάρις. Αυτό δεν σημαίνει ότι η Χάρις θα είναι κατ’ ανάγκην η υποψήφια πρόεδρος των Δημοκρατικών, μια και η απόφαση πρέπει να ληφθεί από τους 4.500 αντιπροσώπους του συνεδρίου, σε κάθε περίπτωση όμως θα έχει σοβαρό προβάδισμα. Αν πάλι, ο Μπάιντεν μείνει πρόεδρος, αποσυρόμενος από τη μάχη για την επανεκλογή του, θα ξεκινήσει αμέσως σκληρός αγώνας ανάμεσα στους υποψηφίους από μηδενική βάση.

Ανάμεσα στα ονόματα των πιθανών διεκδικητών ξεχωρίζουν Δημοκρατικοί κυβερνήτες πολιτειών, με προεξάρχοντα τον κυβερνήτη της Καλιφόρνιας Γκάβιν Νιούσομ. Ο επιχειρηματίας που έγινε πολιτικός και συγκρούστηκε ως κυβερνήτης με τα εργατικά συνδικάτα θεωρείται εκπρόσωπος της δεξιάς πτέρυγας των Δημοκρατικών και δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα καταφέρει να ενώσει μια βαθιά διχασμένη παράταξη. Ακριβώς η ικανότητα να ενώνει την αριστερή πτέρυγα και τους μετριοπαθείς Δημοκρατικούς ήταν ένα από τα βασικά ατού του Τζο Μπάιντεν και μέχρι στιγμής δεν φαίνεται στον ορίζοντα ποιος από τους υποψήφιους αντικαταστάτες του θα μπορούσε να πετύχει το ίδιο.

Πώς μπορεί να κατέβει άλλος υποψήφιος;

Η εμφάνιση του Τζο Μπάιντεν στο τηλεοπτικό ντιμπέιτ της Πέμπτης, όπου ο πρόεδρος έχασε επανειλημμένως τον ειρμό της σκέψης του και ακουγόταν βραχνός και εξουθενωμένος, εγείρει ερωτήματα για τη δυνατότητα του κόμματος να τον αντικαταστήσει ενόψει των προεδρικών εκλογών του Νοεμβρίου.

– Τι θα γίνει αν ο Μπάιντεν επιμείνει να κατέβει στις εκλογές;

– Ο Μπάιντεν έχει εξασφαλίσει ικανό αριθμό συνέδρων προκειμένου να κερδίσει το χρίσμα στο συνέδριο των Δημοκρατικών τον Αύγουστο. Εάν οι σύνεδροί του παραμείνουν πιστοί, δεν υπάρχει τρόπος ανάδειξης εναλλακτικού υποψηφίου.

Η εθνική επιτροπή του Δημοκρατικού Κόμματος θα μπορούσε να συνεδριάσει εκτάκτως πριν από το συνέδριο και να αλλάξει τους κανονισμούς ή να επιτρέψει στους συνέδρους να ψηφίσουν κατά συνείδηση, παρά τη δέσμευσή τους υπέρ του Μπάιντεν.

Ο κανονισμός του κόμματος αφήνει, άλλωστε, τέτοιο περιθώριο: «Οι σύνεδροι που εκλέγονται στο εθνικό συνέδριο θα πρέπει με ευσυνειδησία να ακολουθήσουν τη βούληση αυτού που τους εξέλεξε στο συνέδριο». Η επίκληση στη συνείδηση θα μπορούσε να επιτρέψει τη μετατόπιση συνέδρων προς εναλλακτικό υποψήφιο.

– Τι θα γίνει αν ο Μπάιντεν ζητήσει να μην είναι υποψήφιος;

– Οι Δημοκρατικοί θα πρέπει τότε να επιλέξουν νέο υποψήφιο στο συνέδριο στις 19 Αυγούστου στο Σικάγο.

Σε περίπτωση εγκατάλειψης του Μπάιντεν, οι σύνεδροί του που ετοιμάζονται να ταξιδέψουν στο Σικάγο θα απαλλαγούν από τη δέσμευσή τους να ψηφίσουν τον πρόεδρο. Το συνέδριο θα μετατραπεί σε χώρο προεκλογικής αντιπαράθεσης, διευρύνοντας τις εσωκομματικές ρήξεις.

Οι σύνεδροι του Μπάιντεν εγκρίθηκαν από την εκστρατεία του, είναι πιστοί στον πρόεδρο και οι ψήφοι τους θα κατευθυνθούν στον υποψήφιο που θα έχει επιλέξει ο Μπάιντεν.

Tο λεγόμενο ανταγωνιστικό συνέδριο έχει να διεξαχθεί στις ΗΠΑ από το 1960, όταν ο Τζον Κένεντι μονομάχησε με τον Λίντον Τζόνσον.

Αν ο Μπάιντεν επιλέξει έτσι να αποσυρθεί, οι επίδοξοι υποψήφιοι πρόεδροι θα πρέπει να στραφούν στην αρένα του συνεδρίου προκειμένου να πείσουν τους αποδεσμευμένους πλέον συνέδρους να τους ψηφίσουν. Κάτι τέτοιο, το λεγόμενο ανταγωνιστικό συνέδριο, έχει να διεξαχθεί στις ΗΠΑ από το 1960, όταν ο μετέπειτα πρόεδρος Τζον Κένεντι μονομάχησε με τον Λίντον Τζόνσον.

– Τι θα γίνει με την Κάμαλα Χάρις;

– Η Χάρις δεν γίνεται αυτομάτως υποψήφια για την προεδρία σε περίπτωση παραίτησης του Μπάιντεν. Η θητεία της στην αντιπροεδρία, όμως, και οι χρήσιμες πολιτικές επαφές που είχε εκεί της προσφέρoυν σοβαρό πλεονέκτημα, ιδίως μάλιστα εάν εξασφαλίσει τη στήριξη του Μπάιντεν.

– Αλλοι πιθανοί υποψήφιοι;

– Το Δημοκρατικό Κόμμα διαθέτει πληθώρα δημοφιλών και αναγνωρίσιμων στελεχών, όπως οι κυβερνήτες της Καλιφόρνιας Γκάβιν Νιούσομ, του Ιλινόι Τζ. Μπ. Πρίτσκερ και του Μίσιγκαν Γκρέτσεν Ουίτμερ, καθώς και το δημοφιλές μέλος της Βουλής των Αντιπροσώπων από την Καλιφόρνια, Ρο Χάνα.

– Τι θα γίνει αν ο Μπάιντεν παραιτηθεί μετά το συνέδριο;

– Η επιλογή νέου υποψηφίου μετά τη λήξη του συνεδρίου θα απαιτούσε τη σύμφωνη γνώμη του επικεφαλής του Δημοκρατικού Κόμματος, Τζέιμι Χάρισον, καθώς και του συνόλου των Δημοκρατικών κυβερνητών πολιτειών και μελών του Κογκρέσου.

Ποιος κέρδισε το πρώτο ντιμπέιτ;

33% Μπάιντεν – 67% Τραμπ

57% δήλωσαν ότι δεν εμπιστεύονται τον Μπαίντεν να ηγηθεί της χώρας

43% δήλωσαν ότι δεν εμπιστεύονται τον Τραμπ να ηγηθεί της χώρας

*Σφυγμομέτρηση του CNN μετά τη λήξη του ντιμπέιτ 

Είπαν – έγραψαν μετά το ντιμπέιτ

Επιμέλεια: Γιάννης Παλαιολόγος

«Ηταν οδυνηρό»

Εχει χρόνια ο Τζο Μπάιντεν να εμφανιστεί δημοσίως σε τόσο άσχημη κατάσταση… Ηταν οδυνηρό να τον παρακολουθεί κανείς, και δεν θα βελτιωθεί. Για ένα διάστημα, οι ψίθυροι ήταν ευγενικοί, έμπλεοι σεβασμού. 81; Αλήθεια; Μπορεί να το κάνει; Ξεκάθαρα όχι. Ο Μπάιντεν πρέπει να κάνει στην άκρη, για τη δική του αξιοπρέπεια, για το καλό του κόμματός του, για το μέλλον της χώρας. Αυτή η τηλεμαχία-φιάσκο ήταν ένα ναδίρ. Πρέπει να γίνει σημείο καμπής.

Μαρκ Λίμποβιτς, Δημοσιογράφος και συγγραφέας του «This Town: Two Parties and a Funeral» (για τα ήθη της πολιτικής τάξης της Ουάσιγκτον)

«Χωρίς ειρμό»

Η είδηση του ντιμπέιτ δεν ήταν ότι ο Τραμπ έλεγε τρελά, αναληθή πράγματα, αν και το έκανε σε αφθονία. Ηταν ο Μπάιντεν. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, 81 ετών, ο οποίος διεκδικεί την επανεκλογή του στο αξίωμα ώς τα 86 του χρόνια, φαινόταν κι ακουγόταν ηλικιωμένος. Υπερβολικά γέρος. Η φωνή του ήταν σβησμένη. Εχανε τον ειρμό της σκέψης του. Βιαζόταν στις απαντήσεις του. Οταν ο Τραμπ μιλούσε, η οθόνη κομμένη στα δύο έδειχνε τον Μπάιντεν να κοιτάει με γουρλωμένα μάτια κι ανοιχτό το στόμα, με έναν τρόπο που τον έδειχνε ακόμη γηραιότερο… Η Κάμαλα Χάρις ήταν ένα εκατομμύριο φορές πιο συνεκτική επιχειρηματολογώντας υπέρ του Μπάιντεν από ό,τι ήταν ο ίδιος ο Μπάιντεν.

Σούζαν Γκλάσερ, Αρθρογράφος στο περιοδικό Nιου Γιόρκερ

«Ποιον θα φοβόταν».

Δεν υπάρχει έλλειψη ταλέντου στους Δημοκρατικούς. Ούτε μία θορυβώδης εκλογική μάχη θα ήταν αναγκαστικά κακή για το κόμμα. Οι Δημοκρατικοί θα εξέθεταν τη ζωηρή δημοκρατική διαδικασία που πιστεύουν ότι τελεί υπό απειλή. Το ερώτημα που ο Μπάιντεν, και η Πρώτη Κυρία, πρέπει τώρα να θέσουν στον εαυτό τους είναι ποιον θα φοβόταν περισσότερο ο Τραμπ: τον Μπάιντεν ή έναν νεότερο αντίπαλο, που θα μπορούσε να αντικρούσει τους ισχυρισμούς του όπως δεν κατάφερε να το κάνει εκείνος την Πέμπτη; Για έναν αυξανόμενο αριθμό Δημοκρατικών, η απάντηση είναι αυταπόδεικτη.

Εντ Λους, Αρθρογράφος και αρχισυντάκτης στις ΗΠΑ των Φαϊνάνσιαλ Τάιμς

«Ακατανόητος»

Αμέσως μετά το ντιμπέιτ, ακούστηκαν εκκλήσεις προς τον Μπάιντεν να αποσυρθεί από την κούρσα. Εκτός όμως από το γεγονός ότι αυτό έχει συμβεί μία φορά στην Ιστορία, το 1968 και οδήγησε σε πλήρη σύγχυση την προεδρική αναμέτρηση με αποτέλεσμα το κόμμα του προέδρου να χάσει τις εκλογές, ο Μπάιντεν έπρεπε απλώς να αποδείξει ότι έχει την πνευματική δυνατότητα να αποκρούσει τις ρεπουμπλικανικές αιτιάσεις πως είναι ανίκανος να ασκεί την προεδρία. Αυτό το έκανε ξεκάθαρα. Μπορεί να είχε μια αδύναμη εκκίνηση αλλά βρήκε τον βηματισμό του στην πορεία της βραδιάς. Το έκανε ωστόσο υπερβολικά λεπτομερώς, απαριθμώντας τα επιτεύγματά του με τόση ταχύτητα που ορισμένες φορές δεν ήταν κατανοητός.

Χέδερ Κοξ Ρίτσαρντσον, Καθηγήτρια Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Μπόστον Κόλετζ

«Αξίζουμε καλύτερα»

Ημουν έτοιμος να αναγνωρίσω στον Μπάιντεν το τεκμήριο της αμφιβολίας, επειδή όσες φορές ήρθα σε επαφή μαζί του κατ’ ιδίαν, θεώρησα ότι είναι ικανός να ασκήσει τα καθήκοντά του. Προφανώς δεν είναι πια. Η οικογένεια και οι συνεργάτες του πρέπει να το γνωρίζουν. Τον έκλεισαν στο Καμπ Ντέιβιντ και τον προετοίμαζαν γι’ αυτό το κρίσιμο ντιμπέιτ μέρες τώρα. Αν αυτή είναι η καλύτερη επίδοση που μπόρεσαν να του αποσπάσουν, είναι καιρός για τον Τζο να διατηρήσει την αξιοπρέπεια που του πρέπει και να εγκαταλείψει την πολιτική σκηνή στο τέλος αυτής της θητείας. Αν το κάνει οι Αμερικανοί θα αποθεώσουν τον Τζο Μπάιντεν γι’ αυτό που ουδέποτε θα κάνει ο Ντόναλντ Τραμπ: να βάλει το καλό της χώρας μπροστά από τον εαυτό του. Αν επιμείνει να κατέβει και χάσει από τον Τραμπ, ο Μπάιντεν, η οικογένειά του, οι σύμβουλοι και τα μέλη του κόμματος που τον ενθάρρυναν να το κάνει, θα πρέπει να εξαφανιστούν από προσώπου γης. Αξίζουν καλύτερα. Η Αμερική αξίζει καλύτερα. Οπως και ο κόσμος αξίζει καλύτερα.

Τόμας Φρίντμαν, Αρθρογράφος στους Νιου Γιορκ Τάιμς

«Τεράστιες πιέσεις»

Ηταν μία σαφής και ενδεχομένως συντριπτική ήττα για τον Μπάιντεν, που θα δημιουργήσει τεράστιες πιέσεις να κάνει στην άκρη, μεταξύ άλλων από τους πιο πιστούς υποστηρικτές στο κέντρο και στην αριστερή πτέρυγα του κόμματος. Θα είναι όμως πολύ δύσκολο να πειστεί να αποχωρήσει, συνεπώς οι επόμενες εβδομάδες θα είναι πολύ δύσκολες για τους Δημοκρατικούς.

Μπιλ Ανθόλις, Διευθύνων σύμβουλος του Miller Center of Public Affairs, στην «Κ».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT