Η Κίνα θέλει ή φοβάται έναν πόλεμο Ιράν – Ισραήλ;

Η Κίνα θέλει ή φοβάται έναν πόλεμο Ιράν – Ισραήλ;

Oριο στην όρεξη της Κίνας για σύγκρουση και πολύ περισσότερο για άμεση εμπλοκή σε αυτήν βλέπει σε ανάλυσή του ο Economist

6' 39" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η Κίνα είναι μακράν η πιο ισχυρή από το μπλοκ των τεσσάρων χωρών –μαζί με το Ιράν, τη Βόρεια Κορέα και τη Ρωσία– που η Δύση αποκαλεί «άξονα της ανατροπής» και «κουαρτέτο του χάους». Οι τέσσερις χώρες αμφισβητούν την παγκόσμια τάξη υπό τις ΗΠΑ και επιθυμούν να τη διαταράξουν, όπως αναφέρει σε ανάλυσή του ο Economist.

Ωστόσο, οι μεταξύ τους σχέσεις στον τομέα της ασφάλειας είναι σκιώδεις, ενώ υπάρχει όριο στην όρεξη της Κίνας για σύγκρουση. Πέρυσι παραχωρήθηκε στο Ιράν καθεστώς πλήρους μέλους στον Οργανισμό Συνεργασίας της Σαγκάης, ευρασιατική λέσχη για την ασφάλεια και την οικονομία με ηγετικά μέλη την Κίνα και τη Ρωσία. Επιπλέον, τον Ιανουάριο, το Ιράν έγινε δεκτό στους BRICS, ομάδα χωρών που προσπαθούν να αναπτύξουν Κίνα και Ρωσία, με τη φιλοδοξία να αποτελέσει προπύργιο των σκεπτικιστών της Δύσης.

Η Κίνα επωφελείται από το πετρέλαιο του Ιράν. Ο όγκος του εμπορίου μεταξύ των δύο χωρών είναι δύσκολο να υπολογιστεί λόγω των περίπλοκων «οδών» που χρησιμοποιούν, ώστε να αποφεύγουν τις αμερικανικές κυρώσεις. Ωστόσο, σύμφωνα με εκτιμήσεις, αντιστοιχεί στο 10-15% των συνολικών εισαγωγών αργού της Κίνας. Και αντιστοιχεί επίσης στο μεγαλύτερο μέρος των εξαγωγών καυσίμων του Ιράν.

Ως ο μεγαλύτερος αγοραστής ξένου πετρελαίου στον κόσμο, η Κίνα ανησυχεί για τον πιθανό αντίκτυπο ενός ευρύτερου πολέμου στη Μέση Ανατολή στη ροή και στο κόστος του. Το Ιράν πουλάει φτηνά το πετρέλαιό του. Ισραηλινή επίθεση στις ιρανικές πετρελαϊκές εγκαταστάσεις θα μπορούσε να αναγκάσει την Κίνα να αυξήσει την εξάρτησή της από άλλους, ακριβότερους προμηθευτές, όπως η Σαουδική Αραβία. Ωστόσο και οι αποστολές της Σαουδικής Αραβίας θα μπορούσαν να βρουν εμπόδια στα στενά του Ορμούζ ή στην Ερυθρά Θάλασσα λόγω ιρανικών πυραυλικών επιθέσεων ή επιθέσεων από τους υποστηριζόμενους από το Ιράν Χούθι της Υεμένης.

Η Κίνα δεν θα κινδύνευε να καταστραφεί σε περίπτωση ευρύτερου πολέμου στη Μέση Ανατολή, πάντως, όπως σημειώνει ο Economist, καθώς εκτιμάται ότι έχει αποθέματα αρκετά για να καλύψουν τις ενεργειακές ανάγκες της για τρεις έως και τέσσερις μήνες χαμένων εισαγωγών. Το πετρέλαιο άλλωστε αντιστοιχεί στο 18% του συνολικού ενεργειακού εφοδιασμού της Κίνας σε σύγκριση με το 34% στις ΗΠΑ

Σε κάθε περίπτωση, ένας μεγάλος πόλεμος στη Μέση Ανατολή θα μπορούσε να απειλήσει τα εμπορικά συμφέροντα της Κίνας στην περιοχή. Εχει διοχετεύσει δισεκατομμύρια δολάρια σε έργα ενέργειας και υποδομών, ειδικά σε χώρες του Κόλπου, όπως η Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.

Το Ισραήλ, επίσης, είναι αποδέκτης κινεζικών επενδύσεων (παρά τη μακροχρόνια υποστήριξη της Κίνας στην παλαιστινιακή υπόθεση).

Η ώρα της Κίνας στη Μέση Ανατολή;

Η Κίνα βλέπει την αμερικανική ισχύ που μειώνεται στη Μέση Ανατολή ως ευκαιρία, σύμφωνα με τον Economist. Εχει σφυρηλατήσει στενούς δεσμούς με το Ιράν, αλλά και με τη Σαουδική Αραβία, καθώς και με τους άλλους εχθρούς και αντιπάλους της Τεχεράνης στην περιοχή. Η Κίνα περιγράφει τις μεγάλες επενδύσεις της στην περιοχή ως μέρος της πρωτοβουλίας «Belt and Road» (BRI).

Το BRI είναι πρόγραμμα 1 τρισ. δολ. για την ανάπτυξη παγκόσμιων δικτύων υποδομής και ενέργειας το οποίο που ξεκίνησε η Κίνα πριν από μία δεκαετία για να συνδέσει την Ασία με την Αφρική και την Ευρώπη μέσω χερσαίων και θαλάσσιων διαδρομών. Οι αντίπαλοι του Πεκίνου βλέπουν το BRI ως εργαλείο για τη διάδοση της κινεζικής γεωπολιτικής και οικονομικής επιρροής της, σύμφωνα με το Reuters.

Οι δυτικές χώρες, στο πλαίσιο της G7, ανακοίνωσαν πέρυσι σχέδια 600 δισ. δολ. για την έναρξη ανταγωνιστικού σχεδίου ανάπτυξης υποδομών συνδεσιμότητας. Το BRI έχει επίσης δεχθεί κριτική για την αύξηση του μη βιώσιμου χρέους των αναπτυσσόμενων χωρών.

Η πολιτικά «τυφλή» προσέγγιση του BRI ωστόσο βοηθάει στο να χαρακτηριστεί η Κίνα ως δύναμη που δεν παρεμβαίνει. Επιδιώκει να καλλιεργήσει αυτή την εικόνα μεταξύ των χωρών του παγκόσμιου Νότου, τις οποίες θεωρεί αντίβαρο στην Αμερική.

Ομως, καθώς η Μέση Ανατολή κινδυνεύει να παρασυρθεί σε ευρύτερη σύγκρουση, με το Ιράν –εξέχοντα φίλο της Κίνας– να βρίσκεται στο επίκεντρό της, η Κίνα επίσης κινδυνεύει να θεωρηθεί «διπλωματικά αδύναμη» στην περιοχή. Το Πεκίνο εργάζεται για να αποδείξει το αντίθετο. Τον Μάρτιο του περασμένου έτους μεσολάβησε στα τελικά στάδια συμφωνίας μεταξύ του Ιράν και της Σαουδικής Αραβίας για την αποκατάσταση των διπλωματικών τους σχέσεων που είχαν διακοπεί εδώ και καιρό. Τον Ιούλιο, οι αντίπαλες παλαιστινιακές φατρίες, η Φατάχ και η Χαμάς, ανακοίνωσαν στο Πεκίνο ασαφή συμφωνία συνεργασίας με σκοπό τον σχηματισμό νέας κυβέρνησης Παλαιστινίων μετά το τέλος του πολέμου στη Γάζα.

Ωστόσο, καμία από αυτές τις πρωτοβουλίες δεν ήταν αρκετή για να τερματιστεί η βία. Το Ισραήλ απέρριψε τη «Διακήρυξη του Πεκίνου», καθώς δεν θέλει ρόλο της Χαμάς στα παλαιστινιακά εδάφη. Η εξάρτηση του Ιράν από την Κίνα ως αγοραστή του πετρελαίου του ενισχύει την κινεζική επιρροή στην Ισλαμική Δημοκρατία. Ωστόσο, η Κίνα προφανώς βλέπει μεγαλύτερα οφέλη στην εμπλοκή της Αμερικής στη σύγκρουση στη Μέση Ανατολή παρά στον έλεγχο του Ιράν. Η Κίνα εκτιμά ότι μία Αμερική απασχολημένη με τους πολέμους στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή, θα ήταν λιγότερο πρόθυμη να ασχοληθεί με κρίσεις στην Ταϊβάν ή τη Θάλασσα της Νότιας Κίνας.

Οι ΗΠΑ και Κίνα βρίσκονται σε αντιπαράθεση για ζητήματα σχετικά με την εθνική ασφάλεια, λόγω της συνεχιζόμενης μεταξύ τους εμπορικής διαμάχης, καθώς και για τις ενέργειες του Πεκίνου στη Θάλασσα της Νότιας Κίνας και τις εντατικές στρατιωτικές ασκήσεις γύρω από την Ταϊβάν, σύμφωνα με το Reuters.

Οι εμπορικές σχέσεις επιδεινώθηκαν τον περασμένο χρόνο και επικεντρώθηκαν γύρω από ζητήματα όπως οι περιορισμοί στα ηλεκτρικά οχήματα και στους προηγμένους ημιαγωγούς.

Αυτό ωστόσο δεν σημαίνει ότι το Πεκίνο είναι πρόθυμο να «ανάψει τη φωτιά» στη Μέση Ανατολή ή αλλού. Ο Κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ δήλωσε σήμερα Τετάρτη ότι «μία επιτυχημένη συνεργασία μεταξύ Κίνας και Ηνωμένων Πολιτειών είναι ευκαιρία για τις δύο χώρες να βοηθήσουν η μία στην ανάπτυξη της άλλης και όχι εμπόδιο», ανέφεραν κρατικά μέσα ενημέρωσης.

«Η Κίνα είναι πρόθυμη να είναι εταίρος και φίλος με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Αυτό θα ωφελήσει όχι μόνο τις δύο χώρες, αλλά και τον κόσμο», είπε ο Σι σε δηλώσεις του από επιστολή σε ετήσιο δείπνο της Εθνικής Επιτροπής Σινο-αμερικανικών Σχέσεων.

Επιπλέον, σε έκθεσή του αυτόν τον μήνα, το Carnegie Endowment for International Peace, think-tank με έδρα την Ουάσιγκτον, περιέγραψε τους δεσμούς ασφαλείας μεταξύ Κίνας και Ιράν ως «πολύ περιορισμένους». Ανέφερε παράλληλα «φήμες» σχετικά με την παροχή κινεζικής δορυφορικής τεχνολογίας με σκοπό της ανάπτυξη του προγράμματος βαλλιστικών πυραύλων του Ιράν. Ωστόσο, κατέληξε, «μέχρι στιγμής, η συμφωνία περιλαμβάνει μόνο κοινές στρατιωτικές ασκήσεις, που οι υπηρεσίες πληροφοριών των ΗΠΑ κρίνουν ότι είναι χαμηλής αξίας». Και παρόλο που η συμφωνία προβλέπει κινεζικές επενδύσεις ύψους 400 δισ. δολ. στην 25ετία, το Πεκίνο δεν μοιάζει πρόθυμο να ρίξει χρήματα στο Ιράν.

Για την Κίνα, τα δύο άλλα μέλη του κουαρτέτου είναι πιο ζωτικής σημασίας. Η Ρωσία και η Βόρεια Κορέα, με τις οποίες συνορεύει, θεωρεί ότι λειτουργούν σαν «ασπίδα» έναντι της αμερικανικής δύναμης και επιρροής. Αλλά ακόμη και σε αυτές τις χώρες, η Κίνα δεν προσφέρει λευκή επιταγή. Παρέχει τεράστια τεχνολογική υποστήριξη στις αμυντικές βιομηχανίες της Ρωσίας, ωστόσο, φαίνεται να σταματά να παρέχει στη Μόσχα όπλα για χρήση κατά της Ουκρανίας (παρά τη συνεργασία με τη Ρωσία που και οι δύο περιγράφουν ως «χωρίς όρια»). Η Κίνα έχει επίσης καταστήσει σαφή την αντίθεσή της στην απειλούμενη χρήση πυρηνικών όπλων από τη Ρωσία σε αυτή τη σύγκρουση.

Οσον αφορά τη Βόρεια Κορέα, το Πεκίνο δεν την εμπόδισε να αποκτήσει πυρηνικά όπλα, αλλά δεν έκρυψε την ενόχλησή του για αυτή την κίνηση. Σύμφωνα με το Carnegie Endowment, μία συμφωνία που έμοιαζε πολύ με αμυντική συνθήκη μεταξύ της Βόρειας Κορέας και της Ρωσίας και που υπογράφηκε τον Ιούνιο «θα μπορούσε να φέρει σύννεφα στις σχέσεις της Μόσχας με το Πεκίνο, που ενδεχομένως φοβάται ότι θα μπορούσε να περιοριστεί η επιρροή του στην Πιονγιάνγκ».

«Η Κίνα βλέπει όλους τους αυταρχικούς φίλους της ως χρήσιμους για “αντίβαρο” στην Αμερική. Αλλά τους αντιμετωπίζει επίσης με προσοχή, δείχνοντας ελάχιστη όρεξη για ανάληψη ρίσκου συγκριτικά με άλλα μέλη της τετράδας», αναφέρει ο Economist και προσθέτει: «Στη Μέση Ανατολή, δεν θέλει να εμπλακεί σε μάχες. Αν πραγματικά ξεκινήσει περαιτέρω κλιμάκωση μεταξύ Ισραήλ και Ιράν, οι ηγέτες στο Πεκίνο είναι πιθανό να μείνουν πίσω και να παρακολουθήσουν από απόσταση αν και πόσο τα κινεζικά συμφέροντα θα επιβιώσουν από τα διασταυρούμενα πυρά.

Πηγή: Economist, Reuters

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT