Επιμέλεια: Κατερίνα Αγριμανάκη
Ακούστε το άρθρο
Η πολιτική διαδρομή μισού και πλέον αιώνα
Θρυλείται πως, όταν ο βασιλιάς Γεώργιος Γ’ άκουσε ότι ο Τζορτζ Ουάσιγκτον αποφάσισε να αποσυρθεί μετά τη δεύτερη θητεία του, παρατήρησε: «Αν το κάνει αυτό, θα είναι ο σπουδαιότερος άνθρωπος στον κόσμο».
To ίδιο πιθανώς να έλεγε σήμερα και για τον Τζο Μπάιντεν. Ο Αμερικανός πρόεδρος, ο οποίος έχει αποσυρθεί τις τελευταίες ημέρες στο Ντέλαγουερ λόγω Covid, τερμάτισε την Κυριακή την εκστρατεία επανεκλογής του για την προεδρία. «Hταν μια ανιδιοτελής απόφαση με την οποία έβαλε το συμφέρον της χώρας πάνω από το δικό του, μια ευγενής πράξη που πολλοί αντιπαραβάλλουν με τον ναρκισσισμό του αντιπάλου του Ντόναλντ Τραμπ» σχολιάζει ο ανταποκριτής του Guardian στην Ουάσιγκτον, Ντέιβιντ Σμιθ.
Η απόσυρση Μπάιντεν προλειαίνει τον (σύντομο) δρόμο προς ένα εντελώς διαφορετικό είδος εκλογικής διαδικασίας έως τον Νοέμβριο. Hδη, ο ίδιος ο Μπάιντεν όπως και κορυφαία στελέχη του Δημοκρατικού κόμματος έσπευσαν να στηρίξουν την Κάμαλα Χάρις ενόψει Συνεδρίου, ενώ η προεκλογική εκστρατεία των Δημοκρατικών επί της ουσίας ξεκινά ξανά. Αν τελικά η 59χρονη αντιπρόεδρος λάβει το χρίσμα των Δημοκρατικών, σχολιάζει ο Guardian, πλέον το ζήτημα ψυχικής επάρκειας και ηλικίας γίνεται πρόβλημα των Ρεπουμπλικανών.
Η ανακοίνωση-σοκ του Μπάιντεν σηματοδοτεί το τέλος μιας μακράς, αξιοσημείωτης προσωπικής πολιτικής πορείας άνω του μισού αιώνα. Εξελέγη γερουσιαστής σε ηλικία μόλις 29 χρόνων, όταν πολλοί έκριναν πως ήταν υπερβολικά νέος και άπειρος για τη θέση. Επειτα από πολλαπλές οικογενειακές τραγωδίες, δύο ατελέσφορες εκστρατείες για τον Λευκό Οίκο, μία θητεία στη θέση του αντιπροέδρου και τελικά μία τετραετία στον Λευκό Οίκο, ο Μπάιντεν στα 81 του χρόνια επικρίθηκε τον τελευταίο χρόνο ως υπερβολικά ηλικιωμένος για μία δεύτερη θητεία.
Επειτα από ασφυκτικές πιέσεις, αντεγκλήσεις ημερών και αναταραχή στους κόλπους των Δημοκρατικών, επέλεξε να αποσυρθεί πανηγυρικά, κερδίζοντας το «χειροκρότημα» αυτών που του επέβαλαν την απόφαση αυτή.
«Η ζωή του Μπάιντεν κυμάνθηκε μεταξύ απροσδόκητου θριάμβου και άφατης απώλειας. Κέρδισε εκλογές και έχασε. Εκανε οικογένεια, έχασε μέρος της, ξαναέκανε και έχασε πάλι μέρος της. Σκληραγωγημένος από την εμπειρία, ο Μπάιντεν αντιλαμβάνεται πως η πολιτική έχει συναλλακτική φύση και ημερομηνία λήξης», σημειώνει το NBC.
Ο ίδιος κέρδισε μια θέση στη Γερουσία το 1972, εκτοπίζοντας τον επί μακρόν Ρεπουμπλικανό Κέιλεμπ Μπογκς, σε ηλικία μόλις 29 ετών, ενώ δεν πληρούσε τότε το ελάχιστο ηλικιακό όριο της Γερουσίας.
Ηταν νέος, γοητευτικός και το πολιτικό του μέλλον φαινόταν μπροστά του ανεξάντλητο. Μέχρι τη στιγμή που ο κόσμος του κατέρρευσε.
Προτού ορκιστεί γερουσιαστής, η σύζυγός του Νέιλια και η 13 μηνών κόρη τους, Ναόμι, σκοτώθηκαν σε τροχαίο δυστύχημα, όταν φορτηγό εμβόλισε το Chevy station wagon της οικογένειας ενώ είχαν βγει για ψώνια για χριστουγεννιάτικο δέντρο. Οι δύο μικροί γιοι του Μπάιντεν, Μπο και Χάντερ, τραυματίστηκαν σοβαρά.
Ο Μπάιντεν κλονίστηκε τόσο πολύ από το δυστύχημα που παραλίγο να απαρνηθεί την καθολική του πίστη, σκεπτόμενος ακόμη και να παραιτηθεί από την έδρα της Γερουσίας που μόλις είχε κερδίσει.
«Είχα χάσει τη γη κάτω από τα πόδια μου» έγραφε κατοπινά στα απομνημονεύματά του, «Promises to Keep». «Καμία λέξη, καμία προσευχή, κανένα κήρυγμα δεν μου πρόσφερε ανακούφιση. Ενιωθα ότι ο Θεός μου είχε παίξει ένα φρικτό παιχνίδι και ήμουν οργισμένος. Δεν έβρισκα καμία παρηγοριά στην Εκκλησία».
Μία από τις τότε εμβληματικές μορφές της αμερικανικής Γερουσίας, ο Δημοκρατικός Μάικ Μάνσφιλντ από τη Μοντάνα, τηλεφωνούσε διαρκώς στον Μπάιντεν, παρακαλώντας τον να καλύψει τη θέση που είχε κερδίσει στη Γερουσία, ενώ εκείνος καθόταν αδιάκοπα στο πλευρό των γιων του, στο δωμάτιο ενός νοσοκομείου. Ο Μπάιντεν υποχώρησε και συμφώνησε να αναλάβει τα καθήκοντά του, επιστρέφοντας με το τρένο Amtrak από την Ουάσιγκτον κάθε μέρα που συνεδρίαζε η Γερουσία, ώστε τα αγόρια να μη μείνουν μόνα τους.
Μετά τον θάνατο της Νέιλια, η αδελφή του Βάλερι και ο αδελφός του Τζίμι ανέλαβαν να βοηθήσουν στην ανατροφή των γιων του.
Το 1977, ο Μπάιντεν ξαναπαντρεύτηκε. Η Τζιλ Μπάιντεν καθηγήτρια σε κοινοτικό κολέγιο, έμελλε να γίνει η αφοσιωμένη σύντροφος και μητέρα των παιδιών του. Οταν ο Μπάιντεν εξέταζε το να διεκδικήσει την προεδρία το 2004, η Τζιλ έδειξε τα «δόντια» της, μπαίνοντας με μπικίνι στο δωμάτιο όπου ο σύζυγός της είχε συνάντηση με τους συμβούλους του, γράφοντας στο στομάχι της «όχι».
Ο Μπάιντεν πέρασε 36 χρόνια στη Γερουσία, όπου αναδείχτηκε πανεθνικά ως επικεφαλής της δικαστικής επιτροπής σε δύο από τις πιο πολωτικές επιλογές του Ανώτατου Δικαστηρίου στην ιστορία των ΗΠΑ – του Ρόμπερτ Μπορκ και του Κλάρενς Τόμας.
Κατά τη διάρκεια της θητείας του στη Γερουσία, διεκδίκησε δύο αποτυχημένες υποψηφιότητες για την προεδρία. Η πρώτη, το 1988, διεκόπη ταπεινωτικά. Ο Μπάιντεν εγκατέλειψε την κούρσα εν μέσω καταγγελιών για λογοκλοπή στις προεκλογικές του ομιλίες.
Προσπάθησε ξανά το 2008 και εγκατέλειψε την κούρσα αμέσως μετά την πέμπτη θέση στις εκλογές της Αϊόβα. Ο έμπειρος πολιτικός καριέρας από το Ντέλαγουερ φαινόταν να μην μπορεί να ανταγωνιστεί τον εύγλωττο νεαρό γερουσιαστή από το Ιλινόι, Μπαράκ Ομπάμα.
Ωστόσο, ο Μπάιντεν κέρδισε το απόλυτο βραβείο «παρηγοριάς», όπως σχολιάζει το NBC, όταν ο Ομπάμα τον επέλεξε ως υποψήφιο αντιπρόεδρό του.
Ο Μπάιντεν δεν γνώριζε καλά τον Ομπάμα στην αρχή, αλλά σύντομα έγινε φίλος και έμπιστος. Ως αντιπρόεδρος, πίεζε να είναι το τελευταίο πρόσωπο όταν ο Ομπάμα καλείτο να λάβει τις πιο σημαντικές αποφάσεις – αν και η παλαιάς κοπής προσωπικότητά του δεν ταίριαζε πάντα με τη συνεκτική, πειθαρχημένη διακυβέρνηση του Ομπάμα.
Το 2012, πολλοί, ακόμη και σύμβουλοι του Ομπάμα, θεώρησαν «τρικλοποδιά» από πλευράς Μπάιντεν τη δημόσια υποστήριξή του στο γάμο ομόφυλων ζευγαριών, τη στιγμή που ο πολιτικός του προϊστάμενος ακόμη αμφιταλαντευόταν.
Τα τελευταία χρόνια της αντιπροεδρίας του η οικογένεια Μπάιντεν χτυπήθηκε από μια νέα τραγωδία. Ο γιος του Μπο πέθανε το 2015 σε ηλικία 46 ετών, διακόπτοντας τη δική του πολλά υποσχόμενη πολιτική καριέρα. Πρώην γενικός εισαγγελέας, ο Μπο Μπάιντεν εθεωρείτο πως είχε βλέψεις για την προεδρία. Με τον θάνατό του, ο Μπάιντεν έχασε τον πρωτότοκο και πιθανό κληρονόμο του, τον οποίο περιέγραψε ως «ψυχή» του.
Θρηνώντας για την απώλεια, ο Μπάιντεν επέλεξε να μη θέσει υποψηφιότητα για την προεδρία το 2016. Είναι αμφίβολο αν θα κέρδιζε ούτως ή άλλως, λένε οι αναλυτές, καθώς οι κορυφαίες προσωπικότητες των Δημοκρατικών στήριζαν τη Χίλαρι Κλίντον – η οποία κέρδισε το χρίσμα, αλλά έχασε από τον Ντόναλντ Τραμπ.
Χωρίς δύναμη, ο Μπάιντεν αποφάσισε να οργανώσει μια ακόμη εκστρατεία το 2020. Καταλύτης για την απόφασή του αυτή, όπως έχει πει, ήταν η σύγκρουση μεταξύ ακροδεξιών εξτρεμιστών και αντιδιαδηλωτών στο Σάρλοτσβιλ της Βιρτζίνια. Το 2017, λευκοί εθνικιστές διοργάνωσαν μια συγκέντρωση για να διαμαρτυρηθούν για την απομάκρυνση ενός αγάλματος του Ρόμπερτ Ε. Λι, του στρατηγού της Συνομοσπονδίας που ηγήθηκε του Νότου στον Εμφύλιο Πόλεμο. Η Χέδερ Χάιερ, 32 ετών, έχασε τη ζωή της όταν ένας νεοναζί έπεσε με το αυτοκίνητό του πάνω της και σε άλλους που ήρθαν να διαμαρτυρηθούν για την πορεία.
Σε συνέντευξη Τύπου που ακολούθησε, ο Τραμπ είπε ότι μεταξύ των διαδηλωτών και των ακροδεξιών, υπήρχαν «πολύ καλοί άνθρωποι και στις δύο πλευρές».
Εκφράζοντας τον αποτροπιασμό του για τις δηλώσεις αυτές, ο Μπάιντεν μπήκε στην κούρσα για το 2020, λέγοντας ότι δεν διακυβεύεται τίποτα λιγότερο από την «ψυχή του έθνους».
Βλέποντας τον Μπάιντεν ως τον ικανότερο υποψήφιο για να εκθρονίσει τον Τραμπ, οι Δημοκρατικοί σύντομα συσπειρώθηκαν γύρω από την υποψηφιότητά του και το εκλογικό σώμα, εξαντλημένο από την Covid και τον Τραμπ, έδωσε στον Μπάιντεν τη νίκη που του έλειπε.
Στη μοναδική του αυτή θητεία, ο Μπάιντεν πέτυχε, σύμφωνα με τα αμερικανικά μέσα, αξιοσημείωτες επιτυχίες, περνώντας με ισχνή πλειοψηφία στο Κογκρέσο κομβικά νομοθετήματα για την αναβάθμιση των «σκουριασμένων» υποδομών της χώρας, την επέκταση των πηγών καθαρής, ανανεώσιμης ενέργειας και την τόνωση της εθνικής οικονομίας που βρισκόταν σε ύφεση λόγω της πανδημίας της Covid.
Ο ίδιος, επικαλούμενος το προχωρημένο της ηλικίας του, είχε αφήσει να εννοηθεί πως θα αποχωρήσει από τον Λευκό Οίκο μετά την πρώτη θητεία του, σχέδια ωστόσο που εκτροχίασαν λογής παράγοντες.
Από τη μία, οι Δημοκρατικοί του Μπάιντεν ξεπέρασαν τις προσδοκίες στις ενδιάμεσες εκλογές του 2022, διατηρώντας την πλειοψηφία στη Γερουσία και χάνοντας οριακά μόνο τη Βουλή των Αντιπροσώπων. Από την άλλη, η ανυπαρξία κάποιου σημαντικού αντιπάλου που θα αμφισβητούσε την υποψηφιότητά του και η υπερεκτίμηση του έργου του (σ.σ. είχε υποστηρίξει πως είχε πετύχει σε μία θητεία περισσότερα απ’ ό,τι ο Ομπάμα και ο Κλίντον σε δύο και πως η θητεία του ήταν «η πιο επιτυχημένη» της σύγχρονης ιστορίας), οδήγησαν τον Μπάιντεν ξανά στη διεκδίκηση της δεύτερης θητείας του.
«Ισως η μεγαλύτερη πρόκληση για να θέσει εκ νέου υποψηφιότητα ήταν ο άλλοτε και μελλοντικός του αντίπαλος. Εχοντας νικήσει μια φορά τον Τραμπ, ο Μπάιντεν θεώρησε τον εαυτό του ως τον πλέον κατάλληλο για να τον νικήσει ξανά και να καταστείλει ένα πολιτικό κίνημα MAGA (σ.σ Make America Great Again) που θεωρεί απειλή για τη δημοκρατική τάξη του έθνους» σημειώνει το NBC.
Η οικογενειακή συντριβή συνόδευε τον Μπάιντεν σε κάθε στάδιο της πολιτικής του ανέλιξης. Ακόμη και όταν έφτασε στον Λευκό Οίκο, δεν μπόρεσε να ξεφύγει από αυτήν.
Ο γιος του Χάντερ πάλευε με τον εθισμό στα ναρκωτικά και τα νομικά προβλήματα που είχαν ως αποτέλεσμα την καταδίκη του, τον Ιούνιο, για τρεις κακουργηματικές κατηγορίες για όπλα. Ο Χάντερ βρίσκεται αντιμέτωπος με ακόμη μια ποινική δίκη τον Σεπτέμβριο με την κατηγορία της φοροδιαφυγής.
Παρ’ ότι κάποιοι από τους συμβούλους του θεωρούσαν τον Χάντερ πολιτικό βαρίδι, για τον Μπάιντεν ήταν η «καρδιά» του και έμεινε στο πλευρό του σταθερά.
«Είναι ένας από τους πιο αξιοπρεπείς ανθρώπους στην πολιτική», δήλωσε για τον Μπάιντεν ο Γουίλιαμ Ντέιλι, πρώην προσωπάρχης του Λευκού Οίκου επί Ομπάμα.
Ανώτερος αξιωματούχος του Λευκού Οίκου θυμάται ότι μπαίνοντας στο Οβάλ Γραφείο μια ζεστή καλοκαιρινή μέρα για να ενημερώσει τον πρόεδρο, εκείνος έλειπε, έχοντας το σακάκι του κρεμασμένο στην καρέκλα πίσω από το γραφείο Resolute.
Λίγα λεπτά αργότερα, ένας κάθιδρος Μπάιντεν, με τα μανίκια σηκωμένα και τη γραβάτα του λυμένη, μπήκε ξανά μέσα και ζήτησε συγγνώμη για την καθυστέρηση. Είχε βγει στο νότιο γκαζόν για να ευχαριστήσει τους κηπουρούς που εργάζονταν εκείνη την ημέρα.
Οταν η θητεία του λήξει στις 20 Ιανουαρίου, ο Μπάιντεν θα επιστρέψει εκεί απ’ όπου ξεκίνησαν όλα, στο σπίτι του στο Ντέλαγουερ.
Πηγή: Guardian/NBC/Washington Post/ΑΡ