Πριν από έναν ακριβώς μήνα, η Βαρκελώνη βρισκόταν στο κέντρο της διεθνούς επικαιρότητας εξαιτίας της τρομοκρατικής επίθεσης τζιχαντιστών, που αιματοκύλισαν τον φημισμένο πεζόδρομο της πόλης Ράμπλα. Αυτές τις μέρες, η Καταλωνία γίνεται και πάλι εστία διεθνούς ενδιαφέροντος λόγω μιας άλλης, πολύ διαφορετικής και ευτυχώς ειρηνικής (για την ώρα;) σύγκρουσης. Αντίπαλα στρατόπεδα: η περιφερειακή κυβέρνηση του Κάρλες Πουτζδεμόν, που επιδιώκει τη δημιουργία ανεξάρτητου κράτους και η κεντρική κυβέρνηση της Μαδρίτης, υπό τον Μαριάνο Ραχόι, που είναι αποφασισμένη να εμποδίσει πάση θυσία τον ακρωτηριασμό του ισπανικού βασιλείου. Αφορμή: το δημοψήφισμα που έχει εξαγγείλει μονομερώς για την 1η Οκτωβρίου η Generalitat (περιφερειακή κυβέρνηση) και το οποίο έχει κηρυχθεί παράνομο από τη Μαδρίτη.
Τις τρεις τελευταίες δεκαετίες, η Ευρώπη έζησε αρκετές αλλαγές συνόρων ύστερα από ιστορικής σημασίας ανατροπές όπως ήταν η πτώση του Τείχους του Βερολίνου, η διάλυση της Σοβιετικής Ενωσης, οι πόλεμοι στη Γιουγκοσλαβία και, πιο πρόσφατα, η κρίση στην Ουκρανία. Αυτή τη φορά, όμως, μια χώρα της Δυτικής Ευρώπης, μέλος της Ε.Ε. και του ΝΑΤΟ, με ισχυρό ρόλο στους κόλπους τους, απειλείται με διάσπαση. Το ενδεχόμενο αυτό ανησυχεί βάσιμα πολλές ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, που φοβούνται ότι ένας «σεισμός» στην Καταλωνία θα μπορούσε να αφυπνίσει επικίνδυνα τεκτονικά ρήγματα και αλλού. Πρώτα απ’ όλα στην ίδια την Ισπανία (Χώρα των Βάσκων, Γαλικία, Κανάρια νησιά), αλλά και στο Βέλγιο, την Κορσική, ακόμη και στην Κεντρική και Νοτιοανατολική Ευρώπη, όπου ο Βίκτορ Ορμπαν παίζει επικίνδυνα εθνικιστικά παιχνίδια, ποντάροντας στο χαρτί των ουγγρικών μειονοτήτων.
Βεβαίως, υπάρχει πρόσφατο προηγούμενο. Πριν από τρία ακριβώς χρόνια, στη θέση της σημερινής Καταλωνίας βρισκόταν η Σκωτία. Στην περίπτωση αυτή, ο Βρετανός πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον –θέλετε λόγω δημοκρατικής συνείδησης, θέλετε γιατί πίστευε ότι γάμος με το στανιό δεν γίνεται– έδωσε τη δυνατότητα στους Σκωτσέζους να αποφασίσουν οι ίδιοι για το μέλλον τους, με δημοψήφισμα. Πήρε το ρίσκο και (για μια φορά) του βγήκε. Οι Σκωτσέζοι ψήφισαν να μείνουν και η βρετανική δημοκρατία κέρδισε σε λάμψη.
Απειλές
Η Καταλωνία ωστόσο, δεν έχει την τύχη να απολαμβάνει του δικαιώματος που αναγνωρίστηκε χθες στη Σκωτία και προχθές στο Κεμπέκ. Το δημοψήφισμα που προκηρύχθηκε από την πλειοψηφία του καταλανικού Κοινοβουλίου κηρύχθηκε άκυρο από το ισπανικό Συνταγματικό Δικαστήριο, ύστερα από προσφυγή της κυβέρνησης. Ο Μαριάνο Ραχόι ανέθεσε στην κεντρική υπηρεσία πληροφοριών CNI να εντοπίσει και να συλλάβει όσους τυπώνουν ψηφοδέλτια ή φτιάχνουν κάλπες για το «παράνομο» δημοψήφισμα. Η γενική εισαγγελία απείλησε με σύλληψη τους 712, σε σύνολο 946 δημάρχων της Καταλωνίας που είχαν δηλώσει, μέχρι την Τετάρτη, ότι θα παραχωρήσουν χώρους για το δημοψήφισμα. Η υπουργός Αμυνας Ντολόρες ντε Κοσπεδάλ άφησε υπαινιγμό για ενδεχόμενη επέμβαση του στρατού, αν χρειαστεί, ενώ η κυβέρνηση δεν αποκλείει ακόμη και να καταφύγει στο «πυρηνικό» της όπλο: την ενεργοποίηση του άρθρου 155 του Συντάγματος, κάτι που θα της επιτρέψει να αναστείλει την αυτονομία της Καταλωνίας και να καθαιρέσει τις εκλεγμένες αρχές της.
Στο δραματικό μπρα ντε φερ μεταξύ Μαδρίτης και Βαρκελώνης καμία από τις δύο πλευρές δεν προσφέρεται για αγιοποίηση ή δαιμονοποίηση. Ο καταλανικός εθνικισμός στη σημερινή εκδοχή του είναι ένα παράξενο αμάλγαμα. Ο Πουτζδεμόν προέρχεται από τον χριστιανοδημοκρατικό συνασπισμό CiU που κυβέρνησε επί δεκαετίες την Καταλωνία (διασπάστηκε το 2015) συνδυάζοντας τον νεοφιλελευθερισμό με τον εθνικισμό. Απρόθυμοι σύμμαχοί του είναι το σοσιαλδημοκρατικό ERC και το αντικαπιταλιστικό CUP, με μόνο κοινό παρονομαστή τη σφοδρή αντιπαλότητά τους προς τη Μαδρίτη. Αν τα αριστερά κόμματα προσπαθούν να συνδυάσουν τον καταλανικό εθνικισμό με την κοινωνική δικαιοσύνη, ο στενός πυρήνας γύρω από τον Πουτζδεμόν οραματίζεται μια απολύτως φιλελεύθερη Καταλωνία, η οποία θα απαλλαγεί από το βάρος των φόρων για τη στήριξη των φτωχότερων περιοχών της Ισπανίας.
Ιστορικές ευθύνες
Παρ’όλα αυτά, είναι πολύ δύσκολο να υποτιμήσει κανείς τις ιστορικές ευθύνες του Μαριάνο Ραχόι. Ηταν εκείνος που, ως ηγέτης του Λαϊκού Κόμματος προσέφυγε στο Συνταγματικό Δικαστήριο για να ακυρωθούν ουσιώδη στοιχεία του καθεστώτος αυτονομίας της Καταλωνίας, το οποίο είχε συμφωνηθεί επί σοσιαλιστικής κυβέρνησης Θαπατέρο, το 2006. Η απόφαση αυτή του Συνταγματικού Δικαστηρίου, το 2010, πυροδότησε τη ριζοσπαστικοποίηση και διεύρυνση του καταλανικού εθνικισμού, με αποκορύφωμα τα συλλαλητήρια ενός εκατομμυρίου ανθρώπων που κατακλύζουν τη Βαρκελώνη κάθε χρόνο στις 11 Σεπτεμβρίου, ημέρα εθνικής εορτής των Καταλανών, με συνθήματα υπέρ της απόσχισης.
Τα πιο έγκυρα ευρωπαϊκά έντυπα, από τη Le Monde μέχρι τους Financial Times, αναρωτιούνται γιατί ο Ραχόι δεν θα μπορούσε να δεχθεί ομοσπονδιακή μετεξέλιξη του ισπανικού κράτους, ενίσχυση της αυτονομίας των Καταλανών, ενδεχομένως με παραχώρηση εξουσιών που ήδη διαθέτει η Χώρα των Βάσκων και αναγνώριση του δικαιώματός τους να προχωρήσουν σε δημοψήφισμα – ένα δημοψήφισμα που, υπό αυτές τις συνθήκες, είναι πολύ πιθανό ότι θα έχαναν οι οπαδοί της απόσχισης. Με το κλίμα που έχει διαμορφωθεί, όμως, μεταξύ Μαδρίτης και Βαρκελώνης πολλοί θεωρούν ότι είναι πλέον πολύ αργά, τουλάχιστον για την ασταθή κυβέρνηση μειοψηφίας του Μαριάνο Ραχόι.