Ολυμπιακοί Αγώνες 2024: Το κυνήγι των εικόνων και τα «πάθη» του Δείπνου

Ολυμπιακοί Αγώνες 2024: Το κυνήγι των εικόνων και τα «πάθη» του Δείπνου

Ξαφνικά η πλήξη του θεάματος έγινε αντιληπτή ως χυδαιότητα και η αποδοχή του «Αλλου» μετατράπηκε σε θυμό, οπότε ήταν προφανές πως θα ξεκινούσαν –όχι πάντα γόνιμες και συμπεριληπτικές– αντιδράσεις

3' 32" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Με πόσα νέα αθλήματα έχουν εμπλουτισθεί οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 2024 στο Παρίσι; Hδη με τρία κατηγορίας Freestyle, το Skateboard, το Breakdance και το BMX, γοητευτικά για μια γενιά που μεγαλώνει στα τσιμέντα των πόλεων ή στα βουνά γύρω τους και αθλείται παίζοντας –ακόμη– ερασιτεχνικά: η γενιά που γνωρίζει το βίντεο γκέιμ «Assassin’s Creed», άρα αναγνώρισε «σωστά» τη μυστηριώδη φιγούρα με τη δάδα στο παρκούρ –άνδρα ή γυναίκα δεν το μάθαμε ποτέ–, ενώ εγώ έβλεπα έναν Κουασιμόδο χωρίς πρόσωπο να παίζει επικίνδυνα με τη βαρύτητα, έβλεπα όμως και το «Κόκκινο μπαλόνι», την ταινία του 1956, ένα μπαλόνι να πλανιέται sur les tois de Paris. Αλλα τα χρόνια εκείνα, άλλες οι γνώσεις πάνω στο γαλλικό μυθιστόρημα, άρα επιτρεπτοί όλοι οι συνειρμοί;

Με τα καυτά σχόλια στα οποία επιδόθηκε, η κοινότητα του Διαδικτύου αθλήθηκε κι αυτή, θα έλεγε κανείς με μια γερή δόση ειρωνείας, σε εκτός αγώνων αθλήματα: στην «Ελεύθερη πτώση με αλεξίπτωτο» (Skydiving), στην «Ελεύθερη πτώση» (Freediving), ακόμη και στο μπάντζι τζάμπινγκ! Αθλήματα εξ ορισμού επικίνδυνα για όποιον δεν γνωρίζει το ατομικό κέντρο βάρους του, με μοναδικό σκοπό τη συμφωνία ή διαφωνία πάνω στα ποικίλα σημαίνοντα και τα σημαινόμενα ενός εφήμερου υπερθεάματος, με εφόδια την ικανότητα, έστω πρόχειρης, ερμηνείας των εικόνων.

Οι υπομονετικότεροι από εμάς ήμασταν αποφασισμένοι να παρακολουθήσουμε τη φετινή τελετής έναρξης, αφού υποσχόταν για πρώτη φορά επεισόδια εκτός σταδίου, με παρέλαση των εθνικών αθλητικών ομάδων μέσα σε ποταμόπλοια, ανταγωνιζόμενη διάσημα παριζιάνικα κτίρια. Ο χρόνος προβολής τους μάκραινε απελπιστικά, ενώ οι συνειρμοί γύρω από τις «πειραγμένες» αναπαραστάσεις που παρήλαυναν μπροστά μας –από τη «Ζιζί Ζανμέρ» της Lady Gaga, το «Φάντασμα της Οπερας», τη «Στέψη του Ναπολέοντα», πίνακες του Ζορζ ντε Λα Τουρ που απέδρασαν βιαστικά από το Λούβρο και μισοπνίγηκαν στα νερά του Σηκουάνα, την κλοπή της «Τζοκόντα», την «Ελευθερία να οδηγεί τον λαό» του Ντελακρουά, τη «Σχεδία της Μέδουσας» του Ζερικό, τη βιομηχανία του μέγα χορηγού Louis Vuitton– κυνηγούσαν ο ένας τον άλλον, χωρίς πάντα ουσιαστικά σχόλια των τηλεπαρουσιαστών.

Εν ολίγοις, φθάσαμε στην αναπαράσταση που ενόχλησε περισσότερο –οι υπόλοιπες μάλλον βύθισαν σε αναμενόμενη συμπεριληπτική πλήξη– και αυτή ήταν η «αναδημιουργία» του «Μυστικού Δείπνου» του Ντα Βίντσι. Τη θέση του Ιησού καταλάμβανε μια υπέρβαρη γυναίκα με φωτεινό διάδημα –σαφής υπόμνηση φωτοστέφανου– και με κουίρ και τρανς συνδαιτυμόνες. Ξαφνικά η πλήξη του θεάματος έγινε αντιληπτή ως χυδαιότητα και από αποδοχή του «Αλλου» μετατράπηκε σε θυμό, οπότε ήταν προφανές πως θα ξεκινούσαν –όχι πάντα γόνιμες και συμπεριληπτικές– αντιδράσεις. Ο καλλιτεχνικός διευθυντής δεν κατάφερε να πείσει με τις εξηγήσεις του. Kάποιος μάλιστα προσκόμισε τη δυνατότητα έμπνευσης από έργο λιγότερο γνωστού, άρα σαφέστατα αδύναμου της φλαμανδικής σχολής, που παρωδούσε –όπως συνηθίζεται με τα σπουδαία έργα τέχνης– την τοιχογραφία του Ντα Βίντσι. Δυστυχώς, το «κόλπο» δεν έπιασε και έτσι το απορημένο κοινό σάστιζε όλο και παραπάνω, ιδίως όταν ξαφνικά εμφανίστηκε ένας γαλαζωπός, σαν από πνιγμό, θεός Διόνυσος, έτοιμος για σερβίρισμα από την πιατέλα στο μεγάλο τραπέζι. Να ήταν πράγματι ο Διόνυσος πατέρας της νύμφης Σηκουάνα; Αγνωστο.

Το γεγονός ότι η παρωδία αφορούσε τον Μυστικό Δείπνο είναι αναντίρρητο. Η απεικόνιση του τελευταίου δείπνου του Ιησού με τους μαθητές του αποδίδεται εικονογραφικά μόνο από τη μία, την επιμήκη πλευρά της τράπεζας, ούτως ώστε όλοι οι μαθητές να είναι εμφανείς σύμφωνα με τα ατομικά τους χαρακτηριστικά και τη σχέση τους με τον Ιησού. Αυτός είναι άλλωστε ο λόγος που επελέγη το έργο, με τους πρωταγωνιστές καθισμένους εν σειρά εκατέρωθεν του κυρίαρχου θεολογικού κέντρου. Αυτός είναι και ένας από τους λόγους που το έργο απέκτησε δημοφιλία, πράγμα που χρησιμοποίησε συνειδητά ο Γάλλος που το παράφρασε μέχρι παρωδίας.

Ας συμφωνήσουμε ότι η παρωδία δεν σατιρίζει. Σκοπός είναι η υπερπροβολή των γνωρισμάτων του προτύπου, με ενδεχόμενο το τελικό αποτέλεσμα να αποβαίνει κωμικοτραγικό, αλλά όχι απαραίτητα υποτιμητικό. Στον βαθμό που αναγνωρίζεται, επιβεβαιώνεται και η αξία του προτύπου. Αποδίδεται, τρόπον τινά, φόρος τιμής στην πρωταρχική ιδέα του πραγματικού δημιουργού, του Ντα Βίντσι εν προκειμένω. Αυτή θα μπορούσε να είναι η μάλλον συναινετική ερμηνευτική εκδοχή, ώστε να μη χαθεί το κέντρο βάρους των «αθλημάτων», όσων πέρασαν μπροστά από τα μάτια μας.

Πιθανώς να είναι απλώς μια απαισιόδοξη πρόβλεψη, αλλά μετά την τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων στο Παρίσι, όλες οι προηγούμενες θα μοιάζουν παρωχημένες, της Αθήνας συμπεριλαμβανομένης. Το κακό μάλλον έχει γίνει.

* H κ. Μαριλένα Ζ. Κασιμάτη είναι ιστορικός τέχνης, πρώην επιμελήτρια Εθνικής Πινακοθήκης – Μουσείου Αλ. Σούτσου.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT