Τζούλιαν Ασάντζ: Ιεραπόστολος ή σαμποτέρ;

Τζούλιαν Ασάντζ: Ιεραπόστολος ή σαμποτέρ;

Ο ιθύνων νους των WikiLeaks είναι πλέον ελεύθερος. Ποιο είναι, όμως, το αποτύπωμά του στη δημοσιογραφία; Υπηρέτησε την αλήθεια ή αλλότριες σκοπιμότητες; Ανθρωποι που τον γνώρισαν και συνεργάστηκαν μαζί του μιλούν στην «Κ»

6' 6" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ο επίλογος γράφτηκε σε μια απόμερη γωνιά του Ειρηνικού Ωκεανού, στη Σαϊπάν, πρωτεύουσα των Βόρειων Μαριανών Νήσων. Σε μια δικαστική αίθουσα με ξύλινη επένδυση, έπειτα από τρίωρη ακροαματική διαδικασία, ο Τζούλιαν Ασάντζ δήλωσε ένοχος για παραβίαση του αμερικανικού νόμου περί κατασκοπείας. Η ομολογία ήταν αποτέλεσμα εντατικών διαπραγματεύσεων και συμβιβασμού με την αμερικανική Δικαιοσύνη. Επειτα από πολυετή εγκλεισμό, ο 52χρονος ιδρυτής των WikiLeaks είναι πλέον ελεύθερος. Ποια είναι, όμως, η κληρονομιά που αφήνει;

Για τους υποστηρικτές του ο Ασάντζ λειτούργησε τις τελευταίες δεκαετίες ως σταυροφόρος της αλήθειας, αποκαλύπτοντας σκοτεινά μυστικά αυταρχικών κυβερνήσεων. Για τους επικριτές του, υπήρξε απρόσεκτος στη διαχείριση ορισμένων διαρροών εκθέτοντας ανθρώπους σε ενδεχόμενους κινδύνους από την αφιλτράριστη δημοσιοποίηση των στοιχείων τους.

Οι δύο φάσεις

Ο Κρίστιαν Κρίστενσεν, καθηγητής Δημοσιογραφίας στο Πανεπιστήμιο της Στοκχόλμης, παρακολουθεί εδώ και χρόνια την πορεία των WikiLeaks. Οπως σημειώνει στην «Κ», υπάρχουν δύο διακριτές φάσεις, αρχικά η περίοδος μέχρι το 2011 με τις σημαντικές αποκαλύψεις μεταξύ άλλων για τους θανάτους αμάχων από αμερικανικά πυρά στο Ιράκ και τα έγγραφα για τον πόλεμο του Αφγανιστάν. Και έπειτα η περίοδος που ακολούθησε μετά τη διαφυγή του Ασάντζ στην πρεσβεία του Ισημερινού στο Λονδίνο, όταν ακόμη εκκρεμούσε ένταλμα έκδοσής του στη Σουηδία.

«Η προσέγγισή του μέσα από το δίπολο είτε του ήρωα είτε του προδότη δεν είναι παραγωγική», επισημαίνει ο Κρίστενσεν. «Ακόμη κι αν κάποιος διαφωνεί μαζί του ή τον μισεί, η δίωξη που του ασκήθηκε και η ομολογία ενοχής πρέπει να μας ανησυχήσουν. Μπορεί όλο αυτό να αποδειχθεί προβληματικό στο μέλλον για όσους έχουν πρόσβαση σε απόρρητες πληροφορίες».

Ο Αλαν Ράσμπριτζερ, πρώην διευθυντής σύνταξης στην εφημερίδα Guardian, επικαλούμενος δικηγόρους με τους οποίους έχει μιλήσει, λέει ότι οι δημοσιογράφοι δεν φαίνεται να βρίσκονται σε άμεσο κίνδυνο, ούτε ότι προκύπτει δεδικασμένο από την ομολογία ενοχής του Ασάντζ. Ο ίδιος είχε συνεργαστεί μαζί του για τις πρώτες μεγάλες αποκαλύψεις των WikiLeaks. Η σχέση του Ασάντζ με τη βρετανική εφημερίδα, πάντως, δεν έληξε ομαλά.

«Εχει πολλές διαφορετικές ιδιότητες και αυτό κάνει τόσο σύνθετη την υπόθεσή του. Κάποιες φορές ήταν εύκολο να δουλέψεις μαζί του και άλλες εξαιρετικά δύσκολο. Είχε ισχυρές πολιτικές απόψεις· για αρκετούς δημοσιογράφους δεν λογίζεται ως συνάδελφός τους. Αναμφίβολα, μαζί κάναμε δημοσιογραφική δουλειά. Θεωρώ, όμως, ότι ταυτόχρονα ήταν καχύποπτος έναντι των παραδοσιακών ΜΜΕ», σχολιάζει στην «Κ». «Η δουλειά που κάναμε και με τη σύμπραξη άλλων μεγάλων εφημερίδων αποκάλυψε εγκλήματα πολέμου, ψεύδη και παραπλάνηση. Επρεπε όμως να μιλήσουμε και με τις υπηρεσίες ασφαλείας και τους αρμόδιους προτού δημοσιεύσουμε κάτι, ώστε να μην προκύψει κίνδυνος για οποιονδήποτε. Αυτή ήταν η υπεύθυνη στάση. Εκείνος αρχικά ήταν σκεπτικός, αλλά στην πορεία ακολούθησε τους κανόνες που θέσαμε». Ο Ράσμπριτζερ αποδίδει σε έλλειψη εκδοτικής εμπειρίας την αντίδραση του Ασάντζ όταν διαφώνησε αργότερα για τον χειρισμό κάποιων εγγράφων από τη βρετανική εφημερίδα.

Μετά την ομολογία του ο Ασάντζ έγινε δεκτός με θέρμη στην πατρίδα του, Αυστραλία. Εδώ και χρόνια, περίμενε αυτή τη στιγμή και μια παλιά του γνώριμη, η Σουελέτ Ντρέιφους, εκτελεστική διευθύντρια της οργάνωσης Blueprint, η οποία υποστηρίζει την ελευθερία του λόγου. «Ηταν η καλύτερη έκβαση, έπειτα από 12 χρόνια στέρησης της ελευθερίας του για το “έγκλημα” της δημοσίευσης», λέει στην «Κ» η Ντρέιφους σε τηλεφωνική συνομιλία από την Αυστραλία. «Ο Ασάντζ ξεκαθάρισε απόλυτα τη θέση του στο δικαστήριο. Είπε ότι είχε δεχτεί τα έγγραφα από μια πηγή όπως θα έκανε κάθε δημοσιογράφος και θεωρούσε ότι είχε το δικαίωμά να τα δημοσιοποιήσει, βάσει της Πρώτης Τροπολογίας του αμερικανικού συντάγματος».

Η Ντρέιφους αναγνωρίζει στον Ασάντζ τις ιδιότητες του «δημοσιογράφου και του εκδότη ο οποίος συνεργάζεται με μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος». «Για κάποιον που βγαίνει από τη φυλακή έπειτα από πέντε χρόνια, είναι σύνηθες να νιώθει μπερδεμένος, να έχει χάσει τον προσανατολισμό του. Επηρεάστηκε, τόσο σωματικά όσο και ψυχολογικά. Το μεγαλύτερο μαρτύριο στον εγκλεισμό μέσα σε ένα κελί δύο επί τρία επί 23 ώρες την ημέρα είναι το να μην ξέρεις πότε και εάν θα βγεις έξω. Να μην μπορείς να φανταστείς το μέλλον σου, αυτό είναι βασανιστήριο», επισημαίνει.

Η δίωξη που του ασκήθηκε και η ομολογία ενοχής πρέπει να μας ανησυχήσουν. Μπορεί όλο αυτό να αποδειχθεί προβληματικό στο μέλλον για όσους έχουν πρόσβαση σε απόρρητες πληροφορίες. Κρίστιαν Κρίστενσεν Καθηγητής Δημοσιογραφίας στο Πανεπιστήμιο της Στοκχόλμης

Στην έπαυλη

Ηταν Φεβρουάριος του 2011, όταν δύο Ελληνες δημοσιογράφοι, ο Χάρης Καρανίκας και ο Νότης Παπαδόπουλος, συνάντησαν τον Ασάντζ στη Βρετανία. Ο ιδρυτής των WikiLeaks αντιμετώπιζε ήδη κατηγορίες για σεξουαλικά αδικήματα κατά δύο γυναικών στη Σουηδία. Βρισκόταν σε κατ’ οίκον περιορισμό, υπό ηλεκτρονική επιτήρηση, σε μια έπαυλη τρεις ώρες έξω από το Λονδίνο που του είχε παραχωρήσει ο πολεμικός ανταποκριτής και υποστηρικτής του Βον Σμιθ. Ο Ασάντζ είχε αρνηθεί τις κατηγορίες, υποστηρίζοντας ότι ήταν μια πρόφαση για να εκδοθεί στις ΗΠΑ. Τελικά το 2019 απαλλάχθηκε μια και οι σουηδικές αρχές απέσυραν την έρευνα.

Εκείνη η συνάντηση με τους Ελληνες δημοσιογράφους κράτησε λιγότερο από ώρα. Ο Καρανίκας λέει στην «Κ» ότι ο Ασάντζ έδειχνε μεν προσιτός, αλλά υπήρχε μια αμφιθυμία, «έμοιαζε ήδη σαν να έχει τον αέρα του σταρ». Θυμάται ότι προτού μιλήσουν είδε από μια μισάνοιχτη πόρτα μια φωτογράφιση που έκανε ο Ασάντζ για ένα περιοδικό. Απέναντί του είχε μια σωσία της Χίλαρι Κλίντον, με την οποία θα έπαιζαν πόκερ.

Ο Ασάντζ τους έδειξε έπειτα το σημάδι που του είχε αφήσει το βραχιολάκι στο πόδι και σφράγισε τη συμφωνία τους για συνεργασία στις 11.30 το πρωί, σερβίροντας ένα σφηνάκι αράκ, το παραδοσιακό ποτό της Μέσης Ανατολής που θυμίζει τσίπουρο με γλυκάνισο. Το επίμαχο υλικό στο οποίο αργότερα θα αποκτούσαν πρόσβαση αφορούσε τα απόρρητα τηλεγραφήματα των αμερικανικών πρεσβειών.

Ο Καρανίκας τονίζει ότι η συμφωνία τους περιελάμβανε τότε την απάλειψη ευαίσθητων δεδομένων από τα τηλεγραφήματα, όπως το όνομα κάποιου συνεργάτη των Αμερικανών. Οι δημοσιογράφοι εντόπιζαν αυτά τα σημεία και έπειτα ενημέρωναν τα WikiLeaks ώστε να διαγράψει τα ίδια ευαίσθητα δεδομένα προτού δημοσιεύσει κάθε σχετικό τηλεγράφημα. Αυτή η τακτική τηρήθηκε και από τις δύο πλευρές. Αργότερα, ωστόσο, σε άλλες περιπτώσεις τα WikiLeaks ακολούθησαν την πρακτική της μαζικής δημοσίευσης, χωρίς έλεγχο.

Η κριτική

Οι σχέσεις του Ασάντζ με μεγάλες εφημερίδες όπως οι New York Times δεν ήταν πάντα αγαστές. Το 2011, σε μακροσκελές κείμενό του, ο τότε διευθυντής της εφημερίδας, Μπιλ Κέλερ, σημείωνε ότι θα δίσταζε να περιγράψει ως δημοσιογραφία αυτό που κάνουν τα WikiLeaks. Ενα χρόνο αργότερα, φανερά ενοχλημένος, σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Guardian ο Ασάντζ δήλωνε ότι είναι προπαγάνδα όσα διαδίδονται σχετικά με την αποκάλυψη ονομάτων πληροφοριοδοτών και ότι δεν είχε κινδυνέψει κάποιος, ούτε είχε υπάρξει κάποιο θύμα από τις διαρροές των WikiLeaks.

Ακόμη πιο έντονη, πάντως, υπήρξε η κριτική που δέχτηκε το 2016, με τη δημοσίευση χιλιάδων e-mails των Δημοκρατικών και της προεκλογικής εκστρατείας της Κλίντον, τροφοδοτώντας σενάρια για εμπλοκή με τις ρωσικές μυστικές υπηρεσίες (στις οποίες αποδιδόταν το χακάρισμα) και απόπειρα ανάμειξης στις αμερικανικές εκλογές.

Σε ένα επικριτικό άρθρο της τότε στους New York Times, η ακαδημαϊκός Ζεϊνέπ Τουφεκσί είχε διαφωνήσει με την πρακτική της ανεξέλεγκτης μαζικής δημοσιοποίησης τεράστιου όγκου δεδομένων. Εγραφε ότι αυτή η προσέγγιση δεν διαφωτίζει αλλά συσκοτίζει, καθώς συγχέεται το σημαντικό με το επουσιώδες. Ο Κρίστενσεν λέει ότι είναι προβληματική η προσέγγιση της μαζικής δημοσίευσης ανοιχτών δεδομένων ιδίως όταν οι πληροφορίες αφορούν πολίτες αυταρχικών καθεστώτων. Στη θεωρία μπορεί να ακούγεται καλό, αλλά στην πράξη μπορεί να ενέχει κινδύνους.

Η Ντρέιφους υποστηρίζει ότι ο Ασάντζ είναι υπεύθυνος για καινοτομίες, ακόμη και για το γεγονός ότι τόσα διεθνή ΜΜΕ συνεργάστηκαν τα πρώτα χρόνια για να δημοσιεύσουν τις αποκαλύψεις. Τώρα, όπως τονίζει η ίδια, πρέπει να βρει τον χώρο και τον χρόνο για να ηρεμήσει. «Χρειάζεται την οικογένειά του», λέει.

Τζούλιαν Ασάντζ: Ιεραπόστολος ή σαμποτέρ;-1
Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT