Το αποτέλεσμα των εκλογών την ερχόμενη εβδομάδα στην ισχυρότερη χώρα του πλανήτη μπορεί να επηρεάσει τις παγκόσμιες οικονομικές εξελίξεις με διάφορους τρόπους. Η κρισιμότητα των εκλογών αυτών ενισχύεται από το ότι άλλες μεγάλες οικονομίες, ιδίως της Ευρώπης, βρίσκονται σε καμπή: το Ηνωμένο Βασίλειο αναζητά βηματισμό μετά την αποχώρηση από την Ευρωπαϊκή Eνωση, η Γερμανία κινείται στο όριο της ύφεσης με πλήγματα από την αυτοκινητοβιομηχανία και το κόστος ενέργειας, η Γαλλία αναζητά δημοσιονομική σταθερότητα, ενώ η Ιταλία απειλείται από υψηλό δημόσιο χρέος. Την ίδια ώρα, οι ανοικτές πληγές στην Ουκρανία και στη Μέση Ανατολή απειλούν να εξελιχθούν σε ακόμη μεγαλύτερη εκτροπή.
Στη δύσκολη αυτή συγκυρία, η ελληνική οικονομία έχει να χάσει αν ενταθούν οι αβεβαιότητες και να κερδίσει σε περίπτωση ομαλής εξέλιξης στο παγκόσμιο εμπόριο. Η ανάπτυξή της κατά τα επόμενα χρόνια θα είναι ανάλογη με τη δυνατότητά της να προσελκύσει επενδύσεις και να ενισχύσει τις εξαγωγές προϊόντων και υπηρεσιών. Ενδεχόμενη εξασθένηση των κύριων εμπορικών εταίρων της αναπόφευκτα θα περιορίζει τις εξαγωγές προϊόντων, ενώ ο τουρισμός είναι ευαίσθητος σε τοπικές και ευρύτερες αναταράξεις. Παράλληλα, μια άνοδος των παγκόσμιων κινδύνων θα μετατοπίσει κεφάλαια προς τις περισσότερο ασφαλείς μητροπόλεις, καθιστώντας δυσκολότερη την κάλυψη του ελληνικού επενδυτικού κενού.
Σήμερα στις ΗΠΑ υπάρχει εντεινόμενη πόλωση, πολιτική και κοινωνική. Στην οικονομική πολιτική, θα υπάρξουν μεγαλύτερες αβεβαιότητες εφόσον εκλεγεί ο υποψήφιος του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος. Στην προηγούμενη θητεία του, ο πρόεδρος Τραμπ δεν είχε ακολουθήσει τόσο ακραία πολιτική, όσο η ρητορική που είχε χρησιμοποιήσει προεκλογικά. Οι συνθήκες, όμως, μπορεί τώρα να επιτρέπουν επιθετικές πολιτικές προς την κατεύθυνση του προστατευτισμού και οι θεσμικές αντιστάσεις στο εσωτερικό της χώρας θα είναι εξασθενημένες. Εάν πράγματι εφαρμοστούν μέτρα υψηλών δασμών και άλλων εμποδίων στο εμπόριο, όπως έχει εξαγγελθεί, οι άλλες μεγάλες οικονομίες θα αντιδράσουν, οδηγώντας σε συνολική κάμψη των εισοδημάτων.
Η ενίσχυση του προστατευτισμού θα οδηγήσει επίσης σε μείωση του ανταγωνισμού στις αγορές, με αύξηση των μεριδίων και της κερδοφορίας των μεγαλύτερων επιχειρήσεων. Αναμένεται ενίσχυση επιχειρήσεων με χαρακτηριστικά «εθνικών πρωταθλητών» στηριζόμενων από το κράτος και ανταγωνισμός των κρατών για προσέλκυση μεγάλων επενδύσεων. Αλλωστε, ο δρόμος αυτός έχει ανοίξει και μέσα από τη νομοθεσία που εφάρμοσε η απερχόμενη κυβέρνηση των ΗΠΑ μετά την πανδημία και τον πληθωρισμό.
Σε περίπτωση εκλογής της υποψήφιας του Δημοκρατικού Κόμματος αναμένεται μεγαλύτερη συνέχεια της οικονομικής πολιτικής με τη σημερινή και μικρότερη αβεβαιότητα για τον ρόλο των ΗΠΑ στην παγκόσμια σκακιέρα, χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν θα επιδιωχθεί ενίσχυση της οικονομικής ηγεμονίας σε σχέση με την Κίνα και την Ευρώπη. Αν και η μεταβλητότητα στο περιβάλλον της ελληνικής οικονομίας αναμένεται τότε μικρότερη, θα πρέπει να εκτιμηθεί και το πώς θα εφαρμοστούν στην πράξη επιδοματικές πολιτικές που έχει εξαγγείλει η αντιπρόεδρος Χάρις και ρυθμίσεις στην αγορά εργασίας, που μπορεί να οδηγήσουν σε δημόσια ελλείμματα και ενδεχόμενη εξασθένηση του δολαρίου σε σχέση με το ευρώ.
Αν κερδίσει η Χάρις: Μικρές μεταβολές στην ελληνική οικονομία.
Αν κερδίσει ο Τραμπ: Ο προστατευτισμός μπορεί να οδηγήσει σε κρίσεις.
Η εκλογή Τραμπ σε σύγκριση με τη Χάρις μπορεί όμως να επηρεάσει την ελληνική οικονομία και με τρεις επιμέρους τρόπους.
Πρώτον, πιθανώς θα ανατρέψει πολιτικές που έχουν δρομολογηθεί ενόψει της κλιματικής αλλαγής και θα καθυστερήσει την απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα. Αυτό θα φέρει την Ευρώπη και τη δική μας οικονομία σε δυσμενέστερη θέση και δύσκολα διλήμματα, διευρύνοντας το χάσμα ανταγωνιστικότητας με τις ΗΠΑ και την Ασία.
Δεύτερον, εάν πράγματι ακολουθηθούν πολιτικές εμπορικού προστατευτισμού και περιορισμού της μετανάστευσης, θα υπάρξει σταδιακά ζημία στην οικονομία των ΗΠΑ, της οποίας η λειτουργία ευνοείται από τις ανοικτές αγορές. Αυτή η εξέλιξη θα τείνει όμως να υποβαθμίζει και τις προοπτικές ανάπτυξης διεθνώς, αυξάνοντας την πιθανότητα κρίσεων και επιβαρύνοντας τη χρηματοδότηση και της δικής μας οικονομίας.
Τέλος, υπάρχουν μεγάλες αβεβαιότητες στα γεωπολιτικά. Βραχυχρόνια, η εκλογή Τραμπ ίσως οδηγήσει σε πιο άμεσες εξελίξεις στην Ουκρανία και στη Μέση Ανατολή. Ασχετα με την κατάληξή τους, αυξάνεται το ενδεχόμενο νέου κύκλου ενεργειακής κρίσης, συνεπώς η ελληνική οικονομία θα πρέπει να προετοιμαστεί. Σε βάθος χρόνου, αναμένεται μικρότερος βαθμός οικονομικής και αμυντικής συνεργασίας των ΗΠΑ με την Ευρωπαϊκή Ενωση, που θα πρέπει συνεπώς να εφαρμόσει αξιόπιστες ανεξάρτητες πολιτικές. Καθώς αυτό δεν μπορεί να θεωρείται δεδομένο, η χώρα μας θα πρέπει να πορευθεί χωρίς να υποθέτει πως θα κινείται σε ένα προστατευμένο περιβάλλον.
*Ο κ. Νίκος Βέττας είναι γενικός διευθυντής ΙΟΒΕ και καθηγητής Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών.