«Γιατί εμείς;», αναρωτιούνται οι συγγενείς αμάχων στον Λίβανο

«Γιατί εμείς;», αναρωτιούνται οι συγγενείς αμάχων στον Λίβανο

Κύμα οδύνης συγκλονίζει τη χώρα μετά τους ισραηλινούς βομβαρδισμούς – «Φοβάμαι συνέχεια για όλους μας», είναι το μότο των μεγαλυτέρων

3' 33" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Οι πενθούντες πλημμύρισαν το νεκροταφείο στην παραλιακή πόλη της Σιδώνας στον νότιο Λίβανο. Γυναίκες κρατούσαν η μία την άλλη από το μπράτσο καθώς παρακολουθούσαν την άφιξη των φερέτρων. Με αργό ρυθμό, οι σοροί των 13 νεκρών τοποθετήθηκαν στα μνήματα.

Οι νεκροί αυτοί ήταν μεταξύ των 45 ανθρώπων που σκοτώθηκαν από ισραηλινή αεροπορική επιδρομή με στόχο μια πολυκατοικία. Επρόκειτο για ένα από τα πιο αιματηρά πλήγματα των Ισραηλινών κατά τους βομβαρδισμούς του Λιβάνου, σε μια από τις πιο εντατικές αεροπορικές εκστρατείες στη σύγχρονη ιστορία του πολέμου, την οποία το Ισραήλ παρουσίασε ως επιχείρηση εξόντωσης μελών της Χεζμπολάχ και καταστροφής των στρατιωτικών τους εγκαταστάσεων.

Πολλοί από τους νεκρούς της περασμένης Κυριακής είχαν διαφύγει από άλλα μέρη της χώρας για να καταφύγουν στον νότιο Λίβανο την τελευταία εβδομάδα μετά τη διαταγή εκκένωσης που εξέδωσε το Ισραήλ. Οι άνθρωποι αυτοί είχαν καταλύσει σε συγγενείς τους στη Σιδώνα.

Η 20χρονη Ναρμίν Τζεράντι, η οποία σχεδίαζε τον γάμο της, βρισκόταν στο ισόγειο τη στιγμή του θανάτου της. Ο Ματζίντ και ο Μάλεκ Χανάχ, 12 και 13 ετών αντίστοιχα, ήταν άτακτα αδελφάκια. Ο 18χρονος Μοχάμεντ Χανάχ από τη Ναμπατίγια ανησυχούσε ότι ο πόλεμος θα επηρέαζε τα σχέδιά του να σπουδάσει μηχανολόγος στο πανεπιστήμιο το επόμενο έτος.

«Γιατί εμείς; Γιατί πάντα εμείς;», φώναζε η 58χρονη Ναριμάν αλ Σαουΐ καθώς περπατούσε στο νεκροταφείο. Ο γιος και η εγγονή της Αλ Σαουΐ σκοτώθηκαν και οι δύο στον βομβαρδισμό. Οι σοροί τους είχαν εντοπισθεί στα συντρίμμια μία ημέρα νωρίτερα, με τη μικρή να βρίσκεται στην αγκαλιά του πατέρα της. «Ο πόλεμος γίνεται ολοένα και πιο σκληρός. Πάει από το κακό στο χειρότερο. Τρέχουμε από δω κι από κει, αλλά καμία περιοχή δεν είναι πια ασφαλής. Μόνο ο Θεός μας προστατεύει πια», έλεγε η Αλ Σαουΐ.

Την Τρίτη, άνδρες των σωστικών συνεργείων συνέχιζαν να ερευνούν στα ερείπια της πολυκατοικίας. «Με προσοχή! Με προσοχή!», φώναζε εργοδηγός σε χειριστή μηχανήματος εκσκαφής. Κάνοντας νεύμα στον χειριστή να σταματήσει, ο εργοδηγός έβγαλε από την τσέπη του και φόρεσε ένα ζευγάρι μπλε χειρουργικά γάντια. Απέσυρε από τα συντρίμμια μερικά κομμάτια τσιμεντόλιθου για να αποκαλύψει ανθρώπινη σορό κάτω από αυτά. «Είναι γυναίκα», είπε ένας από τους εργάτες που στέκονταν δίπλα.

Τα σωστικά συνεργεία και οι εργάτες υπεύθυνοι για την απομάκρυνση των συντριμμιών γνώριζαν ότι ύστερα από δύο ημέρες οι πιθανότητες εντοπισμού επιζώντων ήταν ελάχιστες. Η ελπίδα αυτή είχε σβήσει καθώς οι ώρες μετά την ισραηλινή αεροπορική επίθεση περνούσαν και οι φωνές κάτω από τα ερείπια έγιναν πιο αδύναμες, προτού σιγήσουν οριστικά.

Ο 30χρονος Μοχάμαντ Τζιραντί έφθασε στο σημείο λιγότερο από μία ώρα μετά την επίθεση. Νωρίτερα είχε δει βίντεο σε πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης, στα οποία αναγνώρισε την πολυκατοικία. Στο ισόγειο του κτιρίου διέμεναν η θεία, ο θείος και τα ξαδέλφια του.

Οταν ο Τζιραντί έφθασε στο σημείο την Κυριακή, αναγνώρισε τις φωνές της θείας του που καλούσε σε βοήθεια κάτω από τα ερείπια. Ο θείος του φώναζε και αυτός, λέγοντας ότι η κοιλιά του ήταν γεμάτη αίματα. Μέχρι να ανασυρθούν από τα συντρίμμια, και οι δύο ήταν νεκροί. «Χρειάστηκε περισσότερο από ένα 24ωρο για να τους βγάλουν. Αυτός είναι ο Λίβανος», είπε με πικρία ο Τζιραντί.

Παραδίπλα, εθελοντές συνέλεγαν καθημερινά αντικείμενα μέσα από τα μπάζα και τις κολόνες από μπετόν: ένα καφέ μαξιλάρι, ένα κομμάτι στρώματος, ένα στραβωμένο τηγάνι αλουμινίου, ένα μοναχικό αθλητικό παπούτσι. Το κάθε ένα προσέφερε οδυνηρή υπενθύμιση ότι άνθρωποι ζούσαν κάποτε ειρηνικά στο σημείο αυτό.

Αυτή την αίσθηση οδύνης μοιράστηκαν την Τρίτη οι εκατοντάδες προσκυνητές στην κηδεία των θυμάτων της επίθεσης. Η 35χρονη Αμίρα Χανάχ στήριζε την 65χρονη μητέρα της, καθώς έβγαιναν από το ισλαμικό τέμενος όπου τελέσθηκε η επιμνημόσυνη δέηση. «Είσαι καλά; Τα καταφέρνεις;», ρωτούσε γλυκά η κόρη. Τα μάτια της μητέρας της ήταν κόκκινα και δακρυσμένα: τρία ανίψια της είχαν βρει τον θάνατο από τις ισραηλινές βόμβες. «Φοβάμαι συνέχεια για όλους μας. Ηταν όλοι τους άμαχοι», είπε με τρεμάμενη φωνή η 65χρονη Φατιμά Χανάχ.

Στις 23 Σεπτεμβρίου, η ισραηλινή αεροπορία βομβάρδισε πολυκατοικία στην κωμόπολη Ναμπί Αϊλα της κοιλάδας Μπεκάα στον νότιο Λίβανο. Το ισραηλινό επιτελείο υποστήριξε ότι το κτίριο στέγαζε διοικητικές υπηρεσίες της Χεζμπολάχ. Στον βομβαρδισμό σκοτώθηκε και η 33χρονη υπάλληλος του ΟΗΕ Ντίνα Νταρβίς με τον τρίχρονο γιο της. «Το επόμενο καλοκαίρι προγραμματίζαμε ταξίδι στην Κυανή Ακτή. Ηθελα μόνο να έχουμε μια καλή ζωή με τα παιδιά μας», λέει ο σύζυγος της Νταρβίς, Μοχάμεντ Σαμπρά, που επέζησε.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT