Αμερικανική ασπίδα στη ρωσική προπαγάνδα

Αμερικανική ασπίδα στη ρωσική προπαγάνδα

Διώξεις εναντίον Ρώσων πολιτών και κυρώσεις, στα μέτρα των ΗΠΑ για την αποτροπή ανάμειξης του Κρεμλίνου στις εκλογές

3' 12" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ευρεία πρωτοβουλία με στόχο την αντιμετώπιση της ρωσικής εκστρατείας επιρροής ενόψει των προεδρικών εκλογών του Νοεμβρίου στις ΗΠΑ ανακοίνωσε ο υπουργός Δικαιοσύνης Μέρικ Γκάρλαντ. Το Κρεμλίνο χρησιμοποιεί κρατικά ελεγχόμενα μέσα ενημέρωσης και πλαστές ειδησεογραφικές ιστοσελίδες προκειμένου να επηρεάσει την ψήφο των Αμερικανών, σύμφωνα με την Ουάσιγκτον.

Η πρωτοβουλία θα περιλαμβάνει την επιβολή νέων κυρώσεων, την άσκηση διώξεων και την κατάσχεση ιστοσελίδων, τις οποίες οι αμερικανικές αρχές θεωρούν υπεύθυνες για τη διασπορά προπαγάνδας και παραπληροφόρησης για την Ουκρανία.

Σε συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε την Τετάρτη, ο υπουργός Δικαιοσύνης περιέγραψε τις διώξεις που έχουν ασκηθεί εναντίον δύο Ρώσων υπαλλήλων του κρατικού ειδησεογραφικού δικτύου Russia Today, οι οποίοι χρησιμοποίησαν εταιρεία στο Τενεσί προκειμένου να διασπείρουν προπαγάνδα, αλλά και τη διάλυση εκστρατείας διασποράς κακόβουλου υλικού με κωδική ονομασία «Ντόπελγκανγκερ».

Το υπουργείο Οικονομικών, από τη μεριά του, κινήθηκε εναντίον της μη κερδοσκοπικής εταιρείας πίσω από το «Ντόπελγκανγκερ», αλλά και της αρχισυντάκτριας του RT, Μαργκαρίτα Σιμονιάν. Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ προσφέρει αμοιβή 10 εκατ. δολαρίων για πληροφορίες που θα οδηγήσουν στην αποκάλυψη επιχειρήσεων ανάμειξης στις αμερικανικές εκλογές.

Το υπουργείο ζητάει πληροφορίες για συγκεκριμένη ομάδα γνωστή ως «Οργισμένοι Ρώσοι Χάκερ το Εκαναν» (RaHDit). Οι ειδησεογραφικοί όμιλοι RT, Ruptly και Sputnik χαρακτηρίσθηκαν από την αμερικανική κυβέρνηση «ξένες κρατικές αποστολές», ενώ οι βίζες των ανώτατων στελεχών τους ακυρώθηκαν.

Αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών έχουν προειδοποιήσει για προσπάθειες ρωσικής ανάμειξης στις εκλογές, ενώ τα στοιχεία δείχνουν ότι το Κρεμλίνο προτιμά τον τέως πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ έναντι της αντιπροέδρου Κάμαλα Χάρις, εκτιμώντας ότι ο Τραμπ θα είναι περισσότερο διαλλακτικός με το Κρεμλίνο.

Η καταπολέμηση τέτοιων εκστρατειών έχει καταστεί, όμως, δυσκολότερη φέτος. Ορισμένοι Αμερικανοί, ιδιαίτερα οι οπαδοί του Τραμπ, θεωρούν ότι οι κατηγορίες για ρωσική παραπληροφόρηση αποτελούν προσπάθειες υπονόμευσης των ιδεολογικών θέσεών τους. Το υπουργείο Δικαιοσύνης ερευνά και μικρό αριθμό Αμερικανών για συνειδητή προώθηση της παραπληροφόρησης του Κρεμλίνου, αν και η έρευνα δεν αφορά όσους αναδημοσιεύουν το επίμαχο υλικό σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

Οι αμερικανικές υπηρεσίες κατηγορούν το δίκτυο RT για διασπορά ψευδών ειδήσεων μέσω αυτοματοποιημένων συστημάτων αποστολής μηνυμάτων (bots). Τις δηλώσεις Γκάρλαντ σχολίασε ειρωνικά το RT στην ιστοσελίδα του. «Τρεις βεβαιότητες υπάρχουν στη ζωή: ο θάνατος, οι φόροι και η ρωσική ανάμειξη στις αμερικανικές εκλογές», έγραψε η υπ’ αριθμόν δύο του ειδησεογραφικού δικτύου, Αννα Μπέλκινα.

Την Τετάρτη, το υπουργείο Δικαιοσύνης άσκησε διώξεις για παραβίαση της νομοθεσίας περί ξένων αποστολών και πρακτόρων εναντίον των στελεχών του RT Κονσταντίν Καλάσνικοφ και Ελένα Αφανάσιεβα, οι οποίοι κατηγορούνται ότι δαπάνησαν 10 εκατ. δολάρια για την κρυφή χρηματοδότηση εταιρείας στο Τενεσί, υπεύθυνης για την προβολή μέσω Διαδικτύου 2.000 βίντεο στα αγγλικά.

Ειδικοί της παραπληροφόρησης δεν μπορούν να εκτιμήσουν με ακρίβεια τον αντίκτυπο τέτοιων εκστρατειών στους ψηφοφόρους, το υπουργείο Δικαιοσύνης αποκάλυψε όμως ότι τα επίμαχα βίντεο είχαν παρακολουθήσει 16 εκατομμύρια χρήστες του YouTube.

Επικριτές των αμερικανικών πρωτοβουλιών διατείνονται ότι οι διώξεις ενδέχεται να παραβιάζουν την ελευθερία της έκφρασης και να αποτελούν προσπάθεια λογοκρισίας ρωσικού περιεχομένου.

Ο Πολ Μπάρετ, επικεφαλής του Ινστιτούτου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων Στερν, καλεί την αμερικανική κυβέρνηση να δώσει μεγάλη προσοχή προκειμένου να είναι σαφής η διάκριση μεταξύ ξένης ανάμειξης σε εκλογική διαδικασία και συνταγματικά κατοχυρωμένης ελευθερίας στην έκφραση.

Χρηματισμός ακροδεξιών influencers

Reuters

Μετά τις διώξεις που άσκησε το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ εναντίον των δύο Ρώσων υπηκόων, Καλάσνικοφ και Αφανάσιεβα, για προώθηση φιλορωσικής προπαγάνδας σε προβεβλημένους ακροδεξιούς influencers, τέτοιοι επιδραστικοί χρήστες του Διαδικτύου, όπως ο Τιμ Πουλ, ο Ντέιβ Ρούμπιν και ο Μπένι Τζόνσον, υποστηρίζουν ότι έπεσαν θύματα ρωσικής επιχείρησης αποπροσανατολισμού, χωρίς να διαψεύδουν ότι αμείφθηκαν πλουσιοπάροχα.

Παρότι η αμερικανική Δικαιοσύνη δεν στρέφεται νομικά εναντίον τους, η αποκάλυψη ότι οι τρεις διάσημοι στις ΗΠΑ υπερσυντηρητικοί σχολιαστές βρίσκονταν εν αγνοία τους στο μισθολόγιο του Κρεμλίνου προκάλεσε αίσθηση.

Οι τρεις προωθούσαν υλικό που παρήγε η εταιρεία των κατηγορουμένων στο Τενεσί. «Δεν γνωρίζαμε ποιος μας πλήρωνε. Ο Πούτιν είναι ένα κάθαρμα», είπε ο Τιμ Πουλ. Σε μήνυμά του στην πλατφόρμα Χ, ο Μπένι Τζόνσον έγραψε ότι η συμφωνία που είχε πέρυσι με την εταιρεία στο Τενεσί έχει λήξει εδώ και μήνες.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT