Επτασφράγιστο μυστικό έως και την τελευταία στιγμή, ακόμη και για ορισμένους πολύ στενούς συνεργάτες του, είχε κρατήσει ο Τζο Μπάιντεν την απόφασή του να ανακοινώσει ότι αποσύρεται από την κούρσα της προεδρίας.
Αργά το απόγευμα του Σαββάτου ο πρόεδρος των ΗΠΑ ήρθε σε επικοινωνία με τον σύμβουλό του Στιβ Ρικέτι, καθώς και με τον για χρόνια έμπιστο συνεργάτη και λογογράφο του Μάικ Ντόνιλον. Σύντομα και οι δύο βρέθηκαν στο Rehoboth, εκεί όπου ο Μπάιντεν είχε μετακινηθεί για να αναρρώσει από τον κορωνοϊό.
Από εκείνο το απόγευμα και μέχρι αργά τη νύχτα, οι τρεις τους κλήθηκαν να εργαστούν στη συγγραφή της ίσως πιο σημαντικής και ιστορικής επιστολής της προεδρίας του κ. Μπάιντεν: της ανακοίνωσης της απόφασής του να αποσυρθεί από την εκστρατεία επανεκλογής του.
Ο Μπάιντεν είχε αποφασίσει να μην ενημερώσει τους περισσότερους συνεργάτες του, παρά μόνο μερικές στιγμές πριν κάνει την ιστορική ανακοίνωση μέσω των social media.
Η αντιπρόεδρος Κάμαλα Χάρις, την οποία ο Μπάιντεν υποστήριξε για το χρίσμα αμέσως μετά, είχε έρθει σε επικοινωνία μαζί του νωρίτερα το πρωί της Κυριακής, όπως και ο Τζεφ Ζάιεντς, επικεφαλής του επιτελείου του, και η Τζεν Ο’Μάλι Ντίλον, επίσης στενή συνεργάτις του. Μερικοί άλλοι σύμβουλοί του ενημερώθηκαν απευθείας από τον πρόεδρο στη διάρκεια βιντεοκλήσης στο Zoom, ενώ δεν ήταν λίγοι εκείνοι που ενημερώθηκαν για την απόφαση Μπάιντεν απευθείας από την ανάρτησή του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Οι δύο «πραγματικότητες»
Η τελική απόφαση του Μπάιντεν, παρότι για ορισμένους ήταν αναμενόμενη, ήρθε σε αντιδιαστολή με την τακτική των οργισμένων διαψεύσεων που είχαν ακουστεί τις τελευταίες ημέρες από το «στρατόπεδο» του Μπάιντεν. Οπως αναφέρει ρεπορτάζ των New York Times, ο πρόεδρος είχε φροντίσει οι πληροφορίες να μείνουν αυστηρά ελεγχόμενες μεταξύ ενός μικρού κύκλου φίλων, μακροχρόνιων συνεργατών και μελών της οικογένειας – κάτι το οποίο συνέβαινε και σε άλλες περιστάσεις στη διάρκεια της προεδρίας του, αλλά κορυφώθηκε με την κρίση που διαμορφώθηκε στους Δημοκρατικούς μετά την παρουσία του στο ντιμπέιτ.
Από τη στιγμή που ο πρόεδρος έφτασε στο Ντέλαγουερ έχοντας διαγνωστεί με κορωνοϊό, αργά το βράδυ της Τετάρτης, λέγοντας στους δημοσιογράφους «είμαι καλά», άρχισαν να διαμορφώνονται δύο παράλληλες «πολιτικές πραγματικότητες», όπως σχολιάζουν χαρακτηριστικά οι NYT. Η μία αφορούσε τη δημόσια εικόνα που το στρατηγείο του Μπάιντεν εξέπεμπε και επικεντρωνόταν στην υπεράσπιση της υποψηφιότητάς του. Και η άλλη το παρασκήνιο και τις διαβουλεύσεις που λάμβαναν χώρα εντός του σπιτιού του προέδρου στο Ντέλαγουερ.
Σύμφωνα με τους New York Times, σχεδόν κανείς εκτός του σπιτιού δεν γνώριζε τι σκεφτόταν ο Μπάιντεν μέχρι που ανάρτησε τη δήλωσή του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης την Κυριακή. Μέχρι εκείνη τη στιγμή, οι σύμμαχοι και υποστηρικτές του δεν είχαν άλλη επιλογή από το να υποθέτουν ότι πράγματι παραμένει μέσα στο παιχνίδι και ότι δεν θα θέσει εαυτόν εκτός κούρσας.
Κάπως έτσι, ακόμη και λίγες ώρες πριν από την τελική ανακοίνωση, πρόσωπα από το στενό περιβάλλον του Μπάιντεν υποστήριζαν δημόσια ότι ο πρόεδρος «παραμένει μέσα στο παιχνίδι». Την ίδια στιγμή, όμως, οι φωνές από το εσωτερικό του Δημοκρατικού Κόμματος που ζητούσαν την απόσυρσή του πύκνωναν.
Σύμφωνα με τους New York Times, υπό αυτές τις συνθήκες, άνθρωποι που βρίσκονται κοντά στον πρόεδρο ανέφεραν ότι ο Τζο Μπάιντεν αντιλαμβανόταν το βάρος της περίστασης, χωρίς όμως να έχει αποσαφηνιστεί αν έχει λάβει κάποια οριστική απόφαση.
Μέχρι το βράδυ της Παρασκευής, ορισμένοι άνθρωποι πολύ κοντά στον πρόεδρο διαισθάνονταν ότι επίκεινται εξελίξεις, εκτιμώντας ότι το τέλος της εκστρατείας του Μπάιντεν φαινόταν αναπόφευκτο. Μέχρι και το βράδυ της Παρασκευής, συνεργάτες του προέδρου που είχαν έρθει σε επικοινωνία μαζί του για να τον ενθαρρύνουν να συνεχίσει άκουγαν διαβεβαιώσεις από τον ίδιο ότι «θα παραμείνει στη μάχη».
Το πρωί του Σαββάτου, στην καθιερωμένη σύσκεψή τους, σύμβουλοι και μέλη του επιτελείου του Μπάιντεν συνεδρίασαν περιμένοντας κάποια ανακοίνωση αναφορικά με το μέλλον της υποψηφιότητας του προέδρου των ΗΠΑ. Προς έκπληξη πολλών το περιεχόμενο της συνεδρίασης κυλούσε σαν να μην έχει συμβεί τίποτα τις προηγούμενες ημέρες, μέχρι τη στιγμή που ορισμένοι έθεσαν επί τάπητος τον «ελέφαντα στο δωμάτιο», χωρίς παρ’ όλα αυτά η συζήτηση να καταλήξει σε κάποιο συμπέρασμα.
Τα τρία τηλεφωνήματα
Τα πρώτα ξεκάθαρα σημάδια ότι ο Τζο Μπάιντεν έκλινε προς την τελική του απόφαση άρχισαν να γίνονται έκδηλα το απόγευμα του Σαββάτου στη διάρκεια μιας συζήτησης που είχε με συνεργάτες του.
Ο πρόεδρος εντέλει επέλεξε να ανακοινώσει την απόφασή του με επιστολή αντί μέσω μηνύματος στην κάμερα και εργάστηκε για τη σύνταξή της με την Τζεν Ο’Μάλι Ντίλον, συγγραφέα πολλών από των λόγων του προέδρου, ενώ ο Στιβ Ρικέτι επικεντρώθηκε στα επόμενα βήματα μετά την ανακοίνωση.
Το περιεχόμενο της επιστολής οριστικοποιήθηκε την Κυριακή, ακόμη και όταν ανυποψίαστοι αξιωματούχοι του Λευκού Οίκου και σύμμαχοι του προέδρου εξακολουθούσαν να «κατακλύζουν» τους δημοσιογράφους με σχόλια για το πόσο αποφασισμένος ήταν ο πρόεδρος να παραμείνει στην κούρσα.
Τα τρία πρώτα πρόσωπα που ενημερώθηκαν ήταν η Κάμαλα Χάρις, ο Τζεφ Ζάιεντς και η Τζεν Ο’Μάλι Ντίλον, ο καθένας σε ξεχωριστά προσωπικά τηλεφωνήματα που είχαν με τον Τζο Μπάιντεν.
Την Κυριακή στις 13.45 (ώρα Αμερικής), ένα λεπτό πριν ο Μπάιντεν δημοσιεύσει την επιστολή, ανακοίνωσε την απόφασή του σε αρκετούς συμβούλους του. Τους διάβασε την επιστολή και κατόπιν τους ευχαρίστησε.
Αποφάσισε να ανακοινώσει το τέλος της υποψηφιότητάς του στο X, επειδή έτσι θα είχε τη δυνατότητα να το κάνει «με τον τρόπο του», αποφεύγοντας ίντριγκες και διαρροές που ταλαιπώρησαν την εκστρατεία του τις τελευταίες εβδομάδες. Η ανάρτηση ανέβηκε στις 13.46.
Στις τάξεις του Λευκού Οίκου κάποιοι είχαν σοκαριστεί, άλλοι έκλαιγαν και άλλοι ήταν ανακουφισμένοι για τις νέες προοπτικές που ανοίγονταν στην προεκλογική εκστρατεία.
Πηγή: New York Times