Σούζαν Γουοτζίσκι: Αλλαξε τον τρόπο που ο πλανήτης χρησιμοποιεί το Ιντερνετ

Σούζαν Γουοτζίσκι: Αλλαξε τον τρόπο που ο πλανήτης χρησιμοποιεί το Ιντερνετ

Η Σούζαν Γουοτζίσκι, εκτελεστική διευθύντρια του YouTube και ο άνθρωπος που βοήθησε την Google να γιγαντωθεί, είχε οραματιστεί τον κόσμο των μέσων ενημέρωσης στον οποίο ζούμε σήμερα

4' 42" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Μία από τις πιο σημαντικές μορφές της «νέας οικονομίας», η για τα τελευταία εννέα χρόνια (2014-2023) εκτελεστική διευθύντρια του YouTube Σούζαν Γουοτζίσκι, πέθανε στις 9 Αυγούστου σε ηλικία 56 ετών. Τα τελευταία δύο χρόνια, έδινε μάχη με καρκίνο του πνεύμονα, ενώ πέρυσι είχε χάσει τον 19χρονο γιο της από υπερβολική δόση ναρκωτικών. Η «πιο ισχυρή γυναίκα στο Ιντερνετ», όπως την είχαν αποκαλέσει, είχε ένα πρόωρο, τραγικό τέλος. Πρόλαβε όμως σε τρεις δεκαετίες να διανύσει μια ουρανομήκη διαδρομή. Βοήθησε δύο τεχνολογικούς κολοσσούς να γιγαντωθούν και άλλαξε τον τρόπο που ο πλανήτης χρησιμοποιεί το Ιντερνετ.

Γεννήθηκε στις 5 Ιουλίου 1968 στη Σάντα Κλάρα της βόρειας Καλιφόρνιας, το απόλυτο επίκεντρο της παγκόσμιας τεχνολογικής πρωτοπορίας, την περιοχή που τις επόμενες δεκαετίες έμελλε να γίνει γνωστή ως Σίλικον Βάλεϊ. Δεν ήταν όμως μόνο η ιδιαίτερη πατρίδα της που της ενέπνευσε υψηλούς στόχους. Οι γονείς της, παιδιά μεταναστών από την Ανατολική Ευρώπη, ήταν εκπαιδευτικοί και διανοούμενοι. Ο πατέρας της ήταν πρόεδρος του τμήματος φυσικής και καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ – ενός κορυφαίου ακαδημαϊκού οργανισμού που έπαιξε κεντρικό ρόλο στη δημιουργία του τοπικού τεχνολογικού θαύματος. Η μητέρα της ήταν δημοσιογράφος και καθηγήτρια δημοσιογραφίας στο γυμνάσιο του Πάλο Αλτο, διάσημη για το επιτυχημένο και καινοτόμο ακαδημαϊκό πρόγραμμα που είχε σχεδιάσει και καθιερώσει εκεί.

Μεγαλώνοντας μαζί τους μέσα στην πανεπιστημιούπολη του Στάνφορντ, ήταν επόμενο να αναζητήσει και η ίδια εκλεκτική ακαδημαϊκή παιδεία. Ξεκίνησε μάλλον ανορθόδοξα, με το μυαλό στις τέχνες, σπουδάζοντας ιστορία και λογοτεχνία στο Χάρβαρντ. Συνέχισε με μεταπτυχιακό τίτλο στα οικονομικά από το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας στη Σάντα Κρουζ και, τέλος, έλαβε έναν ακόμη τίτλο στη διοίκηση επιχειρήσεων από το UCLA Anderson School of Management. Σχεδίαζε να συνεχίσει με διδακτορικό στα οικονομικά και να ακολουθήσει μια καριέρα στην ακαδημία, αλλά τα πλάνα της άλλαξαν όταν ανακάλυψε το ενδιαφέρον της για την τεχνολογία. Αρχικά εργάστηκε στoν τομέα του μάρκετινγκ, πρώτα στην Intel και έπειτα στη συμβουλευτική Bain & Co.

Το 1998, αγόρασε ένα σπίτι στο Menlo Park του Σαν Φρανσίσκο –την περιοχή των ΗΠΑ με το μεγαλύτερο ποσοστό κατοίκων με ανώτερο πανεπιστημιακό πτυχίο– και για να μπορεί να αντεπεξέρχεται στις απαιτήσεις του στεγαστικού δανείου της, νοίκιασε το γκαράζ της σε δύο διδακτορικούς φοιτητές πληροφορικής από το Στάνφορντ. Ηταν οι Λάρι Πέιτζ και Σεργκέι Μπριν, οι οποίοι μόλις είχαν ξεκινήσει μια startup εταιρεία με το παράξενο όνομα «Google». «Αν πληρώνετε το νοίκι σας στην ώρα σας, μπορείτε να φτιάξετε αυτό το Google σας εδώ», τους είχε πει.

Ενα χρόνο μετά, το 1999, και έχοντας αναπτύξει φιλική σχέση με τους δύο ενοίκους, εντάχθηκε και η ίδια στην εταιρεία τους ως ο 16ος υπάλληλός της. Εγινε διευθύντρια μάρκετινγκ και τα επόμενα χρόνια καινοτόμησε σε πολλές νέες εφαρμογές, ανάμεσά τους και ο «επετειακός» λογότυπος της Google, που αποκτά μια γραφιστική παραλλαγή, ανάλογα με την ημερομηνία και τη σημασία της, αλλά, κυρίως, στη δημιουργία της διαφημιστικής πλατφόρμας Adwords, από την οποία η εταιρεία κερδίζει πλέον το 97% των εσόδων της.

Το 2006, μετά από δική της πρόταση, η Google αγόρασε το YouTube για 1,65 δισ. δολάρια. Διορίστηκε διευθύνουσα σύμβουλος το 2014 και έκτοτε διαδραμάτισε αποφασιστικό ρόλο στην επέκταση της εταιρείας, στη βελτίωση των υπηρεσιών και στη δημιουργία εσόδων γι’ αυτήν και τους δημιουργούς της. Ο χρόνος της στο τιμόνι του YouTube ήταν σύγχρονος με το αποκορύφωμα της επιτυχίας του. Υπό τη διεύθυνσή της, ο ιστότοπος είχε φτάσει τα δύο δισ. συνδεδεμένους χρήστες τον μήνα. Σήμερα, έχει ανέλθει στα δυόμισι. Ενδεικτικό είναι το γεγονός πως κατά τη διάρκεια της πανδημίας συγκέντρωνε το 15% της συνολικής κίνησης στο Διαδίκτυο.

Δεν έλειψαν, βέβαια, τα προβλήματα. To 2019, η Washington Post ανέφερε ότι η Ομοσπονδιακή Επιτροπή Εμπορίου των ΗΠΑ είχε οριστικοποιήσει πρόστιμο πολλών εκατ. δολαρίων για την ιδιοκτήτρια του YouTube, Google, έπειτα από έρευνα που διαπίστωσε ότι ο ιστότοπος συγκέντρωνε δεδομένα παιδιών κάτω των 13 ετών. Επιπλέον, σε ανοιχτή επιστολή, 145 υπάλληλοι της Google, του YouTube και της μητρικής τους εταιρείας Alphabet ζητούσαν από τη διοργάνωση του San Francisco Pride να αρνηθεί τη χορηγία της Google, εφόσον εκείνη είχε αγνοήσει τις εκκλήσεις τους να λάβουν πιο σοβαρά υπόψη τους αυτό που θεωρούσαν ρητορική μίσους στο YouTube και σε άλλες πλατφόρμες της εταιρείας. Νωρίτερα την ίδια χρονιά, είχε αποκαλυφθεί πως παιδόφιλοι χρησιμοποιούσαν τα σχόλια κάτω από βίντεο παιδιών για να τα προσεγγίσουν. Ταυτόχρονα, οι πολιτικοί είχαν αρχίσει να νιώθουν πως εταιρείες σαν το ΥοuTube έχουν αποκτήσει ανεξέλεγκτη δύναμη και να συζητούν την εφαρμογή νέων αυστηρότερων κανονισμών.

H Γουοτζίσκι απάντησε άμεσα με μια νέα, πιο αυστηρή πολιτική. Το YouTube άρχισε να επαναπρογραμματίζει τους αλγορίθμους του, ώστε να προτείνει αμφισβητήσιμα βίντεο πολύ λιγότερο και να κατευθύνει τους χρήστες που αναζητούν τέτοιου είδους υλικό σε έγκυρες πηγές. Κατάφερε έτσι να μειώσει τον χρόνο που οι Αμερικανοί παρακολουθούν αμφιλεγόμενο περιεχόμενο κατά 70%.

Πέραν της ακμάζουσας καριέρα της, η Γουοτζίσκι έδωσε μεγάλο βάρος και στον ακτιβισμό, παλεύοντας δυναμικά για την καταπολέμηση των φυλετικών διακρίσεων στις εταιρείες τεχνολογίας και κάνοντας μια εκστρατεία για να ενθαρρύνει τα νεαρά κορίτσια να ενδιαφέρονται περισσότερο για την επιστήμη των υπολογιστών. «Η τεχνολογία είναι μια απίστευτη δύναμη, που θα αλλάξει τον κόσμο μας με τρόπους που δεν μπορούμε να προβλέψουμε. Αν σε αυτή η δύναμη είναι μόνο το 20% με 30% γυναίκες, αυτό είναι πρόβλημα», είχε δηλώσει.

Η Σούζαν Γουοτζίσκι, γαλουχημένη μέσα στην καρδιά της τεχνολογικής πρωτοπορίας, ήξερε να διαβάζει το ψηφιακό μας μέλλον. Οραματίστηκε με ακρίβεια τον κόσμο των μέσων ενημέρωσης στον οποίο ζούμε σήμερα, όχι μία, αλλά δύο φορές. Είδε από νωρίς και τις ευκαιρίες, αλλά και τις παγίδες. Το 2010 είχε πει στο TIME: «Οι ζωές μας συνεχίζουν να επιταχύνονται καθώς όλοι είναι συνδεδεμένοι όλη την ώρα. Θα είναι μια πρόκληση για την επόμενη γενιά να φροντίσει να βρει χρόνο για να απολαύσει μερικές από τις παλιομοδίτικες δραστηριότητες, όπως χρόνος με τη φύση, με τους φίλους και την οικογένεια».

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT