Ο Μπιλ Ανθόλης, διευθύνων σύμβουλος του Miller Center του Πανεπιστημίου της Βιρτζίνια και senior fellow του προγράμματος Σπουδών Διακυβέρνησης του Ινστιτούτου Brookings, μιλάει στην «Κ» για τη μεγάλη νίκη του Ντόναλντ Τραμπ, αλλά και για την ανάγκη αλλαγής στρατηγικής από την πλευρά του Δημοκρατικού κόμματος.
Για μια σημαντική νίκη Τραμπ κάνει λόγο ο Μπιλ Ανθόλης, σχολιάζοντας το αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών. «Ηταν μια ξεκάθαρη νίκη την οποία σε μια βαθιά διχασμένη χώρα δεν είχαμε δει εδώ και αρκετό καιρό», λέει.
Ο κ. Ανθόλης εξηγεί στην «Κ» πως «υπήρχε σαφώς μεγάλος διχασμός στη χώρα». Ανατρέχοντας στις προηγούμενες εκλογές, τονίζει πως «ο Μπάιντεν είχε κερδίσει μια πολύ οριακή πλειοψηφία στη Γερουσία. Και είχε κερδίσει και την πλειοψηφία της Βουλής. Ωστόσο, αυτό που επρόκειτο να δούμε με τον πρόεδρο Τραμπ, νομίζω, είναι μια πολύ σημαντική πλειοψηφία στη Γερουσία, και μια πιο οριακή πλειοψηφία στη Βουλή, αν και ίσως τελικά θα μπορούσαν οι Ρεπουμπλικανοί να χάσουν τη Βουλή. Και κοιτάζοντας προς τα πίσω, σκέφτομαι, τι σημαίνει αυτό; Τι θέλει να μας πει ο αμερικανικός λαός; Νομίζω ότι αν δούμε τα δημογραφικά στοιχεία των εκλογών είναι πολύ παρόμοια με τα δημογραφικά στοιχεία του 2020, αλλά με 2 ή 3 αλλαγές. H πιο σημαντική αλλαγή είναι ότι οι Λατίνοι άνδρες, οι ισπανόφωνοι άντρες που είχαν υποστηρίξει τον Μπάιντεν κατά 60% και κατά 40% τον πρόεδρο Τραμπ στις προηγούμενες εκλογές, τώρα στράφηκαν προς τον Τράμπ με 55%, και έδωσαν το 45% στη Χάρις. Αυτή είναι μια τεράστια αλλαγή. Και δεν έχουμε την τάση να βλέπουμε τόσο μεγάλες δημογραφικές διακυμάνσεις. Και αυτό πραγματικά προμηνύει μια πολιτική αναδιάταξη».
Για τον πολιτικό αναλυτή Μπιλ Ανθόλη, ένα άλλο σημαντικό στοιχείο αυτών των εκλογών είναι ότι οι Αμερικανοί ψήφισαν με κριτήριο τόσο την τσέπη τους αλλά και τη μεταναστευτική πολιτική. «Αυτό που νομίζω ότι είδαμε επίσης ξεκάθαρα είναι ότι η οικονομία ήταν η μεγαλύτερη ανησυχία τους. Είδαμε επίσης πως ήταν πρόθυμοι είτε να ανεχθούν είτε και να υιοθετήσουν πιο σκληρές πολιτικές για τη μετανάστευση».
Σημασία έχουν όμως και κάποιες μικρές αλλά σημαντικές δημογραφικές αλλαγές σε αυτές τις εκλογές. «Το Δημοκρατικό κόμμα γίνεται περισσότερο κολεγιακό από πλευράς ψηφοφόρων και το Ρεπουμπλικανικό κόμμα περισσότερο εργατικό. Βλέπουμε πως τα αγροτικά μέρη της χώρας έχουν γίνει πιο κόκκινα (σ.σ. Ρεπουμπλικανικά) και τα αστικά μέρη σε ορισμένες περιοχές έχουν γίνει λίγο πιο μπλε (σ.σ. Δημοκρατικά). Νομίζω πως όλα τα παραπάνω δείχνουν πως οι Αμερικανοί ήταν πολύ δυσαρεστημένοι με την κυβέρνηση Μπάιντεν-Χάρις. Νομίζω ότι η αντιπρόεδρος Χάρις, από την πλευρά της, δεν διατύπωσε πειστικά το επιχείρημα ότι θα έφερνε μια σημαντική αλλαγή σε σχέση με τον πρόεδρο Μπάιντεν. Και νομίζω ότι θα υπάρξουν πολλά γεγονότα στα οποία θα ανατρέξουν οι αναλυτές για να εξηγήσουν το αποτέλεσμα, όπως και το εάν για παράδειγμα ο πρόεδρος Μπάιντεν ίσως περίμενε πολύ για να παραιτηθεί. Αλλά προσωπικά πιστεύω ότι το μόνο πράγμα που θα μπορούσε να είχε κάνει διαφορετικά η Χάρις, είναι να πείσει πως θα ήταν ένας παράγοντας αλλαγής, και δεν φαίνεται να το έκανε αυτό».
Αναφορικά με τα επόμενα βήματα του προέδρου Τραμπ, ο κύριος Ανθόλης πιστεύει πως αν ο Τραμπ κερδίσει τη Βουλή των Αντιπροσώπων, μπορεί να προχωρήσει άμεσα με τη νομοθετική του ατζέντα.
«Το πιο σημαντικό βήμα, που αν και δεν αποτέλεσε μεγάλο μέρος της εκστρατείας του, αλλά έχει πιθανώς τον πιο εκτεταμένο αντίκτυπο στην οικονομία των Ηνωμένων Πολιτειών, θα είναι να παρατείνει τις φορολογικές περικοπές που πέρασε το 2017. Θα προωθήσει, επίσης, την ατζέντα του για τη μετανάστευση, συμπεριλαμβανομένων των μαζικών απελάσεων. Νομίζω ότι αυτό που μπορεί πλέον να κάνει είναι να εγκρίνει το νομοσχέδιο για τη μετανάστευση που η Βουλή φαινόταν ούτως ή άλλως έτοιμη να εγκρίνει. Αλλά παραμένει το ερώτημα για το αν θα προχωρήσει και στη βίαιη απομάκρυνση των παράνομων μεταναστών από τις ΗΠΑ. Αυτό μπορεί να είναι ίσως το μοναδικό, πιο αμφιλεγόμενο ζήτημα στην ατζέντα του, και αυτό για το οποίο εξελέγη, και θα μπορούσε να οδηγήσει σε σημαντικές διαμαρτυρίες και διαδηλώσεις στη χώρα. Αυτό θα πρέπει να το δούμε».
Σχετικά με την εξωτερική πολιτική της νέας κυβέρνησης, ο κ. Ανθόλης εξηγεί πως ο νεοεκλεγμένος πρόεδρος έχει δώσει διαφορετικά σημάδια. «Στις τελευταίες ημέρες της εκστρατείας, φαινόταν να υποδεικνύει μια ελαφρώς πιο συμβατική εξωτερική πολιτική. Αλλά το πιο σημαντικό πράγμα που δεν ξέρουμε είναι τι είδους ατζέντα θα έχει. Το γεγονός ότι έχει κερδίσει μεγάλη πλειοψηφία στη Γερουσία σημαίνει ότι θα είναι σε θέση να επιλέξει πολλούς αξιωματούχους του υπουργικού συμβουλίου του. Θα έχει πολύ περισσότερα περιθώρια όσον αφορά το ποιον θα διορίσει, αλλά θα πρέπει να δούμε ποιο θα είναι αυτό το υπουργικό συμβούλιο στη σύνθεσή του».
Στα δύο καίρια ζητήματα, το Ισραήλ και την Ουκρανία, τίθενται επίσης πολλά ερωτήματα. Οπως λέει ο Μπιλ Ανθόλης, «ο πρόεδρος Τραμπ θα πρέπει να σηματοδοτήσει σύντομα, σίγουρα στην Ουκρανία, αλλά και στη Μέση Ανατολή, τον τρόπο με τον οποίο βλέπει να επιλύονται αυτές οι συγκρούσεις. Και νομίζω πως η Μέση Ανατολή είναι το πιο δύσκολο κομμάτι για αυτόν, γιατί από τη μία δεν αποτέλεσε θέμα στην καμπάνια του, αλλά από την άλλη δεν νομίζω ότι ο ίδιος θέλει να παρασυρθεί σε πολέμους. Αυτό είναι το ένα πράγμα που έχουμε ήδη δει. Το έχει πει ξανά και ξανά. Και αν συνεχίσει με αυτόν τον τρόπο, και επιτρέψει στον Νετανιάχου να κατευθύνει μόνος το λεωφορείο στη Μέση Ανατολή, αυτό θα μπορούσε να μας παρασύρει όλους σε σύγκρουση με το Ιράν και στο τέλος θα πρέπει να υποστηρίξει το Ισραήλ. Και δεν είναι ξεκάθαρο αν θέλει να το κάνει αυτό».
«Τώρα σχετικά με την Ουκρανία, ή τουλάχιστον το καλύτερο σενάριο για την Ουκρανία, είναι μια διευθέτηση κατόπιν διαπραγματεύσεων στα τρέχοντα μέτωπα μάχης. Θα περίμενα ότι θα αρχίζαμε να βλέπουμε σύντομα σημάδια για τη λήξη αυτής της σύγκρουσης. Και η πρόγνωσή μου είναι ότι οι Ουκρανοί ελπίζουν ότι θα τους δώσει λίγο μεγαλύτερο περιθώριο για να προσπαθήσουν να κάνουν διαπραγματεύσεις προς όφελός τους. Και εδώ είναι που μπαίνει η Γερουσία στη μέση, γιατί νομίζω ότι ενώ ο πρόεδρος έχει τελικά την ευθύνη για αυτά τα ζητήματα, η επιλογή και ο διορισμός του υπουργικού συμβουλίου του θα σημαίνει ότι εκείνοι θα κάνουν τους απαραίτητους ελέγχους. Και το πρωταρχικό ζήτημα που θα τίθεται ξανά και ξανά σε αυτούς τους ελέγχους, είναι το εξής: “Εσείς που είσαστε υποψήφιος για υπουργός Εξωτερικών στηρίζετε την παραμονή στο ΝΑΤΟ; Πιστεύετε εσείς, ο υποψήφιος υπουργός Αμυνας, πως ο Πούτιν αποτελεί απειλή;” Και οι Ρεπουμπλικανοί γερουσιαστές θα θέσουν αυτές τις ερωτήσεις, γιατί πιστεύω ότι πολλοί από αυτούς θα ανησυχούν για το πώς θα τους επηρεάσει όταν θα έρθει η στιγμή να επανεκλεγούν».
Για τα σενάρια που ήδη ακούγονται, πως ο Τζο Μπάιντεν θα είχε κερδίσει εάν ήταν υποψήφιος, ο Μπιλ Ανθόλης απαντάει πως κάτι τέτοιο είναι αδύνατον να προβλεφθεί. Παρ’ όλα αυτά, το αποτέλεσμα για εκείνον δείχνει πως εκείνοι που ψήφισαν Τραμπ «ήταν πολύ δυσαρεστημένοι από την οικονομία επί Μπάιντεν», σχολιάζει.
«Οι Δημοκρατικοί πρέπει να επανεξετάσουν τη στρατηγική τους. Από τις νίκες του προέδρου Ομπάμα και έπειτα, η στρατηγική των Δημοκρατικών ήταν σε μεγάλο βαθμό το “δεν είμαστε ο Ντόναλντ Τραμπ”. Και νομίζω ότι χρειάζονται κάτι πιο συναρπαστικό από αυτό», καταλήγει ο κ. Ανθόλης.